Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

Δύο «μεταφραστικές» ιστορίες


Ι

Η καραβέλα του Κολόμβου ήταν, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, μια βαρκούλα, ένα τιποτένιο μικρό ιστιοφόρο στο οποίο δυσκολεύεται να αντιληφθεί κανείς πώς χώρεσε ένα πλήρωμα ποντοπόρων, πίνοντας μολυσμένο νερό και σάπια μπύρα και τρώγοντας νοτισμένα αλμυρά παξιμάδια. Ήταν μια λάντσα, ένα καρυδότσουφλο, ένα ξεπουπουλιασμένο πουλάκι. Οι μπρατσέρες, με τις οποίες ο Κορτές διέπλευσε τη μεξικανική ακτή από το Γιουκατάν μέχρι τη Βερακρούς πριν αποφασίσει να προσαρτήσει το Μεξικό στην ισπανική αυτοκρατορία, ήταν ακόμα πιο μικρές. Κάτι στενά βαρκάκια στα αμπάρια των οποίων μετά βίας χωρούσαν όρθια τα άλογα· πλοία που μπορούσαν να μπουν ακόμα και σε ποτάμι και που αν τα έδενες σε ένα δέντρο, έμεναν εκεί.
          Ο καπετάνιος και οι αυθεντικοί κονκισταδόρες του ήταν ακόμη αναμαλλιασμένοι και με την τσίμπλα στο μάτι όταν έφτασαν οι απεσταλμένοι του Μοκτεσούμα, οι οποίοι είχαν ακολουθήσει δια ξηράς τα ισπανικά πλοία από το Ταμπάσκο. Ο Κορτές δεν ήταν σε καμία περίπτωση έτοιμος για μια συζήτηση μεταξύ διπλωματών εκείνο το πρωί. Πες τους να πα’ να γαμηθούν, είπε στον στρατιώτη που τόλμησε να κουνήσει την αρχηγική αιώρα. Φέρνουν χρυσό, είπε ο στρατιώτης, που ονομαζόταν Άλβαρο δε Κάμπος· πολύ χρυσό. Τότε έρχομαι, είπε ο Κορτές, ξύπνα τον Αγκιλάρ. Με το που σηκώθηκε και πάτησε πάνω στις ξύλινες τάβλες στο πάτωμα της καμπίνας του, πρόβαλε στην πλάτη του –τα μαλλιά της μπλεγμένα, και το δέρμα της ελαφρώς μελανιασμένο από το βάρος του κορμιού του– το μουτράκι της μικρής Μαλινάλι Τενέπατλ, πριγκίπισσας της Παϊνάλα και εταίρας ενός τοπικού φυλάρχου στο Ποτοντσάν, που ήταν ικανότατη σε τέχνες ποταπές μεν, διόλου ευκαταφρόνητες δε. Ώρα να χρησιμοποιήσεις τη γλώσσα σου, τη διέταξε ο Κορτές. Εκείνη, που το πολύγλωσσο μυαλό της είχε ήδη αρχίσει να αναγνωρίζει απλές εντολές στα ισπανικά, ρώτησε σε τσόνταλ: Στον κύριο ή σε σένα;, αλλά όταν είδε ότι ο Κορτές ντυνόταν και ο Άλβαρο δε Κάμπος δεν γδυνόταν, κατάλαβε ότι χρειάζονταν τις υπηρεσίες της ως μεταφράστρια.

Άλβαρο Ενρίγκε, Αιφνίδιος Θάνατος [απόσπασμα], Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

ΙΙ

Η βόλτα μου στην πρωτεύουσα της Καταλονίας με φέρνει κάποιες φορές μέχρι την οδό Λιμπρετερία (την αρχαία οδό Ντεκουμάνους στη ρωμαϊκή πόλη της Μπαρκίνο που εξελίχθηκε στη σημερινή Βαρκελώνη), εκεί όπου βρίσκεται το μαγαζί με είδη λαϊκής τέχνης Papirvm, και το La Central στο Μουσείο της Ιστορίας της Πόλης, ένα από εκείνα τα μέρη –όπως το βιβλιοπωλείο στο υπόγειο του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων– στα οποία η Βαρκελώνη φυλάει τα αρχεία της ιστορικής της μνήμης. Το 1553 ιδρύθηκε η αδελφότητα των βιβλιοπωλών (Sant Jeroni dels Llibreters). Αν ο Άγιος Λαυρέντιος, ένας από τους πρώτους θησαυροφύλακες της Εκκλησίας, λόγω του έργου που επιτέλεσε στην ταξινόμηση εγγράφων θεωρείται ο άγιος προστάτης των βιβλιοθηκάριων, ο αυστηρά ασκητικός άγιος Ιερώνυμος, ένας από τους πρώτους αφανείς λογοτεχνικούς συγγραφείς της Εκκλησίας (έγραφε τις επιστολές του πάπα Δάμασου Α′), θεωρείται ο άγιος προστάτης των μεταφραστών και των βιβλιοπωλών. Ο Άγιος Λαυρέντιος, που κάποιοι θρύλοι τον ταυτίζουν με το μυστηριώδες πρόσωπο που έκρυψε το Άγιο Δισκοπότηρο προκειμένου να το προστατέψει από το κύμα βίας που στο τέλος του στέρησε και την ίδια του τη ζωή, βρήκε μαρτυρικό θάνατο πάνω σε σιδερένια σχάρα, στα περίχωρα της Ρώμης: τη 10η Αυγούστου κάθε έτους εκτίθεται στο Βατικανό η λειψανοθήκη με την κεφαλή του (δεν ξέρω αν το προσκύνημα αφορά μόνο τους βιβλιοθηκάριους). Ο Άγιος Ιερώνυμος, αντιθέτως, αφού πρώτα ξεχώρισε ως μεταφραστής, εξορίστηκε στη Βηθλεέμ, όπου έζησε σε μια σπηλιά και αφιερώθηκε στη συγγραφή κειμένων που καυτηρίαζαν τις κακές συνήθειες της Ευρώπης και στο να χτυπάει τον εαυτό του με μια πέτρα σε ένδειξη μετάνοιας για τις αμαρτίες του. Στις αγιογραφίες που τον απεικονίζουν εμφανίζεται συνήθως με τη Βουλγάτα, τη Βίβλο που μετέφρασε από τα εβραϊκά –παρ’ όλο που ήταν άριστος γνώστης των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών– την οποία έχει ανοιχτή πάνω στο γραφείο του, τη νεκροκεφαλή (σύμβολο της ματαιοδοξίας) και την προαναφερθείσα πέτρα, που οι κακές γλώσσες λένε πως τη χρησιμοποιούσε ως λεξικό (το οποίο κανένας δεν είχε ακόμα γράψει) για τις μεταφράσεις του: χτυπούσε τον εαυτό του και τότε ο Θεός, ipso facto, του απεκάλυπτε την αντίστοιχη λατινική λέξη του εβραϊκού πρωτοτύπου.

 

Χόρχε Καριόν, Βιβλιοπωλεία [απόσπασμα], Εκδόσεις Ποταμός

 

 

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου