Πέμπτη 18 Ιουλίου 2024

13 aforismos de Emilio López Medina / 13 αφορισμοί του Εμίλιο Λόπεθ Μεδίνα

 

13 Αφορισμοί του

Εμίλιο Λόπεθ Μεδίνα

 

 

Ο Εμίλιο Λόπεθ Μεδίνα [Emilio Lópe Medina] (Χόδαρ, Χαέν, 1946), διετέλεσε καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαέν. Παράλληλα με το ακαδημαϊκό του έργο, ανέπτυξε λογοτεχνική δραστηριότητα, η οποία ξεκίνησε με τη δημοσίευση του θεατρικού έργου Faustino και συνεχίστηκε με έργα αφορισμών και σύντομων στοχασμών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: El dolor (2011), La ambición (2013), 69 aforismos porno & 96 aforismos antisexistas (2016), Pensamientos (mínimos) de un escéptico en materia de filosofía (2018) και El arte jovial (Libros al Albur). Επιπλέον, είναι συν-συγγραφέας της συλλογής αφορισμών Fili Mei, los aforistas y la paternidad (2018). Έχει συμπεριληφθεί στις ανθολογίες Verdad y media. Antología de aforismos españoles del Siglo XXI (2017) και Enciclopedia de libros españoles de aforismos, 2010-2018 (2018). Το έργο του La Ignorancia είναι ο πρώτος τόμος μιας επταλογίας με την οποία, υπό τον τίτλο «Las Siete Bestias», ο συγγραφέας στοχεύει να προσφέρει μια ευρεία επισκόπηση των μεγάλων ανθρώπινων ζητημάτων (της Φιλοδοξίας, του Σεξ, της Μοναξιάς, του Πόνου…). Ο πέμπτος και τελευταίος, μέχρι στιγμής, τόμος της επταλογίας φέρει τον τίτλο La soledad (2023).

 

 

 

******

Lo difícil no está en enseñarle al hombre la verdad. Lo difícil es quitarle de encima la mentira.

Το δύσκολο δεν είναι  να διδάξεις στον άνθρωπο την αλήθεια. Το δύσκολο είναι να αποτινάξεις από πάνω του το ψεύδος.

******

¿Por qué las gentes no se molestan tanto cuando se les dice que son malos y sí mucho cuando se les dice que son tontos? Por lo que he escrito en alguna ocasión: porque la gente prefiere que califiquen su pensamiento de malvado antes que de ridículo.

Γιατί οι άνθρωποι δεν ενοχλούνται τόσο όταν τους λες ότι είναι κακοί όσο όταν τους λες ότι είναι χαζοί; Όπως έγραψα κάποτε: επειδή οι άνθρωποι προτιμούν να χαρακτηρίζεις τη σκέψη τους κακόβουλη παρά γελοία.

******

Todos nos creemos suficientemente inteligentes y buenos como nos creemos suficientemente limpios.

Όλοι θεωρούμε τους εαυτούς μας αρκετά έξυπνους και καλούς, ακριβώς όπως θεωρούμε τους εαυτούς μας αρκετά καθαρούς.

******

Como todos los hombres se creen muy listos, los necios me hacen temblar doblemente.

Καθώς όλοι οι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι πολύ έξυπνοι, οι ανόητοι με κάνουν να τρέμω διπλά.

******

Ganarse la fama de sabio en el aula es fácil; lo difícil es ganársela en la comida y en las cervezas: es decir, en el bar.

Είναι εύκολο να κερδίσεις τη φήμη του σοφού στην τάξη· το δύσκολο είναι να την κερδίσεις στο φαγητό και τις μπίρες: δηλαδή, στο μπαρ.

******

Antes que de izquierdas o derechas, antes que en burgueses o proletarios, antes que en diversas razas o religiones, la distinción principal entre los hombres está entre estudiantes de letras y estudiantes de ciencias.

Πριν μιλήσουμε για αριστερούς ή δεξιούς, για αστούς ή προλετάριους, για διαφορετικές φυλές ή θρησκείες, η κυριότερη διάκριση μεταξύ των ανθρώπων είναι ανάμεσα σε φοιτητές ανθρωπιστικών επιστημών και φοιτητές θετικών επιστημών.

******

Está claro que, al paso que nos lleva la educación actual, pronto llegaremos a prehistóricos con ordenador.

Είναι σαφές ότι, με τους ρυθμούς της σημερινής εκπαίδευσης, σύντομα θα καταλήξουμε προϊστορικοί άνθρωποι με υπολογιστή.

******

El hombre moderno: un ser solitario ante el ordenador.

Ο σύγχρονος άνθρωπος: ένα ον μοναχικό μπροστά στον υπολογιστή.

******

Los nuevos tiempos requieren oraciones nuevas… “Más líbranos de quedarnos sin internet. Amén

Οι νέοι καιροί απαιτούν νέες προσευχές«Αλλά ρύσαι ημάς από το να μείνουμε χωρίς ίντερνετ. Αμήν».

******

La inteligencia encuentra su mayor satisfacción en no dejarse engañar antes que en vencer.

Η ευφυΐα αντλεί μεγαλύτερη ικανοποίηση όταν δεν ξεγελιέται, παρά όταν κερδίζει.

******

En el escéptico, el placer de la duda, el placer de la libertad de pensamiento, está contrarrestado ampliamente por el dolor de la soledad que lleva consigo.

Στον σκεπτικιστή, η ευχαρίστηση της αμφιβολίας, η ευχαρίστηση της ελευθερίας της σκέψης, αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από τον πόνο της μοναξιάς που κουβαλάει μέσα του.

******

El escepticismo reparte sus beneficios demasiado tarde: cuando precisamente uno es ya un escéptico sobre esos beneficios.

Ο σκεπτικισμός αποδίδει τα οφέλη του υπερβολικά αργά: τη στιγμή που κάποιος αντιμετωπίζει ήδη με σκεπτικισμό αυτά τα οφέλη.

******

 

 

H συλλογική απόδοση των αφορισμών του Εμίλιο Λόπεθ Μεδίνα είναι προϊόν εργαστηρίου αφοριστικής μετάφρασης που οργάνωσε και συντόνισε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στο πλαίσιο του Μεταφραστικού Τμήματος του Κέντρου Γλωσσών και Πολιτισμών Abanico τον Μάρτιο/Απρίλιο του 2024. Συμμετείχαν οι: Νατάσα Βακουφτσή, Γιώτα Γεντέκου, Χριστίνα Δημητρίου, Λαμπρίνα Ιωάννου, Μαρία Κολεύρη, Θανάσης Κορώνης, Αναστασία Λιανοπούλου, Ματίνα Μπίλλια, Χρυσούλα Ξένου, Κωνσταντίνα Σταυρινού, Σοφία Φερτάκη.

Σάββατο 13 Ιουλίου 2024

Συνέντευξη της Marta Sanz στην Αγγελική Σπηλιοπούλου

 

FRACTAL // 25/06/2024

 

Μάρτα Σανθ: «Η ελευθερία αποτελεί τμήμα ενός ισοσκελούς τριγώνου, στο οποίο αν δεν υπάρχει αδερφοσύνη και ισότητα, δεν υπάρχει ελευθερία»

 

Συνέντευξη στην Αγγελική Σπηλιοπούλου 

 

 

Η συγγραφέας Μάρτα Σανθ μιλάει στο Fractal για το βιβίο της «Μικρές Κόκκινες Γυναίκες» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Carnivora σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.

Η Πάουλα Κινιόνες αποφασίζει να συμμετάσχει στις προσπάθειες ενός Συλλόγου που αναζητά ομαδικούς τάφους από την εποχή του ισπανικού εμφυλίου πολέμου στην περιοχή του Σαφράν. Στη μικρή αυτή πόλη, η Πάουλα, η μικροσκοπική πανέμορφη χωλή Πάουλα, θα μείνει στο ξενοδοχείο της οικογένειας Μπεάτο.

Σταδιακά θα ανακαλύπτει τους ανθρώπους της οικογένειας, τα μυστικά τους που αντανακλούν όσα το ισπανικό έθνος επιδίωξε να αποκρύψει. Εγκλήματα που σφραγίστηκαν σε ομαδικούς τάφους. Μάρτυρες που εξαφανίστηκαν στην ανωνυμία τους.

Κάνοντας μια πρόσμιξη αφηγήσεων, η Σανθ δημιουργεί ένα έργο που ενσωματώνει στοιχεία επιστολικής αφήγησης, μονολόγων, πρόζας. Iδιαίτερο στοιχείο οι φωνές των νεκρών, εν είδει χορού, που παρεμβάλλονται στις διηγήσεις της Πάουλα με τη φίλης της, Λουθ.

 

 

 -Η Πάολα, αναζητώντας την ταυτότητα των θυμάτων του εμφυλίου πολέμου, που βρίσκονται στους ομαδικούς τάφους του Σαφράν, επιδιώκει την δικαίωσή τους ενώ παράλληλα αποκαλύπτει ένα έγκλημα πολέμου που επιμελώς έμεινε κρυμμένο. Πώς διαπλέκονται η ιστορική μνήμη με την απόδοση δικαιοσύνης στα θύματα;

Μνήμη, δικαιοσύνη, επανόρθωση είναι το σύνθημα των οργανώσεων που παλεύουν για τη δημοκρατική μνήμη στην Ισπανία. Νομίζω ότι αποκαθιστώντας το αφήγημα των θυμάτων, των ορφανών, όσων υπέστησαν αντίποινα ή εξορίστηκαν, διεκδικούμε το προφίλ όλων εκείνων που σβήστηκαν από το άλλο αφήγημα, εκείνο των νικητών, το οποίο είναι το ίδιο με της κυρίαρχης ιδεολογίας, η κανονικότητα και η κοινή λογική. Επομένως, όταν μιλάμε για έννοιες εμφανώς πομπώδεις, όπως η «δημοκρατική μνήμη», μιλάμε για τη ζωή συγκεκριμένων ανθρώπων, που έχουν ανάγκη να τραβήξουν την άκρη του νήματος, για να θάψουν με αξιοπρέπεια τους νεκρούς τους, να αποκατασταθούν ως πολίτες, ακόμα και να απαιτήσουν το κλείσιμο των λογαριασμών από καθαρά οικονομική άποψη. Επειδή είχαμε κλοπές και εκβιασμούς εκείνη την εποχή, οικογένειες που έδωσαν όλη τους την περιουσία στους φασίστες για να μην εκτελέσουν τους γονείς τους ή τις αδερφές τους, που στο τέλος δολοφονήθηκαν έτσι κι αλλιώς. Αυτή η πληγή δεν έχει κλείσει ακόμα. Οριοθετεί ένα χάσμα πολύ σημαντικό ανάμεσα στις κυρίαρχες και τις κυριαρχούμενες τάξεις. Η απώλεια αυτής της μνήμης μάς επιτρέπει να κατανοήσουμε σε μεγάλο βαθμό την άνοδο της ακροδεξιάς.

 

-Τα καλά κρυμμένα μυστικά γίνονται πληγές που κακοφορμίζουν και μολύνουν πέραν της εστίας τους. Κάτοχοι τέτοιων μυστικών είναι συνήθως άνθρωποι εγωκεντρικοί. Πόσο πιθανό θεωρείτε να δράσουν αλτρουιστικά βγάζοντας τους σκελετούς από τις ντουλάπες τους;

Αρκετά περίπλοκη η ερώτησή σας. Προσωπικά πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί λόγοι για να φυλάξεις τέτοιου είδους μυστικά: ο φόβος να χάσεις προνόμια, η ενοχή και η αλαζονεία, οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, ο φόβος να ξαναζήσεις αβάσταχτο πόνο… Ασθένειες ηθικές που πιθανόν δεν μπορούν να διαχωριστούν από τις συστημικές ασθένειες. Είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις τους νεκρούς απ’ την ντουλάπα και να αναγνωρίσεις ότι ο παππούς σου ήταν δολοφόνος ή σφετεριστής. Έχουμε την τάση να δικαιολογούμε το προσωπικό μας παρελθόν ενοχοποιώντας τους άλλους, ψάχνοντας λόγους για να εγκρίνουμε την αξιοκατάκριτη συμπεριφορά των δικών μας. Επιβάλλεται, ωστόσο, να βρούμε χώρο για τη συμφιλίωση, προκειμένου να οικοδομήσουμε μια κοινωνία την οποία θα μπορούμε να αποκαλούμε δημοκρατική εντούτοις, η συμφιλίωση δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της λήθης ούτε με το σβήσιμο του αιμάτινου ίχνους. Η συμφιλίωση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί κρατώντας ίσες αποστάσεις. Ήταν ο Αντόνιο Ματσάδο που πέθανε στο Κολιούρ, η Λουΐσα Καρνές που πέθανε εξόριστη στο Μεξικό. Ήταν οι φασίστες που εξεγέρθηκαν ενάντια σε μια δημοκρατική κυβέρνηση για να προστατέψουν τα προνόμια της ολιγαρχίας. Δεν ήταν το ίδιο όλες οι πλευρές, επιπλέον, στην περίπτωση της Ισπανίας, τον βάναυσο πόλεμο ακολούθησαν σαράντα χρόνια φρανκικής καταπίεσης, τα θύματα της οποίας είχαν όλα ένα χρώμα: κόκκινο. Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, έριξαν χώμα πάνω σ’ αυτό το θέμα και από εκείνη τη σπορά φύτρωσαν αυτά τα παράσιτα: πολιτικά κόμματα σαν το VOX, το οποίο συντονίζεται απόλυτα με τον οικονομικό φιλελευθερισμό και επωφελείται από το θόλωμα της της δημοκρατικής μνήμης. Το VOX θα μπορεί να αυτοαποκαλείται «δημοκρατικό κόμμα», μόνο αν η έννοια της ιστορικής μνήμης δυναμιτιστεί, αν η κουλτούρα δυναμιτιστεί, αν η γνώση δυναμιτιστεί και επικρατήσει η λογική του συγκινησιακού και η διαστροφική σλογκανοποίηση της πολιτικής. Και της λογοτεχνίας, επίσης.

 

– Η συγχώρεση πιστεύετε πως είναι μια διαδικασία επούλωσης τραυμάτων και των δύο εμπλεκομένων πλευρών;

Τη συγχώρεση την παραχωρούν οι θεοί. Είναι θεϊκό προνόμιο. Δεν ξέρω αν τα ανθρώπινα πλάσματα είμαστε τόσο γενναιόδωρα και τόσο μεγάθυμα, παρότι θα έπρεπε να το επιδιώκουμε. Το θέμα είναι ότι για να δώσεις συγχώρεση, κάποιος πρέπει να σ’ τη ζητήσει. Κι εγώ δεν βλέπω κανέναν να ζητάει συγγνώμη στην πράξη, αλλά μόνο να ρίχνει τις ευθύνες αλλού, επικαλούμενος χαλκεύματα και μια αναθεώρηση, άδικη και βίαιη, της Ιστορίας. Στις Μικρές Κόκκινες Γυναίκες γίνεται λόγος για την ικανότητα που έχουν οι λέξεις να γίνονται ακραία βίαιες. Δεν αναφέρομαι στο γεγονός ότι το βιβλίο μιλάει για θάνατο και δολοφονίες, αλλά στο γεγονός ότι η ρητορική αποπλάνηση, οι στρατηγικές του λόγου συνιστούν βία εναντίον μας. Ο τρόπος που εξιστορείται ένα γεγονός μπορεί να μας υποτιμά ως πολίτες: ο πατερναλισμός, το λογοτεχνικό, το κιτς, το «καλή φάση» ποδοπατά τη δικαιολογημένη δυσφορία μιας άρρωστης κοινωνίας… Υπό αυτή την έννοια ο λόγος περί μνήμης είναι ένα παράδειγμα διαστρέβλωσης, το ίδιο και η κλοπή εννοιών όπως η ελευθερία, που πραγματοποιείται από το περιβάλλον της παγκόσμιας δεξιάς. Μου φαίνεται ότι η ελευθερία δεν έχει καμία σχέση με το αλυσοπρίονο του Χαβιέρ Μιλέι. Η ελευθερία αποτελεί τμήμα ενός ισοσκελούς τριγώνου, στο οποίο αν δεν υπάρχει αδερφοσύνη και ισότητα, δεν υπάρχει ελευθερία. Η κοινωνική δικαιοσύνη είναι προϋπόθεση για να υπάρξει κάτι που να μοιάζει με ελευθερία.

 

-Στοιχεία από την ελληνική μυθολογία τα ομηρικά έπη και τη φιλοσοφία διατρέχουν την αφήγησή σας, όπως και η φωνή των νεκρών εν είδει χορού που συναντάμε στο αρχαίο ελληνικό δράμα, δημιουργώντας μια οικειότητα με τον Έλληνα αναγνώστη. Πώς προέκυψε η ενασχόληση σας με την ελληνική κουλτούρα;

Η ελληνική κουλτούρα αποτελεί κομμάτι του μεταβολισμού μας. Για μένα, η κουλτούρα, οι μυθοπλασία είναι αληθινές, γιατί μένουν κολλημένες στον αμφιβληστροειδή και στην καρδιά μας, είναι μια ίνα των εγκεφαλικών μας συνάψεων, μας βοηθούν να κάνουμε σχέσεις και τροφοδοτούν τη γνώση και την ευαισθησία μας… Το σώμα μετατρέπεται σε κείμενο και το κείμενο επιστρέφει στο σώμα. Η Ιλιάδα, η Οδύσσεια, η τραγωδία, οι μύθοι αποτέλεσαν κομμάτι της μόρφωσής μου, όταν ήμουν μικρή, και, παρότι οι γονείς μου δεν ανησυχούσαν αν εγώ αισθανόμουν ευχαρίστηση ή φόβο όταν έμπαινα στη σπηλιά του Πολύφημου, ή προσπαθούσα να καταλάβω τη συμπεριφορά της Αντιγόνης, έχω την εντύπωση ότι οι ιστορίες εκείνες και τα συναισθήματα που μεταδίδουν αποτελούν κομμάτι ενός πολιτισμικού φαντασιακού που μας καθορίζει σε βάθος. Σήμερα, με το πέρασμα από το αναλογικό στο ψηφιακό, λαμβάνει χώρα μια μεταμόρφωση που μπορεί να τα πετάξει στα σκουπίδια όλα αυτά. Θα μπορούσαμε να πάμε σε έναν καλύτερο τόπο, αλλά, επί του παρόντος εγώ δεν βιώνω ασμένως αυτήν τη λυκανθρωπία. Ίσως είναι που μεγαλώνω…

 

-“Η Πάουλα ανήκει σήμερα στην ανέφικτη γενεαλογία των μινώταυρων και των κενταυρίνων που τα πίσω πόδια τους κουτσαίνουν.”

Οι υβριδοποιήσεις, τα πονεμένα από τη μετάβαση κορμιά, που ενδημούν στην ελληνική λογοτεχνία από τις απαρχές της ήδη, είναι μεταφορές της πραγματικότητας: από το κουίρ ως το σάιμποργκ, περνώντας μέσα από περιόδους της ζωής σημαδεμένες από τη μετάλλαξη, όπως η εφηβεία και η εμμηνόπαυση. Στο μυθιστόρημά μου Daniela Astor y la caja negra (Η Ντανιέλα Άστορ και το μαύρο κουτί) προσπάθησα να αφηγηθώ τον φόβο και την ελπίδα της ισπανικής μεταπολίτευσης, εκκινώντας από τον φόβο και την ελπίδα που διακατέχει το κορμί μιας έφηβης η οποία βιώνει κρίσιμες αλλαγές στη ζωή της. Η μεταφορά του κορμιού λειτουργεί στην Ιστορία, επειδή η Ιστορία μένει μέσα στο κορμί μας. Κάθε μέρα αναρωτιέμαι γιατί κάποια ανθρώπινα πλάσματα έχουν τα πόδια μακρύτερα από τα άλλα…

 

-Με αφορμή την αναφορά αυτή στο ομηρικό έπος θα ήθελα να σταθούμε στον Μινώταυρο και να ρωτήσω αν συμφωνείτε με την οπτική πως ο Μινώταυρος ήταν το τέρας που δημιούργησε η απόρριψη του λόγω της διαφορετικότητας του.

Ο Μινώταυρος είναι η μοναξιά. Η μοναξιά ιδωμένη μέσα από μια οπτική συνολική και απογυμνωμένη από τα μεταγενέστερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της. Δεν είναι μια μοναξιά γόνιμη, ούτε μια μοναξιά ηθελημένη, ούτε μια μοναξιά αφιερωμένη σε πνευματικά ζητήματα, ούτε μια μοναξιά αυτάρκης, ούτε μια μοναξιά mindfulness. Τα ανθρώπινα πλάσματα χρειαζόμαστε την κοινότητα, τους δεσμούς που υφαίνονται. Η κοινωνική αλληλεπίδραση είναι ουσιώδης για μας. Η μοναξιά αποκτηνώνει τον Αστερίωνα. Ο μύθος του Μινώταυρου με κάνει να αναδιατυπώσω την αιώνια ερώτηση: αν το κτήνος γεννιέται κτήνος ή αν αυτό που μας μεταμορφώνει απόλυτα σε κτήνη είναι η κοινωνική απόρριψη. Η ιδέα αναπαράγεται στο τέρας του Φρανκενστάιν. Άλλο ενδιαφέρον θέμα, με αφορμή αυτόν τον μύθο, θα μπορούσε να είναι το ερώτημα μέχρι ποιου σημείου ο εξανθρωπισμός των ζώων είναι πράξη ακραίας βαναυσότητας και πώς αυτή η «αιτιολογημένη» κριτική χρησιμεύει για να δικαιολογεί την κακοποίηση των ζώων: με άλλα λόγια, το να φοράς σ’ ένα τσιουάουα πλεκτό πουλοβεράκι είναι πιο βάναυσο απ’ το να σκοτώνεις γουρούνι με σκουριασμένο μαχαίρι… Αυτές οι αιχμηρές γωνίες, τα κατώφλια στο καινούργιο και οι συγχρονίες συνιστούν νομίζω τη λογοτεχνία.

 

-Οι αναφορές που κάνετε σε λογοτεχνικά έργα, ταινίες, μουσική αποτελούν μια καταγραφή δικών σας επιρροών ή θέλατε να δείξετε τις επιρροές στην κουλτούρα της χώρας σας;

Και τα δύο συγχρόνως. Γράφω από το κοινωνικό περιβάλλον και την εποχή που ζω. Δεν νιώθω να ταυτίζομαι καθόλου με εκείνες της απόψεις περί λογοτεχνίας που τοποθετούν τους συγγραφείς σ’ έναν άσηπτο και αυτόνομο τόπο. Πέρα απ’ το Καλό και το Κακό. Προσωπικά, γράφω αυτά που γράφω επειδή είμαι γυναίκα, Ισπανίδα, λευκή, από αγροτική και προλεταριακή οικογένεια, που μεταπήδησε στη μεσαία τάξη δωρεά και χάρη τής κουλτούρας, μια γυναίκα αγνωστικίστρια, παθιασμένη με τις λέξεις, ετεροφυλόφιλη και χωρίς παιδιά… Όλες αυτές οι παράμετροι συνθέτουν μια οπτική του κόσμου που με κάνει να είμαι πιο ευαίσθητη σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, σε συγκεκριμένες ιστορίες. Ξεκινώντας απ’ αυτή την ευαισθησία, από τα πράγματα που μ’ επηρεάζουν, μπορώ να υιοθετήσω μια αυτοβιογραφική ή μια φανταστική, μυθοπλαστική, κατεύθυνση στη γραφή μου. Αλλά ακόμα και όταν μιλάω για γάιδαρους που πετάνε ή ντρόουν που διασχίζουν τον ουρανό της πόλης, διατυπώνω ερωτήσεις σχετικά με το τι δεν καταλαβαίνω, έχοντας επίγνωση ότι οι ερωτήσεις μου είναι ερωτήσεις που απευθύνονται στην κοινότητά μου. Μπορώ να μασκαρευτώ, αλλά, στο τέλος, μένουν ο πόνος και η ηδονή, η ευθραυστότητα και η υπεροψία της γυναίκας που είμαι. Το προσωπικό είναι πολιτικό και το τοπικό οικουμενικό.

Πιστεύω επίσης ότι η σπουδαιότητα των πολιτισμικών στοιχείων στα κείμενά μου συνδέεται με την ιδέα ότι μεταβολίζουμε τα πολιτισμικά ερεθίσματα, είτε αυτό είναι για καλό, είτε για κακό. Εμένα μου έχουν εντυπωθεί κατάσαρκα οι διαγωνισμοί που είδα μικρή στην τηλεόραση, οι ταινίες στους θερινούς κινηματογράφους, τα βιβλία που διάβασα όσο σπούδαζα Ισπανική Φιλολογία, τα τραγούδια και το τεχνικολόρ της μουσικής κωμωδίας… Όλα αυτά είναι κομμάτι μου, μια κουλτούρα που επέπεσε πάνω μου και μια κουλτούρα που επιλέχθηκε, και όλο αυτό με βοηθάει μερικές φορές να βλέπω, ή να πιστεύω ότι βλέπω, όσα κρύβονται κάτω απ’ το χαλί, ενώ άλλες μου κάνει κακό επειδή μετατρέπει σε χρόνια τα ταμπού και τα στερεότυπα.

 

– Πατριαρχία και γυναικοκτονίεςˑ δύο θέματα που τα τελευταία χρόνια έχουν μπει σε δημόσιο διάλογο διεθνώς, όπως και τα δικαιώματα των μειονοτήτων εν γένει. Πώς βλέπετε τη συμβολή της λογοτεχνίας σε αυτό τον αγώνα ευαισθητοποίησης και διεκδικήσεων;

Νομίζω ότι όταν εισάγεις μια καλλιτεχνική πρόταση στον δημόσιο χώρο είναι αδύνατον να μην εκφέρεις άποψη. Υιοθετείς μια θέση σ’ αυτόν τον χώρο, και όσοι έχουμε φωνή, την οποία μας έδωσαν εκείνοι που μας ακούν, αναλαμβάνουμε μια ευθύνη. Το να αναλαμβάνεις μια ευθύνη δεν είναι το ίδιο με το να υιοθετείς μια στάση μεσσία ή σωτήρα. Αυτή η ευθύνη σημαίνει να είσαι ειλικρινής για να κάνεις ορατές τις λεπίδες που μας πληγώνουν κι όλα όσα μας προκαλούν αγωνία, και να το κάνεις μέσα από τη δέσμευση με τη γλώσσα. Επειδή η γλώσσα είναι το εργαλείο της δουλειάς μας. Για μένα, τα τελευταία χρόνια, η αναπαράσταση της βίας που ασκείται στο γυναικείο σώμα αποτελεί ένα σημαντικό θέμα, διότι έχω την εντύπωση ότι μερικές φορές αυτή η βία μετατρέπεται σε κάτι φυσικό και αποδεκτό, στον βαθμό που αναπαρίσταται με τρόπο ήπιο ή αρρωστημένο. Η βία δεν μπορεί να μπει σε κάδρο και να κρεμαστεί στο σαλόνι. Προσπαθώ η βία να ξεχειλίσει από το κάδρο για να μείνει στη σκέψη μας. Πιστεύω στην ηθική διάσταση της αναπαράστασης της βίας. Από την άλλη, οι γυναίκες έχουμε εκπαιδευτεί στον πόθο προς αυτήν τη βία, λες και το να σε βιάσουν είναι συνώνυμο του να σε ποθούν. Η γλώσσα του καταπιεστή, όπως έλεγε η Αμερικανίδα ποιήτρια Adrienne Rich, μας συνιστά, τη χρειαζόμαστε για να μιλήσουμε, επειδή υπήρξε για μας η πρωταρχική πηγή γνώσης και έχει πλάσει την ευαισθησία μας. Σήμερα γράφουμε με επίγνωση αυτής της αντινομίας: ο Τολστόι, ο Σαντ ή ο Ναμπόκοφ κατοικούν μέσα στον τρόπο μου να κατανοώ τον κόσμο και δεν μπορώ, ούτε θέλω να τους απαρνηθώ, συγχρόνως, όμως, ψάχνω και για άλλες γλώσσες που με βοηθούν να εκφράσω τη διαφορά και όλα όσα αποσιωπήθηκαν. Τους τόπους που βρίσκονται στα χαμηλά και στην περιφέρεια.

 

-Στο κείμενό σας παίζετε συχνά με το γλωσσικό στοιχείο, ακόμα και με το πιο απλό, την προφορά του ονόματος της πόλης, Σαφράν ή Σουφράν. Πώς συνδέετε τη χρήση των λέξεων με την αναπαράσταση και πώς αυτό αλλάζει μέσα στον χρόνο;

Νομίζω ότι στην τέχνη το πώς και το τι, η φόρμα και το βάθος, η αισθητική και η ηθική δεν μπορούν να διαχωριστούν. Στη λογοτεχνία το πώς λέγεται κάτι είναι ισοδύναμο με αυτό που λέγεται. Για αυτό, σχετικά με τις Μικρές Κόκκινες Γυναίκες συχνά λέω ότι το βιβλίο είναι πολιτικό επειδή είναι βαθιά ποιητικό. Η δέσμευση εκείνου που διαβάζει με το κείμενο που διαβάζει αποζημιώνει την ένταση που χάνεται χωρίς την ταχύτητα και το γλίστρημα του δαχτύλου πάνω στην οθόνη του κινητού. Η ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου, εξαιτίας του μεταφορικού χαρακτήρα του, απαιτεί μια ανάγνωση σπηλαιώδη, υπόγεια, και αυτός ο τρόπος να διαβάζεις βρίσκεται στη βάση της εξέλιξης της κριτικής σκέψης. Μνήμη, βραδύτητα, ενσυναίσθηση, όσα εκφράζονται μέσα απ’ όσα λέγονται και απ’ όσα παραλείπονται, ό,τι υπάρχει πέρα από το προφανές, το άνοιγμα στο καινούργιο, οι αποχρώσεις, η δυνατότητα της θλίψης και της χαράς ταυτοχρόνως, η πολυπλοκότητα, όσα δεν καταφέρνουμε να καταλάβουμε εντελώς και παρ’ όλα αυτά αποτελούν κομμάτι της ανθρώπινης συνθήκης μας… Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της άκρως ξεχωριστής προσέγγισης της πραγματικότητας που είναι δυνατή χάρη στην τέχνη και την αισθητική. Όσον αφορά το πέρασμα του χρόνου, ο ρεαλισμός, που αποτέλεσε έναν δημοκρατικό τρόπο αναπαράστασης, έχει μετατραπεί σε έναν δημαγωγικό τρόπο αναπαράστασης. Το στιλ του μπεστ σέλερ είναι αυτό που μειώνει τη λογοτεχνία σε ψυχαγωγία. Κατά τη γνώμη μου η λογοτεχνία είναι ψυχαγωγία, αλλά είναι επίσης και γνώση και η κίνηση που κάνουμε όταν σηκωνόμαστε όρθιοι για να καταλάβουμε αυτό που δεν καταλαβαίνουμε εντελώς μας επιτρέπει να εξελιχθούμε και να βγούμε από τη διαφημιστική κάψουλα της απόλαυσης. Προσωπικά πιστεύω στην καλλιτεχνική δύναμη της λέξης μ’ όλη την αισιοδοξία της θέλησής μου. Επειδή πιστεύω στους ανθρώπους και στη μόρφωση και αντιμετωπίζω τους αναγνώστες με τον ίδιο σεβασμό που θα ήθελα να με αντιμετωπίζουν κι εμένα όταν διαβάζω: νιώθω κάπως προσβεβλημένη όταν μου φέρονται σαν να είμαι παιδί ή πελάτης. Μου αρέσουν οι τολμηρές προτάσεις που με κάνουν ν’ αναρωτιέμαι με ποιο τρόπο λύθηκαν αισθητικά.

 

-“Η πολιτική μόνο δυσάρεστες καταστάσεις προκαλεί” υποστηρίζει η Ανάλια στο μυθιστόρημά σας. Η απολιτίκ στάση πόσο επικίνδυνη μπορεί να φανεί στη σημερινή κοινωνία, ιδίως με την αναβίωση του φασισμού;

Κατά κανόνα η απολίτικη στάση, ακόμα και η υποτιθέμενη ουδέτερη, ταΐζει την αόρατη ιδεολογία, με άλλα λόγια, όλα όσα θεωρούμε «φυσιολογικά», που αντιστοιχούν επακριβώς με την ηγεμονική σκέψη. Η εξουσία ξέρει να αφαιρεί το όνομα από την ιδεολογία της και να το προσθέτει στις ιδεολογίες των άλλων, δαιμονοποιώντας τες. «Κάντε όπως εγώ, μην ανακατεύεστε με την πολιτική», είναι μια διάσημη φράση του Φράνκο. Η μη πολιτική του ήταν η καταπίεση, οι διακρίσεις, το μίσος. Τα φυσιολογικά, ξέρετε…  

 

 

Η συνέντευξη διεξήχθη στο πλαίσιο της συμμετοχής της Marta Sanz στο 16ο Festival LEA.