Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Βιβλιοκριτική της Διώνης Δημητριάδου για το Είκοσι ποιήματα για να διαβαστούν στο τραμ του Oliverio Girondo


 Μια ποιητική αναγνωστική πρόκληση


Είκοσι ποιήματα για να διαβαστούν στο τραμ του Oliverio Girondo, Eισαγωγή και επιμέλεια μετάφρασης, από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, Eκδόσεις Σαιξπηρικόν

Πρόκειται για μια συλλογή είκοσι ποιημάτων του Ολιβέριο Χιρόντο (Oliverio Girondo, Veinte poemas para ser leídos en el tranvía), η μετάφραση των οποίων είναι μια συλλογική δουλειά, προϊόν του εργαστηρίου λογοτεχνικής μετάφρασης στο οποίο δίδαξε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στο Κέντρο Ισπανικής και Πορτογαλικής Γλώσσας. Στη μετάφραση συμμετείχαν οι: Σοφία Φερτάκη, Εύη Κύρλεση, Μαρία Ζαγγίλη, Αναστασία Γιαλαντζή, Ελένη Βότση. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον αυτό, καθόσον η πολυφωνία και η ανταλλαγή μεταφραστικών εκδοχών ίσως οδηγεί σε μια πιο πιστή απόδοση (όχι μόνο στη γλώσσα αλλά και στο πνεύμα του περιεχομένου), κάτι που γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι κυρίως στην ποίηση.
Ο Χιρόντο (1891-1967), εκφραστής του πρωτοποριακού κινήματος Ultraísmo (και μαζί με τον Μπόρχες οι σημαντικότεροι ουλτραϊστές/μαρτινφιεριστές – αυτό το τελευταίο από τον τίτλο του περιοδικού Martín Fierro), τολμηρός και καινοτόμος όπως ήταν, άνοιξε δρόμους επαφής με τα ευρωπαϊκά λογοτεχνικά κινήματα. Η ποίησή του, προκλητική και ενδιαφέρουσα, θα μπορούσε να είναι μια σύγχρονη εκδοχή  γραφής, με χιούμορ, ειρωνεία αλλά και εξεταστική ματιά στην κοινωνική πραγματικότητα.
Προκλητικός και ο τίτλος της συλλογής Είκοσι ποιήματα για να διαβαστούν στο τραμ, ανατρέπει την καθιερωμένη αντίληψη ότι η ποίηση απαιτεί ησυχία και περισυλλογή για να διαβαστεί. Αυτή μπορεί να είναι η πρώτη ανατροπή και ταυτόχρονα το πρώτο στοιχείο για να κατατάξουμε τον Χιρόντο στους διαχρονικά νεανικούς και πάντα πρωτοπόρους ποιητές. Ο ίδιος ο Χιρόντο θα απλοποιήσει τα πράγματα δίνοντας εισαγωγικά τη δική του εκδοχή: Καμία προκατάληψη δεν είναι τόσο γελοία όσο η προκατάληψη της ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΕΙΑΣ. Και θα απομυθοποιήσει τη δημιουργία των ποιημάτων γράφοντας: […]βρίσκεις ρυθμούς καθώς κατεβαίνεις τη σκάλα, ποιήματα πεταμένα στη μέση του δρόμου, ποιήματα που κάποιος μαζεύει σαν αποτσίγαρα από το πεζοδρόμιο.[…] ρίχνω τα είκοσι ποιήματά μου, σαν μια πέτρα, χαμογελώντας μπροστά στο ανώφελο της πράξης μου.
Έτσι, αυτά τα είκοσι ποιήματα θα μπορούσαν να διαβαστούν και μέσα στη βουή του πλήθους ή μέσα στο αντιποιητικό περιβάλλον ενός τραμ. Μα, ναι, γιατί όχι;
Έπειτα είναι η σειρά που παρουσιάζονται τα ποιήματα, ή μάλλον η απουσία κάποιας μελετημένης σειράς, που εκτιμάται σαν ένα δεύτερο στοιχείο νεωτερικότητας. Εύστοχα γράφει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος: Τα είκοσι ποιήματα της συλλογής παρουσιάζονται εν είδει καρτ ποστάλ που για κάποιο λόγο ανακατεύτηκαν. Το καθένα απ’ αυτά φέρει την τοπική και χρονολογική του ταυτότητα (έχουν γραφεί σε δώδεκα πόλεις έξι χωρών από το 1920 ως το 1922) δείχνοντας έτσι τον πολυταξιδεμένο δημιουργό τους και θυμίζοντας τις εικόνες που βλέπει ο ταξιδιώτης για να ανακαλέσει στη μνήμη του τους τόπους που επισκέφτηκε.
Το τι διασώζει βέβαια μέσα στις ποιητικές αυτές εικόνες ο Χιρόντο είναι το πλέον ενδιαφέρον από όλα, που και μόνον αυτό θα αρκούσε για να του προσδώσει το πνεύμα του μοντερνισμού. Για παράδειγμα στο Σεβιλλιάνικο θα απομονώσει αυτή την απίστευτη συνύπαρξη:
[…]
Και ενώ, μπροστά στην Αγία Τράπεζα, λιώνει
το φύλο των γυναικών καθώς ατενίζουν έναν
Εσταυρωμένο που αιμορραγεί από τα εξήντα έξι
πλευρά του, ο ιερέας μασάει μια παράκληση σαν
ένα κομμάτι chewing gum.
(Σεβίλλη, Απρίλιος 1920)

Ή στο Κι άλλο νυχτερινό δείτε πώς η μοναξιά περιγράφεται σε απόλυτο συσχετισμό με τα απλά αντικείμενα, και μάλιστα σε τοπίο παριζιάνικο:
[…]
Γιατί κάποιες φορές αισθανόμαστε τόσο θλιμμένοι
όσο ένα ζευγάρι κάλτσες πεταμένο σε μια
γωνιά; Και γιατί, κάποιες φορές, μας ενδιαφέρει
τόσο το παιχνίδι που σαν μπαλάκι παίζει η ηχώ
των βημάτων μας με τον τοίχο;
(Παρίσι, Ιούλιος 1921)

Αλλού θα δούμε εικόνες απίστευτης σύλληψης:

Ο δρόμος περνάει με μυρωδιά από έρημο,
ανάμεσα σε μα ζωοφόρο από νέγρους καθισμένους
στο κράσπεδο του πεζοδρομίου.
(Γιορτή στο Ντακάρ)

[…]
Τα κορίτσια του Φλόρες κάνουν βόλτα αγκαζέ, για να μοιραστούν την αναστάτωσή τους, κι αν κάποιος τις κοιτάξει κατάματα, σφίγγουν τα πόδια  από φόβο ότι το φύλο τους θα πέσει στο πεζοδρόμιο.
(Μπουένος Άιρες, Οκτώβριος 1920)

Η παρατηρητικότητα του ποιητή και κατόπιν η μετουσίωση των εικόνων σε αυθεντικό ποιητικό λόγο με τη θεματολογία να αποδεσμεύει χρονικά τους στίχους από την εποχή τους σ’ ένα διαχρονικό ενδιαφέρον ταξίδι. Η ποίηση του Χιρόντο είναι μια αποτύπωση της καθημερινότητας, όπως τη συλλαμβάνει με το οξύ του βλέμμα και τη δίνει σε αλλεπάλληλες όψεις, αγγίζοντας συχνά ένα σουρεαλιστικό τρόπο γραφής. Άλλωστε η πρόθεσή του ήταν να φέρει σε επαφή την αργεντίνικη παράδοση στην ποίηση με την πρωτοπορία όπως τη συνάντησε στα ταξίδια του στα ευρωπαϊκά κέντρα της κουλτούρας και των νέων πειραματισμών. Και ίσως δεν έχει τόση σημασία αν αυτά τα ποιήματα όντως διαβάζονται στο τραμ ή σε μια ήσυχη γωνιά σε μια ώρα περισυλλογής. Η αξία τους είναι δεδομένη και η επισήμανση του δημιουργού τους στο τίτλο της συλλογής ας εκλαμβάνεται ως μια απόρριψη του καθιερωμένου τρόπου ανάγνωσης, δείγμα του καινοτόμου πνεύματος.
Η έκδοση πολύ σωστά δίγλωσση, για να ακούγεται η ποιητική φωνή και στις δύο εκδοχές της, την πρωτότυπη και τη μεταφρασμένη. Και με την απαραίτητη εικοσασέλιδη εισαγωγή για να γνωρίσουμε καλύτερα την εποχή, τα νέα ρεύματα, το πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε η ποίηση αυτή, γιατί φυσικά τίποτα ποτέ δεν προέκυψε από το πουθενά. Πολύ περισσότερο αν αναφερόμαστε στο αντίπαλον δέος του μεγάλου Μπόρχες, τον Ολιβέριο Χιρόντο, αυτής της άλλης μεγάλης προσωπικότητας της αργεντίνικης πρωτοπορίας.

FRACTAL // 21/06/2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου