Τρίτη 22 Αυγούστου 2023

Entrevistando a Esther Andradi / Συνέντευξη με την Εστέρ Αντράδι

 

Konstantinos Paleologos entrevistando a Esther Andradi

(primavera de 2023)

 

K.P.: ¿Cuándo se interesó por la minificción? ¿Cuáles fueron sus primeras lecturas en este género?

 

E. A.: La poesía, y en especial las brevedades, me atrajeron siempre como lectora. Esos textos mínimos que se escriben desde el comienzo de la literatura y que hasta hace pocas décadas eran “inclasificables”. El libro de los seres imaginarios de Jorge Luis Borges, los Cronopios de Julio Cortázar, A descoberta do mundo de Clarice Lispector,  La sueñera de Ana María Shua, Einbahnstrasse de Walter Benjamin, Le città invisibili de Ítalo Calvino... la enumeración es insuficiente. Escribí un libro entero dedicado a las comidas titulado Come éste es mi cuerpo inspirada en la lectura de La feria de Juan José Arreola, y con mucha ilusión se lo di al poeta Abelardo Oquendo, editor de Mosca Azul, en Lima, donde yo vivía entonces. Lo leyó con gran cariño pero en aquellos tiempos, estoy hablando de los ochenta, las editoriales sólo buscaban novelas... así que niet. Tuve que esperar varios años para que el poeta argentino Víctor Redondo se entusiasmara con él y lo publicase en la colección de poesía de su editorial Último Reino. Pero yo sabía que lo mío no era ni poesía ni eso que llaman prosa poética. Eran brevedades, miniaturas.  Mucho más tarde me enteré que lo que a veces escribía era un género per sé: el microrrelato.

 

K.P.: Háblenos, por favor, de Microcósmicas, ¿cuál es la idea detrás de este libro?

 

E.A.: En Microcósmicas trato de dar voz a quienes no la tienen, o si la tuviesen, parecemos incapaces de escucharla, y menos aun traducirla y entenderla. Me refiero a los seres vivos no humanos, del reino animal, vertebrados e invertebrados, y a los seres del reino vegetal. Intento encontrar una voz que registre, en primera persona, las intervenciones humanas en esos reinos. Intervenciones que, a través de manipulaciones genéticas o químicas por ejemplo, tratan de homogeneizar y privatizar la diversidad de la vida, reduciéndola a un par de ejemplares, despreciando la impresionante pluralidad que ofrece la naturaleza. Muchas variedades ancestrales de cereales, como la quinua, o el maíz, y tubérculos como la papa, son ejemplos de esta manipulación. Prefiero imaginar la resistencia de estos seres, y su rebeldía frente a la mezquindad humana, porque persiste la memoria de su raíz sobre esta tierra. ¿Acaso esa memoria encierre el secreto y la esperanza de un futuro mejor para el planeta...?

Detrás de la imagen apacible de una paloma tal vez está el dinosaurio que no se ha extinguido, tiene colmillos, y vuela. Y cualquier hierba “doméstica”, cuyas briznas encierran el placer del aderezo de un buen guiso, pudo haber sido la reina de la jungla en un pasado remoto. Cada cuerpo contiene el secreto de la especie. Cada una, cada uno, tiene un caos en su origen.

 

K.P.: La últimas décadas la minificción argentina, escrita por mujeres (Luisa Valenzuela, Nélida Cañas, Ana María Shua, etc.), está de rabiosa actualidad, ¿cuáles son las causas de este florecimiento, según su opinión?

 

E.A.: En microficción, novela, poesía, cuento, teatro, ensayo... en todos los géneros literarios y en las artes en general, hay una presencia vibrante de mujeres. Pero no solo es cantidad: es calidad y vanguardia lo que producen. Siempre las ha habido, pero en las últimas décadas es la visibilización de las escritoras lo que ha cambiado. La lectura siempre se ha caracterizado por tener una mayoría femenina, pero durante años las lectoras preferían escritores. Con el auge del feminismo y la movilización de inmensos grupos de mujeres de diferentes sectores sociales en pro de sus derechos, hay un vuelco en la mirada, las lectoras leen vorazmente a sus congéneres, que a la vez florecen en el pensamiento, la literatura, las artes y todos los ámbitos de la cultura. Las mujeres que se destacan ya no son la excepción. Ya era hora que esto comenzara a notarse. 

 

K.P.: El público lector griego va a leer, traducidas de manera colectiva al griego por estudiantes de la Universidad Aristóteles de Salónica, algunas de las historias de Microcósmicas («El laberinto», «Lo más profundo es la piel», «Híbrido» y «Mañana») ¿alguna advertencia sobre estas 4 historias en concreto?

 

E. A.: Advertencias ninguna, que las disfruten al leerlas como yo al escribirlas. Y que encuentren todas las lecturas posibles, que ahí está el secreto de la microficción, más que en cualquier otro género literario, la lectura como ejercicio creativo y como continuidad de la escritura. Y es muy gratificante que así sea. Pero sí quiero decirles que «El laberinto» fue inspirada por nuestra siamesa, un ser bello y sabio que acompañó a mi familia casi dos décadas, y que un día decidió dar el gran salto, dejándonos en la confusión y el dolor. Necesitamos un tiempo para entender que nos daba así la libertad de empezar a crecer por nuestra cuenta, como toda buena, excelsa madre. Que «El laberinto», con la impronta de la sabiduría de Mitzi sea una de las historias elegidas, es el mejor de los augurios.

 

K.P.: Muchas gracias.

 

E.A.: ¡Gracias!

 


>.<>.<>.<

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΕΣΤΕΡ ΑΝΤΡΑΔΙ ΣΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ

(άνοιξη του 2023)

 

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος: Πότε αρχίσατε να ενδιαφέρεστε για τη μικροαφήγηση; Ποια ήταν τα πρώτα διαβάσματά σας σε αυτό το είδος;

 

Εστέρ Αντράδι: Η ποίηση και τα σύντομα είδη λογοτεχνίας, πάντα μού τραβούσαν την προσοχή ως αναγνώστρια∙ τα συντομότατα εκείνα κείμενα που υπάρχουν από τις απαρχές ήδη της λογοτεχνίας και που μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες ήταν «αταξινόμητα». Το βιβλίο των φανταστικών όντων του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, το Ιστορίες των Κρονόπιο και των Φάμα του Χούλιο Κορτάσαρ, το A descoberta do mundo της Κλαρίσε Λισπέκτορ, η Ονειροπαγίδα της Άνα Μαρία Σούα, ο Μονόδρομος του Βάλτερ Μπένγιαμιν, Οι αόρατες πόλεις του Ίταλο Καλβίνοκαι παραλείπω πολλά ακόμα. Έγραψα ένα βιβλίο αφιερωμένο στα γεύματα με τίτλο Come, éste es mi cuerpo [Φάγετε, τούτο μου εστι το Σώμα μου], εμπνευσμένο από το διάβασμα του La feria του Χουάν Χοσέ Αρεόλα και με μεγάλο ενθουσιασμό το έδωσα στον ποιητή Αμπελάρδο Οκέντο, ιδιοκτήτη του εκδοτικού οίκου «Mosca Azul», στη Λίμα, όπου ζούσα εκείνη την εποχή. Το διάβασε με πολλή αγάπη, αλλά εκείνη την εποχή, μιλάω για τη δεκαετία του ’80, οι εκδότες έψαχναν μόνο για μυθιστορήματα, έτσι, λοιπόν, νιέτ. Έπρεπε να περιμένω αρκετά χρόνια για να ενθουσιαστεί ο αργεντινός ποιητής Βίκτορ Ρεδόνδο και να το δημοσιεύσει στη σειρά ποίησης του εκδοτικού του οίκου Último Reino. Εγώ όμως ήξερα ότι η λογοτεχνία μου δεν ήταν ούτε ποίηση ούτε αυτό που λένε ποιητική πεζογραφία. Ήταν μικρομυθοπλασία, μινιατούρα. Πολύ αργότερα, ανακάλυψα ότι αυτό που έγραφα πού και πού ήταν ένα είδος από μόνο του: το μικροδιήγημα.

 

Κ.Π.: Μιλήστε μας, σας παρακαλώ, για το Microcósmicas, ποια είναι η ιδέα που κρύβεται πίσω από το βιβλίο;

 

Ε. Α.: Στο Microcósmicas προσπαθώ να δώσω φωνή σε όσους δεν έχουν, ή αν την έχουν, είμαστε ανίκανοι να την ακούσουμε, και ακόμη λιγότερο να τη μεταφράσουμε και να την κατανοήσουμε. Αναφέρομαι σε μη ανθρώπινα έμβια όντα από το ζωικό βασίλειο, σπονδυλωτά και ασπόνδυλα, και σε όντα από το φυτικό βασίλειο. Προσπαθώ να βρω μια φωνή που να καταγράφει, σε πρώτο πρόσωπο, τις ανθρώπινες παρεμβάσεις σε αυτά τα βασίλεια. Παρεμβάσεις που, για παράδειγμα, μέσω γενετικών ή χημικών χειρισμών, προσπαθούν να ομογενοποιήσουν και να ιδιωτικοποιήσουν την ποικιλομορφία της ζωής, περιορίζοντας την σε ελάχιστα δείγματα, αδιαφορώντας για την εντυπωσιακή πληθώρα ειδών που προσφέρει η φύση. Πολλές πανάρχαιες ποικιλίες δημητριακών, όπως η κινόα ή το καλαμπόκι, και κονδύλων, όπως οι πατάτες, είναι παραδείγματα αυτής της χειριστικής συμπεριφοράς. Προτιμώ να φαντάζομαι την αντίσταση αυτών των όντων και την εξέγερσή τους ενάντια στην ανθρώπινη μικροπρέπεια, γιατί η μνήμη των ριζών τους εξακολουθεί να υφίσταται σε τούτη εδώ τη γη. Μήπως αυτή η μνήμη περιέχει το μυστικό και την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον για τον πλανήτη;

Πίσω από την ειρηνική εικόνα ενός περιστεριού βρίσκεται ίσως ο δεινόσαυρος που δεν έχει εξαφανιστεί, έχει κυνόδοντες και πετάει. Και κάθε «οικιακό» βότανο, που αλεσμένο δίνει υπέροχη νοστιμιά σε ένα καλό μαγειρευτό, θα μπορούσε να ήταν η βασίλισσα της ζούγκλας στο μακρινό παρελθόν. Κάθε σώμα περιέχει το μυστικό του είδους του. Καθεμία μας, καθένας μας, κατάγεται από ένα χάος.

 

Κ.Π.: Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η αργεντινή μικροαφήγηση που γράφεται από γυναίκες (Λουίσα Βαλενσουέλα, Νέλιδα Κάνιας, Άνα Μαρία Σούα κ.ά.) βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι αιτίες αυτής της άνθησης;

 

Ε.Α.: Στη μικρομυθοπλασία, στο μυθιστόρημα, στην ποίηση, στο διήγημα, στο θέατρο, στο δοκίμιο... σε όλα τα λογοτεχνικά είδη αλλά και γενικότερα στις τέχνες, υπάρχει εντονότατη παρουσία γυναικών. Αλλά δεν είναι μόνο η ποσότητα: οι γυναίκες παράγουν ποιότητα και πρωτοπορία. Πάντα υπήρχαν γυναίκες δημιουργοί, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες έχει βελτιωθεί η ορατότητα των γυναικών συγγραφέων. Η ανάγνωση ανέκαθεν ήταν γυναικεία υπόθεση, αλλά για χρόνια οι γυναίκες αναγνώστριες προτιμούσαν άντρες συγγραφείς. Με την άνοδο του φεμινισμού και την κινητοποίηση τεράστιων ομάδων γυναικών από διαφορετικούς κοινωνικούς τομείς υπέρ των δικαιωμάτων τους, παρατηρείται μια αλλαγή στο βλέμμα: οι αναγνώστριες διαβάζουν πια αδηφάγα γυναίκες, οι οποίες πλέον ανθίζουν στον δοκιμιακό λόγο, στη λογοτεχνία, στις τέχνες και σε όλους τους τομείς του πολιτισμού. Οι γυναίκες που ξεχωρίζουν δεν αποτελούν πλέον την εξαίρεση. Ήταν καιρός να αρχίσει να γίνεται αντιληπτό αυτό.

 

Κ.Π.: Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό πρόκειται να διαβάσει, σε ομαδική μετάφραση στα ελληνικά, τέσσερα από τα μικροδιηγήματα  του MicrocósmicasΟ λαβύρινθος», «Το πιο βαθύ είναι το δέρμα», «Υβρίδιο» και «Αύριο»), θα θέλατε να του δώσετε κάποια συγκεκριμένη πληροφορία για αυτές τις τέσσερις ιστορίες;

 

Ε.Α.: Ελπίζω το ελληνικό κοινό να περάσει καλά διαβάζοντάς τα όπως έκανα εγώ όταν τα έγραφα. Και ελπίζω να ανακαλύψουν όλες τις πιθανές αναγνώσεις, γιατί εκεί κρύβεται το μυστικό της μικρομυθοπλασίας, περισσότερο από κάθε άλλο λογοτεχνικό είδος: στην ανάγνωση ως άσκηση δημιουργίας και ως συνέχεια της γραφής. Και αυτό είναι κάτι το ιδιαίτερα γόνιμο. Θέλω μόνο να σας πω ότι «Ο λαβύρινθος» είναι εμπνευσμένος από τη σιαμέζα γάτα μας, ένα όμορφο και σοφό πλάσμα που συντρόφευε την οικογένειά μου για σχεδόν δύο δεκαετίες, και που μια μέρα αποφάσισε να κάνει το μεγάλο άλμα, αφήνοντάς μας ανάστατους και πονεμένους. Χρειαστήκαμε χρόνο για να καταλάβουμε ότι αυτό μας έδωσε την ελευθερία να αρχίσουμε να μεγαλώνουμε αυτόνομοι πια, όπως κάνει μια καλή, μια έξοχη μητέρα. Το γεγονός ότι «Ο λαβύρινθος», με το αποτύπωμα της σοφίας της Μίτσι, είναι μια από τις ιστορίες που επιλέχθηκαν προς μετάφραση, είναι ο καλύτερος οιωνός.

 

Κ.Π.: Σας ευχαριστώ πολύ!

 

Ε.Α.: Εγώ σας ευχαριστώ!

 

Μετάφραση συνέντευξης: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος