Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Πίντο και Τσίντο, Παραμύθια για παιδιά που κοιμούνται αμέσως (Μέρος Β´)


Η μαργαρίτα

Η Ροσάουρα ήθελε να μάθει αν ο Μιγκέλ την αγαπούσε. Πήρε μια μαργαρίτα και άρχισε να βγάζει τα πέταλά της ενώ έλεγε:
«Μ’ αγαπάει... Δε μ’ αγαπάει... Μ’ αγαπάει... Δε μ’ αγαπάει...»
Η Ροσάουρα αγωνιούσε να δει τι θα έβγαινε: «μ’ αγαπάει» ή «δε μ’ αγαπάει».
Και τελικά βγήκε «δεν ξέρω», γιατί η μαργαρίτα δεν είχε ιδέα αν ο Μιγκέλ αγαπούσε τη Ροσάουρα.

Μουσική του δρόμου

Ο πλανόδιος μουσικός ακούμπησε στο έδαφος το καπέλο για τα κέρματα και άρχισε να παίζει σαξόφωνο. Μετά από λίγο ακούστηκε το κλάμα ενός μωρού. Μια γυναίκα πρόβαλε στο παράθυρο και είπε στο μουσικό:
«Άκου να σου πω! Μου ξύπνησες το παιδί!»
Τότε, ο πλανόδιος σαξοφωνίστας άρχισε να παίζει ένα νανούρισμα και το μωρό ξανακοιμήθηκε.

Ψάρεμα στη λίμνη

Ο ψαράς ήταν δύο ώρες στη βάρκα του. Ξαφνικά ένιωσε ένα τράβηγμα στο καλάμι. Μάζεψε την πετονιά και είδε αυτό που έφερνε το αγκίστρι. Εκνευρισμένος, αναφώνησε:
«Κι άλλη μπότα!»
Ο ψαράς την έβγαλε από το αγκίστρι και την πέταξε στο νερό.
Γι’ ακόμη μια φορά, χάρη στην εξαιρετική ικανότητά του να καμουφλάρεται, το ψάρι μπότα είχε σωθεί.  

Το κάστρο από τραπουλόχαρτα

Εκείνο το απόγευμα ο Ούγο είχε παίξει με τα αυτοκινητάκια του και με τη σβούρα του και είχε ολοκληρώσει δύο παζλ.
«Και με τι άλλο μπορώ να παίξω;», αναρωτήθηκε.
Θυμήθηκε ότι το πρωί ο πατέρας του, η μητέρα του, ο παππούς του και μια από τις θείες του είχαν παίξει μια παρτίδα χαρτιά. Ο Ούγο ήξερε πού φύλαγαν την τράπουλα, κι έτσι πήγε να τη βρει. Ο Ούγο δεν ήξερε να παίζει ούτε πόκερ, ούτε μπριτζ, ούτε μπιρίμπα. Το μόνο που ήξερε να κάνει με την τράπουλα ήταν να φτιάχνει κάστρα.
Και βάλθηκε να κατασκευάσει ένα πάνω στο τραπέζι του σαλονιού. Ο Ούγο κατασκεύαζε το κάστρο με μεγάλη μαεστρία, τοποθετώντας τα χαρτιά πολύ προσεκτικά. Αλλά, όταν κόντευε να το τελειώσει, το κάστρο άρχισε να τρέμει και αμέσως κατέρρευσε. Ο Ούγο ξεκίνησε πάλι από την αρχή και έστησε με περισσότερη προσοχή τα χαρτιά, αλλά και πάλι το κάστρο άρχισε να τρέμει και γκρεμίστηκε. Και έτσι ξανά και ξανά μέχρι που ο Ούγο κουράστηκε και μάζεψε την τράπουλα. Ο Ούγο μονολόγησε ότι δεν ήταν ικανός να κατασκευάζει κάστρα από χαρτιά. Αλλά το κάστρο δεν έπεφτε εξαιτίας του Ούγο. Το κάστρο από χαρτιά έπεφτε γιατί ο ρήγας κούπα έλεγε ότι εκείνος ήταν ιδιοκτήτης του κάστρου· και ο ρήγας καρό έλεγε ότι όχι, εκείνος ήταν ιδιοκτήτης του κάστρου· και ο ρήγας μπαστούνι έλεγε ότι όχι, εκείνος ήταν ιδιοκτήτης του κάστρου ̇ και ο ρήγας σπαθί έλεγε ότι όχι, εκείνος ήταν ιδιοκτήτης του κάστρου.
Και καυγάδιζαν, και πάνω στον καβγά τους γκρέμιζαν το κάστρο.

Ζώα από χαρτί

Το πρωτάθλημα κατασκευής οριγκάμι άρχισε γύρω στις επτά το απόγευμα.
Ο πρώτος διαγωνιζόμενος άρπαξε ένα φύλλο χαρτί και άρχισε να το τσακίζει από δω, να το τσακίζει από κει,  να κάνει κι άλλο τσάκισμα, κι άλλο τσάκισμα, κι άλλο κι άλλο και μπροστά στην επιτροπή εμφάνισε έναν υπέροχο δεινόσαυρο με κάθε λεπτομέρεια. Φαίνονταν ακόμα και τα κοφτερά του δόντια.
Και έτσι, ο ένας διαγωνιζόμενος μετά τον άλλον έφτιαχναν φιγούρες με δεξιοτεχνία. Ο τελευταίος διαγωνιζόμενος ήταν ένας κύριος ηλικιωμένος με άσπρα μαλλιά, άσπρο μουστάκι και άσπρα γυαλιά στην άκρη της μύτης. Άρπαξε ένα φύλλο χαρτί και άρχισε να το τσακίζει από δω, να το τσακίζει από κει, να κάνει κι άλλο τσάκισμα, κι άλλο τσάκισμα, κι άλλο κι άλλο και μπροστά στην επιτροπή εμφάνισε ένα χάρτινο παπιγιόν.
Τα μέλη της επιτροπής γέλασαν μαζί του επειδή είχε κάνει σε ένα πρωτάθλημα κατασκευής οριγκάμι κάτι τόσο απλό όσο ένα χάρτινο παπιγιόν.
Και τότε ξαφνικά το παπιγιόν φτερούγισε και πέταξε σε όλη την αίθουσα.
Τα μέλη της επιτροπής είχαν ακόμα το στόμα ανοιχτό όταν  έδιναν το πρώτο βραβείο στον ηλικιωμένο κύριο με τα άσπρα μαλλιά, το άσπρο μουστάκι και τα άσπρα γυαλιά στην άκρη της μύτης.

Η γοργόνα και ο άνθρωπος

Η Ταμαλίντα, η γοργόνα, και ο Ουμπάλδο, ο άνθρωπος, ερωτεύτηκαν. Ο έρωτάς τους ήταν ανέφικτος: η Ταμαλίντα, η γοργόνα, ήταν ένα πλάσμα της θάλασσας, ο Ουμπάλδο, ο άνθρωπος, πλάσμα της στεριάς.
Τότε η Ταμαλίντα ζήτησε από την Αρχινεράιδα της Θάλασσας να τη μεταμορφώσει σε άνθρωπο ώστε να μείνει για πάντα στο πλευρό του Ουμπάλδο. Η Αρχινεράιδα την προειδοποίησε πως μετά δεν θα μπορούσε να το μετανιώσει και να επιστρέψει στη μορφή της γοργόνας. Η Ταμαλίντα δέχτηκε και η ουρά της μετατράπηκε σε  πόδια ανθρώπου.
Εκείνο όμως που δεν ήξερε η Ταμαλίντα ήταν ότι ο Ουμπάλδο είχε ζητήσει από την Αρχινεράιδα της Στεριάς να τον μεταμορφώσει σε γοργόνο ώστε να είναι για πάντα στο πλευρό της. Η Αρχινεράιδα της Στεριάς τον προειδοποίησε πως δεν θα μπορούσε να το μετανιώσει και να επιστρέψει στην ανθρώπινη μορφή του. Ο Ουμπάλδο δέχτηκε και η Αρχινεράιδα της Στεριάς μετέτρεψε τα πόδια του σε ουρά ψαριού.
Τώρα πια η Ταμαλίντα ήταν ένα πλάσμα της στεριάς και ο Ουμπάλδο ένα πλάσμα της θάλασσας. Ο έρωτάς τους εξακολουθούσε να είναι ανέφικτος.
Η Ταμαλίντα και ο Ουμπάλδο στεναχωρήθηκαν. Και λυπημένοι καθώς ήταν, τους ήρθε η ιδέα. Πήγαν λοιπόν στην Αρχινεράιδα του Αέρα και της ζήτησαν να τους μεταμορφώσει σε πουλιά.
Η Ταμαλίντα και ο Ουμπάλδο, πλάσματα του αέρα πλέον, άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν πλάι πλάι.

Το ταξίδι του ποταμιού

Το ποτάμι γεννήθηκε ανάμεσα στις πέτρες και άρχισε να τρέχει. Η αποστολή του ποταμιού ήταν να φτάσει στη θάλασσα. Όμως το ποτάμι δεν είχε ούτε χάρτες, ούτε πυξίδα, και δεν ήξερε πώς να φτάσει στη θάλασσα. Τότε, μακριά, στα δεξιά του, είδε ένα δέντρο, κατευθύνθηκε προς αυτό και το ρώτησε:
«Θα μπορούσες να μου δείξεις από πού πάει κανείς στη θάλασσα;»
Το δέντρο απάντησε:
«Μμμ, δεν ξέρω. Ρώτα εκείνο εκεί το βράχο».
            Το ποτάμι κοίταξε στα αριστερά του και είδε το βράχο. Πήγε ως εκεί και τον ρώτησε:
«Θα μπορούσες να μου δείξεις από πού πάει κανείς στη θάλασσα;»
«Ιδέα δεν έχω», είπε ο βράχος.
Το ποτάμι συνέχισε την πορεία του, χωρίς να ξέρει καλά καλά αν ακολουθεί τη σωστή κατεύθυνση. Τότε, στα δεξιά του, είδε ένα σκίουρο. Πήγε να τον συναντήσει και τον ρώτησε από πού πηγαίνει κανείς στη θάλασσα, και ο σκίουρος του είπε ότι δεν ήξερε. Το ποτάμι συνέχισε την πορεία του, και μετά από λίγο είδε στα αριστερά του ένα λουλούδι, και ρώτησε το λουλούδι από πού πηγαίνει κανείς στη θάλασσα και το λουλούδι τού είπε ότι δεν ήξερε.
Και ρωτώντας ξανά και ξανά, μια μέρα το ποτάμι κατάφερε να φτάσει στη θάλασσα.
Γι’ αυτό τα ποτάμια δεν πηγαίνουν ευθεία και ακολουθούν ένα δρόμο γεμάτο στροφές. Γιατί πρέπει συνεχώς να ρωτούν τον έναν και τον άλλον από πού πηγαίνει κανείς στη θάλασσα.

Ο άνθρωπος-άγαλμα

Ο μίμος τυλίχτηκε με ένα λευκό μανδύα, τοποθέτησε ένα βάθρο στη μέση του δρόμου, ανέβηκε σ’ αυτό και παρέμεινε εντελώς ακίνητος, κάνοντας το άγαλμα, ώστε οι περαστικοί να θαυμάσουν το πόσο καλά το έκανε και να του ρίξουν μερικά κέρματα στο καπέλο. Οι περαστικοί έλεγαν:
«Τι ωραία που κάνει το άγαλμα! Δεν κουνιέται καθόλου! Ούτε καν ανοιγοκλείνει τα μάτια του!»
Πράγματι, ο μίμος ήταν απολύτως ακίνητος. Τόσο, που μερικοί έφτασαν να πιστέψουν πως επρόκειτο για αληθινό άγαλμα. Ακόμα και εκείνοι που δύσπιστοι, έφταναν να τον αγγίξουν, διαπίστωναν πως το σώμα του μίμου ήταν σκληρό σαν μάρμαρο. Το καπέλο του γέμισε νομίσματα.
Όμως η αλήθεια είναι πως ο μίμος ποτέ δεν είχε κάνει καλά το άγαλμα και στο καπέλο του ποτέ δεν έμπαιναν πολλά χρήματα. Εκείνη τη μέρα ο μίμος έκανε καλά το άγαλμα γιατί στο δρόμο είχε τόσο κρύο που ο μίμος πάγωσε και έμεινε κοκαλωμένος.
Το επόμενο πρωί, οι ακτίνες του ήλιου άρχισαν να τον ξεπαγώνουν. Το πρώτο που ξεπάγωσε ήταν το δεξί του χέρι. Ο μίμος τέντωσε το δεξί του χέρι προς το καπέλο και μάζεψε τα κέρματα.


Η μετάφραση είναι προϊόν του μαθήματος Λογοτεχνικής Μετάφρασης από τα ισπανικά στα ελληνικά που διδάσκει ο επίκουρος καθηγητής Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στο Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ. Συμμετείχαν οι φοιτητές Δημήτρης Δεληγιάννης, Μαρία Ζαφειράκη, Βικτωρία Ιωαννίδου, Δημήτρης Ιωάννου, Κορνηλία Κολύβα, Παναγιώτα Κουβέλη, Έλενα Κουνατίδου, Νόρα Μαλαματίδου, Κριστίνα Οθέτε Μοντόρο, Βερόνικα Πετρόνε, Νάνσυ Ρηγοπούλου, Σοφία Τερλιάμη, Κυριάκος Τσαχουρίδης, Γωγώ Χατζάκη.



Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

Contraseña, de Yanis Palavós

Contraseña
Durante dos veranos enteros, cuando iba al pueblo de vacaciones, robaba la red del vecino. Al principio la tenía abierta, sin clave. Cuando descubrió que alguien se la robaba, le puso contraseña. Un día, en la cafetería, le pregunté por su fecha de nacimiento, fingiendo que quería saber su signo zodiacal. Volví a casa y tecleé los números. Dos veranos estuve descargándome música. Incluso una tarjeta de felicitación pensé en mandarle por su cumpleaños. Hoy, 12 de junio de 2009, en cuanto me han dado permiso en el trabajo, he cogido el autobús para ir al pueblo. Llego y veo en la casa de enfrente un ataúd. Le hago señas a mi madre. «Lo pilló un coche», dijo. «Una injusticia, tan joven». Subí a mi habitación, encendí el ordenador y tecleé la contraseña: seguía funcionando.

Traducción: Cristina Ocete
Revisión: Equipo Proyecto GreQuerías

Yanis Palavós [Γιάννης Παλαβός] (Velvendos, Kozani, 1980). Estudió Periodismo en la Universidad Aristóteles de Salónica y Gestión Cultural en la Universidad de Pantio. Ha publicado las colecciones de relatos Αληθινή αγάπη και άλλες ιστορίες, (Intro Books, 2007) [Amor verdadero y otras historias] y Αστείο (Nefeli, 2013) [La broma]. Sus relatos han sido publicados en revistas como To Δέντρο, (Δέ)κατα, Εντευκτήριο y otras.

La traducción es producto de las clases de traducción literaria del español al griego y viceversa que imparte Konstantinos Paleologos en el Departamento de Filología Italiana de la Universidad de Aristóteles de Salónica.

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Εργαστήριο συλλογικής μετάφρασης ποίησης με την παρουσία του ποιητή Roberto Reséndiz Carmona


Στα τέλη Ιανουαρίου θα βρίσκεται στην Αθήνα ο ποιητής Roberto Reséndiz Carmona, από την πολιτεία Michoacán του Μεξικού. Το ΑΒΑΝΙCO και οι υπογράφοντες την πρόσκληση, εδώ και χρόνια δεν έχουμε πάψει να στηρίζουμε τη συλλογική μετάφραση, ειδικά στην ποίηση, όπου η πολλαπλότητα των ερμηνειών είναι επιθυμητή. Η παρουσία δε του ποιητή στην Αθήνα μας δίνει τη δυνατότητα οργάνωσης ενός ακόμη εργαστηρίου συλλογικής μετάφρασης παρουσία του δημιουργού, στοιχείο που είναι μια ακόμη εγγύηση για ένα καλό αποτέλεσμα αλλά και μια μοναδική εκπαιδευτική εμπειρία για έναν μεταφραστή, επαγγελματία ή εκπαιδευόμενο.

Η Πρεσβεία του Μεξικού στην Αθήνα οργανώνει στο ΑΒΑΝΙCO, το Σάββατο 24/1/2015 –ναι, παραμονή των εκλογών!–, από τις 18.30 έως τις 20.30, ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ. Συντονίζουν: Νίκος Πρατσίνης και Κωνσταντίνος Παλαιολόγος.

Δηλώστε το ταχύτερο συμμετοχή, εάν ενδιαφέρεστε, στην ηλεκτρονική διεύθυνση του ABANICO (
info@abanico.gr) το πολύ μέχρι τη Δευτέρα 19/1, στις 21.00.

Το εργαστήριο, για να είναι λειτουργικό, δεν μπορεί να απαρτίζεται από περισσότερα από 15 άτομα, για το λόγο δε αυτό, σε ό,τι αφορά την επιλογή, θα ακολουθηθεί το κριτήριο της προτεραιότητας στη δήλωση επιθυμίας συμμετοχής.

Σε όσους επιλεγούν θα σταλούν άμεσα δύο ποιήματα για να τα μεταφράσουν για το εργαστήριο, στο οποίο θα τα επεξεργαστούμε συλλογικά, με τη βοήθεια και του ποιητή. Το αποτέλεσμα θα απαγγελθεί σε εκδήλωση παρουσίασης του ποιητή, το Σάββατο, 24/1, στις 21.00.

Σας περιμένουμε,

Νίκος Πρατσίνης, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος 


Μερικά σάιτς για να πάρετε μια εικόνα για τον ποιητή και το έργο του:

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Μικροδιήγημα και συλλογική μετάφραση, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

Ένα μυθιστόρημα για να θεωρηθεί επιτυχημένο, λένε κάποιοι, πρέπει να περιέχει απαραιτήτως τα εξής συστατικά: σεξ, απιστία, μυστήριο, αίμα, ήρωες ευγενικής καταγωγής και αναφορές στα θεία. Σύμφωνα με αυτή τη συνταγή, το πιο «συμπυκνωμένο» μυθιστόρημα θα ήταν το εξής: «Θεέ μου!!!, είπε η μαρκησία, θα με σκοτώσει ο άντρας μου: είμαι έγκυος και δεν ξέρω από ποιον…».  Μα μυθιστόρημα με 18 λέξεις; θα αναρωτηθείτε δικαίως. Η απάντηση είναι, φυσικά, «όχι», η τηλεγραφική αφήγηση των περιπετειών της μαρκησίας δεν ανήκει σε κανένα λογοτεχνικό είδος, είναι ένα αμφιβόλου γούστου αστείο, που όμως μας βοηθάει να διακρίνουμε τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ μυθιστορήματος και βραχείας αφήγησης, διαφορά που δεν έγκειται τόσο στην έκταση όσο στις προθέσεις τους: το μυθιστόρημα είναι ένα σύμπαν, φιλοδοξεί, ακόμα και στην υποτιθέμενη περίπτωση που δεν θα ξεπερνούσε τις δύο αράδες, να συμπεριλάβει τα πάντα, αντιθέτως η βραχεία αφήγηση στην ιδανική μορφή της δεν θα συμπεριλάμβανε τίποτα, θα άφηνε τα πάντα στη δημιουργική φαντασία του αναγνώστη, αφού τα καθοριστικά στοιχεία που την προσδιορίζουν (πλην της αφηγηματικότητας) είναι η ελλειπτικότητα και η αφαιρετικότητα (λέξεις, περιέργως, μακροσκελείς και οι δύο).
«Εκ πρώτης όψεως, η ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού φαίνεται να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια του μεγάλου μεγέθους», έλεγε ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης παρουσιάζοντας, το Δεκέμβριο του 2012, την ανθολογία ισπανόφωνου μικροδιηγήματος Mini71cuentos, μια ανθολογία που έχει «τροφοδοτήσει» με σειρά μεταφράσεων το ιστολόγιο Μπονζάι- Πλανόδιον. «Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά – παράλληλα με την κατασκευή της αισθητικής και της ηθικής του μεγάλου μεγέθους, υπάρχει η ταυτόχρονη, και αντιστρόφως ανάλογη, εξέλιξη της αφήγησης του μικρού».
Μπορεί πράγματι η μικρή σε έκταση αφήγηση να έρχεται από το παρελθόν, από τις καταβολές όλων των σημαντικών πολιτισμών, και να παρουσιάζει αδιάρρηκτη συνέχεια στο χρόνο, ποτέ όμως δεν είχε γνωρίσει την εκπληκτική διάδοση της εποχής μας στην οποία, βεβαίως, παίζουν καταλυτικό ρόλο οι νέες τεχνολογίες. Για τις μαζικές διαστάσεις που έχει λάβει η συγγραφή μικροδιηγημάτων είναι ενδεικτική η παρακάτω πληροφορία: το 2013, στον ΙΙΙ Διεθνή Διαγωνισμό Μικροδιηγήματος Museo de la Palabra που διοργάνωσε το ισπανικό ίδρυμα César Egido Serrano συμμετείχαν 22.571 μικροδιηγήματα από 119 χώρες!  
Στις ισπανόφωνες χώρες το minicuento (αλλιώς minirrelato, minificción, microrrelato, microficción, nanocuento, relato mínimo κ.λπ.), εμφανίζεται με λογοτεχνικές φιλοδοξίες περί τα τέλη του 19ου αιώνα για να γνωρίσει εκπληκτική άνθηση προϊόντος του 20ού αιώνα. Ανάμεσα στους συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το είδος ξεχωρίζουμε τους Ρουμπέν Νταρίο, Βισέντε Ουϊδόμπρο, Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Αδόλφο Μπιόι Κασάρες, Χούλιο Κορτάσαρ, Εδουάρδο Γκαλεάνο κ.ά., όλοι τους συγγραφείς πρώτης γραμμής που άλλαξαν την ιστορία της σύντομης αφήγησης παγκοσμίως.
            Εδώ και μια δεκαετία περίπου έχω επιλέξει αυτό το λογοτεχνικό είδος με τις βαθιές ρίζες στην ισπανόφωνη λογοτεχνία για τα εργαστήρια λογοτεχνικής μετάφρασης που διοργανώνω και συντονίζω στο ΑΠΘ, το ΕΚΠΑ, το ΕΚΕΜΕΛ ή το Abanico για δύο λόγους: επιτρέπει την ενασχόληση στο πλαίσιο του ίδιου εργαστηρίου με πολλά λογοτεχνικά ύφη και προσφέρει τη δυνατότητα ύπαρξης τελικού συλλογικού αποτελέσματος εντός λογικού χρονικού πλαισίου.                    
Ας δούμε, ως παράδειγμα, της «πάλης» με τις λέξεις μέχρι τη συλλογική εκδοχή τη μεταφραστική «περιπέτεια» του μικροδιηγήματος «Tras la pared» του ισπανού συγγραφέα Όσκαρ Σιπάν. Οι εκδοχές 1, 2 και 3 ανήκουν σε σπουδαστές του εργαστηρίου, ενώ η 4η είναι η τελική εκδοχή:

Tras la pared
Los oígo copular a todas horas, tras la pared de mi habitación. Quizás debí emparedarlos por separado.
                      
Εκδοχή 1: Πίσω από τον τοίχο
Τους ακούω που πηδιούνται ανά πάσα στιγμή, πίσω από τον τοίχο του δωματίου μου. Ίσως έπρεπε να τους εντοιχίσω χωριστά.
                                                                                                               
Εκδοχή 2: Πίσω απ’ τον τοίχο
Τους ακούω να συνουσιάζονται συνεχώς, πίσω απ’ το τοίχο του δωματίου μου. Ίσως έπρεπε να τους εντοιχίσω χωριστά.

Εκδοχή 3: Πίσω από τον τοίχο
Τους ακούω να το κάνουν όλη την ώρα, πίσω από τον τοίχο του υπνοδωματίου μου. Ίσως να έπρεπε να τους εντοιχίσω ξεχωριστά.
                  
Εκδοχή Τελική: Πίσω από τον τοίχο
Τους ακούω να συνουσιάζονται όλη την ώρα, πίσω από τον τοίχο του δωματίου μου. Ίσως έπρεπε να τους είχα εντοιχίσει χώρια.
                                                           
Στις αρχές του 2010 αναζητώντας μέσο για τη δημοσίευση ορισμένων ισπανικών μικροδιηγημάτων που είχαμε μεταφράσει με τις σπουδάστριές μου του ΕΚΕΜΕΛ, ήρθα, μέσω μιας κοινής φίλης, της Μαρίας Σπυριδοπούλου, σε επαφή με τον Γιάννη Πατίλη που ετοίμαζε, εκείνη την εποχή, το Ιστολόγιο. Θυμάμαι ότι το πρώτο μικροδιήγημα που μας δημοσίευσε ήταν «Η μεταμόρφωση» του Αλμπέρτ Γκαρσία Ελένα, στις 7 Απριλίου του 2010. Ακολούθησαν δεκάδες δημοσιεύσεις μεταφράσεων, ατομικών και συλλογικών, από τα ισπανικά και τα καταλανικά.
Τις προάλλες διέτρεξα ξανά όλα, κυριολεκτικά όλα, αυτά τα κείμενα και σκέφτηκα πως μεταφραστές και συγγραφείς, είμαστε πολύ τυχεροί που βρήκαμε στο πρόσωπο του Πατίλη κάποιον που μας ένωσε σε ένα συλλογικό μικρο-υπερκείμενο. Τον ευχαριστούμε και συνεχίζουμε για το Ιστορίες Μπονζάι ’15...



Κείμενο που διαβάστηκε στις 9 Ιανουαρίου 2015 κατά την παρουσίαση του βιβλίου Ιστορίες Μπονζάι ’14 (επιμ. Γιάννης Πατίλης και Ηρώ Νικοπούλου) στο χώρο των Εκδόσεων Γαβριηλίδης.

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Ada Salas, Poemas / Άδα Σάλας, Ποιήματα


No duerme el animal que busca
su alimento. Huele
y está tan lejos todavía
el aire de su presa.
Y vagará en la noche.
Con la sola certeza de su hambre.
Ciego

porque una vez ya supo

de ese breve temblor
bajo su zarpa.



Δεν κοιμάται το ζώο που αναζητά
την τροφή του. Οσμίζεται
αλλά είναι πολύ μακριά ακόμα
ο αέρας του θηράματός του.
Και θα περιπλανηθεί μες τη νύχτα.
Έχοντας μόνο τη βεβαιότητα της πείνας του.
Τυφλό

γιατί κάποτε ένοιωσε

εκείνο το αδιόρατο τρέμουλο
κάτω από τα νύχια του.


~~~


Es una piedra y mira
el tránsito ligero de las nubes
la curva de las ramas
la imposible
geometría del pájaro.

Es una piedra y muda
mira

la secreta impostura de todo movimiento.


        (De Lugar de la derrota, 2003)



Είναι μια πέτρα και κοιτά
τα σύννεφα να περνούν ανάλαφρα
το κύρτωμα των κλαδιών
την ανέφικτη
γεωμετρία του πουλιού.

Είναι μια πέτρα που βουβή
κοιτά

τη μυστική απάτη της κάθε κίνησης.


(Από τη συλλογή Τόπος της ήττας, 2003)


~~~


Otros han transitado este desierto.
A tu derecha has visto
los despojos de un hombre
calcinado de sed. A tu izquierda
dejaste
a una mujer que aún
ardía en el delirio.
De muchos
escuchaste
palabras que alentaron
tu larga travesía.
De todos
aprendiste
que no hay rumbo posible.

Puede ser que las bestias acaben con tu cuerpo
o que el miedo te coma
y pretendas
volver
como si nunca hubieras emprendido el viaje.

El final será el mismo.

Así que no lamentes
la infinita distancia
el plomo inquebrantable que dibuja el silencio
y que nunca se acerca.

Si desfalleces
mira
a los ojos del buitre.

Habrás dejado
al menos
razón de tus cenizas.



Και άλλοι έχουν διαβεί αυτή την έρημο.
Στα δεξιά σου αντίκρισες
τα απομεινάρια ενός άντρα
απανθρακωμένου από τη δίψα. Στα αριστερά σου
άφησες
μια γυναίκα που ακόμα
φλεγόταν από παραφορά.
Από πολλούς
άκουσες
λόγια που σού ’διναν κουράγιο
στον ατέλειωτο δρόμο.
Από όλους
έμαθες
πως όλοι οι δρόμοι είναι αδύνατοι.

Είναι πιθανό τα θηρία να αφανίσουν το κορμί σου
ή να σε κατασπαράξει ο φόβος
και να θελήσεις
να επιστρέψεις
σαν να μην είχες ποτέ κινήσει γι’ αυτό το ταξίδι.

Το τέλος θα είναι το ίδιο.

Γι’ αυτό μην θρηνείς
για την ατέλειωτη απόσταση
για το άφθαρτο μολύβι που σχηματίζει η σιωπή
και που ποτέ δεν πλησιάζει.

Αν καταρρεύσεις
κοίτα
κατάματα τον γύπα. 

Θα έχεις αφήσει πίσω σου
τουλάχιστον
την ανάμνηση της στάχτης σου.


~~~


Muchos años temblé bajo las sábanas
y era aquélla la forma del silencio y del miedo
oh negra soledad. Han cambiado
las cosas. No hace ruido
la noche
y consuelo a mi hija
-aunque algo de muy lejos traiciona
mis palabras-. Pero no calla el curso
oscuro
del sentido. Alguien clavó
entonces
una aguja en su centro.


No duerme el corazón.



Πολλά χρόνια έτρεμα κάτω από τα σεντόνια
και ήταν εκείνο το σχήμα της σιωπής και του φόβου
ω μαύρη μοναξιά. Έχουν αλλάξει
τα πράγματα. Δεν κάνει θόρυβο
η νύχτα
και παρηγορώ την κόρη μου
–αν και κάτι από πολύ μακριά προδίδει
τις λέξεις μου–. Δεν σωπαίνει, όμως, η σκοτεινή
ροή
του νοήματος. Κάποιος κάρφωσε
τότε
μια βελόνα στο κέντρο του.

Δεν κοιμάται η καρδιά.


~~~


Estaba el anillo de la noche solemnemente puesto en mi dedo
                                                         
 Sophia de Melho Breyner


Yo entraba hasta la casa de la noche.
Me daba de beber
de su limpia placenta.
Con su lengua
curaba
la herida supurante
de la alucinación
el azul lejanísimo
que ardía
como piedra
en el centro del centro de detrás
de mis ojos.
Yo yacía a sus pies
y no era su trofeo.
No era madre ni diosa.
Era una soledad más sabia
que la mía
y en ella me deshice
tantas veces.

Se ha cerrado la noche.

Se ha cerrado la sombra
y vago

como una bestia exhausta

delante de las puertas de su reino.

                    (De Esto no es el silencio, 2008)



Ήταν το δαχτυλίδι της νύχτας με επισημότητα περασμένο στο δάχτυλό μου
Σοφία ντε Μέλο Μπρέινερ


Διέσχιζα εγώ το κατώφλι του σπιτιού της νύχτας.
Μου έδινε να πιω
από τον καθαρό της πλακούντα.
Με τη γλώσσα της
γιάτρευε
την πυώδη πληγή
της παραίσθησης
το απόμακρο γαλάζιο
που φλεγόταν
σαν πέτρα
στο κέντρο του κέντρου πίσω
από τα μάτια μου.
Εγώ κειτόμουν στα πόδια της
αλλά δεν ήμουν το τρόπαιό της.
Δεν ήταν ούτε μητέρα ούτε θεά.
Ήταν μια μοναξιά πιο σοφή
από τη δική μου
και μέσα της χάθηκα
τόσες φορές.

Έκλεισε η νύχτα.

Έκλεισε η σκιά
και περιπλανιέμαι

σαν εξαντλημένο θηρίο

μπροστά στις πόρτες του βασιλείου της.

(Από τη συλλογή Αυτό δεν είναι η σιωπή, 2008)


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ



Η Άδα Σάλας (Ada Salas) γεννήθηκε στο Κάθερες το 1965. Το 1987 κέρδισε το βραβείο «Juan Manuel Rojas» για την ποιητική της συλλογή Arte y memoria del inocente (έκδοση του Πανεπιστημίου της Εξτρεμαδούρα, 1988). Το 1988 πήρε το πτυχίο της στην Ισπανική Φιλολογία από το Πανεπιστήμιο της Εξτρεμαδούρα. Την περίοδο 1990-92 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Ανζέ (Γαλλία). Από το 1992 διαμένει στη Μαδρίτη, όπου εργάζεται ως καθηγήτρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το βιβλίο της Variaciones en blanco (Εκδόσεις Hiperión, 1994) απέσπασε το 9o Βραβείο ποίησης «Hiperión». Το 1997 εξέδωσε την ποιητική συλλογή La sed και το 2003 Lugar de la derrota (και οι δύο συλλογές από τις εκδόσεις Hiperión). Έχει εκδώσει ένα βιβλίο με στοχασμούς της περί της ποιητικής γραφής: Alguien aquí (Hiperión, 2005). Το βιβλίο της Esto no es el silencio κέρδισε το 15o Βραβείο «Ciudad de Córdoba-Ricardo Molina». Το 2009 οι εκδόσεις Hiperión εξέδωσαν, υπό τον τίτλο No duerme el animal, το σύνολο του ποιητικού της έργου από το 1987 έως το 2003. Τελευταίο της βιβλίο, Limbo y otros poemas (εκδόσεις Pre-Textos, 2013).