Τρίτη 9 Ιουλίου 2024

Βιβλιοκριτική της Μαρίας Τοπάλη για το Οι λίμνες της Βόρειας Αμερικής του José Daniel Espejo

 

Ποίηση λαϊκή και ποπ από την Ισπανία

 

 

Μαρία Τοπάλη

02.07.2024 • Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 

ΧΟΣΕ ΝΤΑΝΙΕΛ ΕΣΠΕΧΟ
Οι λίμνες της Βόρειας Αμερικής
μετάφραση – πρόλογος: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
επίμετρο: Ντανιέλ Χ. Ροντρίγκεθ
εκδ. Librofilo&CO, σελ. 112


Είναι της μόδας η αυτοβιογραφία ως λογοτεχνικό είδος. Παλιότερα είχαμε και την ποίηση-εξομολόγηση (μεγάλο μέρος ποιητ(ρι)ών στην Ελλάδα τη συνεχίζουν μέχρι σήμερα). Ενώ όμως η εξομολογητική ακράτεια θέτει τις αναγνωστικές αντοχές μας σε δοκιμασία, η αυτοσκηνοθεσία που καθιστά την ποιήτρια/τή μάρτυρα, μας κάνει ηδονοβλεψίες. Στην περίπτωση του Εσπέχο η φωνή που μιλάει στο ποίημα αφηγείται στιγμές από την καθημερινότητα ενός νεαρού χήρου που μεγαλώνει μονάχος του δυο παιδιά, εκ των οποίων το ένα αυτιστικό, στην ισπανική επαρχία. Κάτι ακριβό, σπάνιο και μοναδικό μάς αποκαλύπτεται. Γινόμαστε κοινωνοί μυστικού. Ο Εσπέχο (γεν. 1975), που με αυτό το βιβλίο απέσπασε δίκαια διακρίσεις και κέρδισε δημοφιλία, αποδεικνύεται μάστορας στην ποίηση-μαρτυρία και έτσι κερδίζει την παρτίδα. Πώς το κάνει; Αν αποπειραθώ να διατυπώσω μια γενική κρίση, αυτή θα συνίσταται στο ότι η ποίηση του Εσπέχο, όπως και του Κάρβερ και του Νόουλαν, αφενός βρίσκεται σε ειρήνη με τη ζωή, στην οποία καταφάσκει, ακόμη και στις πιο δύσβατες εκδοχές της, αφετέρου δεν τσιγγουνεύεται τα τεχνάσματα. Η εξεγερμένη φωνή δεν διαλύει αλλά συνθέτει, με επινοήσεις και με μια γερή δόση χιούμορ, αποβαίνοντας τρυφερή και παρήγορη, παρά τη σκληρότητα του βιωματικού υλικού.

Στο σπονδυλωτό ποίημα «Η Μ. & ΕΓΩ», η φωνή που μιλάει στο ποίημα, όπως σε όλα τα ποιήματα της υπό συζήτηση συλλογής, μας προτρέπει ρητά να την ταυτίσουμε με τον Χοσέ Ντανιέλ Εσπέχο, τον βιβλιοπώλη και ποιητή από τη Μούρθια. Διηγείται ότι οι φίλες της κοπέλας του την συμβούλευαν: «μην επιτρέψεις να μεγαλώσει η κόρη σου σ’ εκείνο το σπίτι». Επειδή βέβαια κάθε φράση διαβάζεται μέσα σε σύνθετα συμφραζόμενα, ίσως πολλές και πολλοί από εμάς, που είμαστε κάπως εξοικειωμένες/οι με τον Λόρκα, θα ακούσουμε αυτή τη φράση να λέγεται από έναν χορό γυναικών με συγκεκριμένο τόνο και ύφος. Ίσως μεταφέρουμε κιόλας τη σκηνή σε μια καφετέρια της ελληνικής επαρχίας, σε μια πλατεία όπου οι νέες γυναίκες πίνουν φρέντο, καπνίζουν και δίνουν συμβουλές στη φίλη τους. Κι ύστερα, σιγανή και μπάσα και αρκετά αποφασισμένη, ακούγεται η «απάντηση» της ανδρικής φωνής: «και δεν ξέρω για ποιο λόγο έβαλα αυτή τη φράση σ’ ένα συρτάρι,/ μέσα στο σκοτάδι μέχρι τώρα σαν παραμορφωτικός καθρέφτης,/ που προκαλεί φόβο γιατί δεν ξέρεις τι πρόκειται να δεις,/ όταν κοιταχτείς, ή σαν υπερβολικά διαυγής, το ίδιο κάνει/ και τώρα κοιτάζομαι και εξακολουθώ να μην βλέπω καλά/ (Σε τι αναφερόταν; Στον αυτισμό; Στις φροντίδες;/ Στα παιδιά ή στον πατέρα; Στην φτώχεια; Στην αθλιότητα; )/ το είδωλό μας στην αντανάκλαση. Θα ψευδόμουν αν έλεγα/ πως πλέον δεν τρέμω όταν κοιτάζω/ αλλά μερικές φορές κοιτάζω». Σκέφτομαι ότι μόνον η ποίηση και τα αστυνομικά μπορούν να φέρουν τόσο άμεσα και τόσο καλά αποτελέσματα όσον αφορά τη γρήγορη διάσχιση των συνόρων. Μήπως υπάρχει ακόμη και σήμερα ένα στοιχείο λαϊκό, ένα στοιχείο ποπ στα βάθη της ποίησης και χρειάζεται κάποιος σαν τον Εσπέχο για να το ανασύρει;

Διαβάζω λίγους στίχους από το ποίημα «Αστέρι» (στο τέλος του βιβλίου): «Θα πάω να σηκωθώ και το παιδί μου θ’ αρχίσει να ταράζεται,/ θα πεινάει, αλλά αυτό το φως/ κι αυτή η εστία θα ανάψουν/ σε κάποιο μέρος μακριά πιο μακριά/ από τα όρια αυτού του βιβλίου με ποιήματα». Συναντάμε μέσα μας ένα παιδί που, κι αν δεν είναι αυτιστικό, βρίσκεται χαμένο σε έναν πολύ ζόρικο λαβύρινθο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου