Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

Βιβλιοκριτική του Διονύση Μαρίνου για τo Είκοσι ποιήματα για να διαβαστούν στο τραμ του Oliverio Girondo

Οι πόλεις και οι άνθρωποι αλλιώς


Τι διαβάζουν οι άνθρωποι στο τραμ; Από τη μια στάση στην άλλη, ποιος λήθαργος τους καταπίνει και, μέσα από τη Βαβέλ των θορύβων που τους περικλείει, πώς ανασύρονται ξανά (αν ανασύρονται) στον αφρό του εαυτού τους; Ο Αργεντινός ποιητής Ολιβέριο Χιρόντο τούς προτρέπει να διαβάσουν τα 20 ποιήματα που έγραψε γι’ αυτό τον σκοπό: να διαβαστούν μέσα στο πολύβουο πλήθος, αποϊεροποιώντας πλήρως τη διαδικασία της ανάγνωσης ποιημάτων από το περίκλειστο σχήμα μιας ιδιώτευσης για να αφουγκραστεί κανείς τον χτύπο των λέξεων.
Ο Χιρόντο δεν είναι πολύ γνωστός στα μέρη μας. Με εξαίρεση κάποιες σποραδικές δημοσιεύσεις, τούτη είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται ένα μικρό μέρος του έργου του. Κι όμως, πρόκειται για έναν δημιουργό που στις αρχές του προηγούμενου αιώνα υπήρξε εξέχουσα μορφή στη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία. Αντίπαλος –κατά μια έννοια– του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, προσπάθησε να εμβολιάσει την ντόπια ποιητική γλώσσα με τον ευρωπαϊκό αέρα και τα μεγάλα κινήματα που αναπτύσσονταν εκείνη την εποχή στη γηραιά ήπειρο. Ο ίδιος ακολούθησε πολλά από αυτά τα ρεύματα και επηρεάστηκε έντονα από τον υπερρεαλισμό, τον πειραματισμό και την εικαστική αποτύπωση των ποιημάτων έτσι ώστε αυτά να διαφεύγουν το περίκλειστο σχήμα ενός βιβλίου. Το γεγονός ότι υπήρξε ένας πολύ καλός ζωγράφος τον βοήθησε να γίνει καλός αγωγός του παντρέματος των λέξεων με τον χρωστήρα.
Το στοιχείο, όμως, που βάρυνε περισσότερο στην ποίησή του ήταν η περιήγηση. Ως γόνος εύπορης οικογένειας είχε τη δυνατότητα να ταξιδεύσει ανά τον κόσμο (κυρίως στην Ευρώπη) και να αναπτύξει μια διασταλτική εικόνα για τις χωρικές αποστάσεις. Κατάφερε έτσι να συναιρέσει στην ποίησή του διαφορετικές «καθημερινότητες» με μια εκλεπτυσμένη και αρκετές φορές απρόσμενη αυτοσκηνοθεσία. Για τον Χιρόντο, η κάθε πόλη είναι ένα εικαστικό-ποιητικό δρώμενο. Μέσα σε μπαρ, χαμαιτυπεία, ξενοδοχεία, στο λεωφορείο, στον δρόμο, σε κάθε πόλη και συνοικία, ο Χιρόντο δεν αποτυπώνει μόνο τον ήπιο συνωστισμό της ημέρας ή τον μυστικό χείμαρρο της νύχτας ωσάν να δημιουργούσε (μόνο) μια καρτ ποστάλ, ήτοι μια ακινητοποιημένη εκδοχή, αλλά εισβάλλει με τις λέξεις του στις κρυμμένες πτυχές των πόλεων.
Αίφνης, η Βενετία, η Μαδρίτη, το Ρίο ντε Τζανέιρο ή το Μπουένος Άιρες εμφανίζονται μπροστά μας με τις απόκρυφες ποιότητές τους. Σε αυτά τα αρνητικά των φωτογραφιών-ποιημάτων του, ο χρόνος είναι ατελής, τα χρώματα προσφέρονται με μυητική δύναμη, οι άνθρωποι διατηρούν την υλικότητά τους, αλλά ταυτόχρονα γίνονται και άοκνες σκιές.
Η ποίησή του μοιάζει να επιλογίζει αυτό που οι αισθήσεις κατέγραψαν μέσα στην ημέρα, όμως με την επίρρωση εσωτερικών ελιγμών. Που σημαίνει ότι ακόμη και όταν μας παρουσιάζει τη φωτογραφική απεικόνιση μιας πόλης, την ίδια στιγμή την ανασυνθέτει με τον εύφορο ρυθμό των λέξεων. Στο τέλος, η εικόνα που λαμβάνουμε είναι ένα παράξενο ψηφιδωτό. Η επιζήτησή του δεν είναι να λειτουργήσει αρμονικά με τους αστερισμούς του άστεως, αλλά να δημιουργήσει ένα ολότελα δικό του φάσμα ήχων, φωτός, κινήσεων και εικόνων. Η ιδιοσυγκρασιακή γλώσσα του, σε συνδυασμό με τους υψιπετείς συνδυασμούς που αποπειράται με τις λέξεις (να ένας ευκταίος πειραματισμός), μετατρέπουν τα ποιήματα σε πολύσημα στοιχεία ενός άλλου χάρτη των πόλεων. Κάπως έτσι, η συγκεκριμένη συλλογή είναι ένα συνειρμικό πανοραμίκ ενός τόπου στην αναγέννησή του. Ακόμη και όταν οι άνθρωποι διατηρούν τις ιδιότητές τους (οι πόρνες, οι γονδολιέρηδες, οι μουσικοί), στην ουσία έχουν μετασχηματιστεί σε κάτι άλλο, εξόχως πολλαπλασιαστικό αυτού που είναι στην πραγματικότητα. Μέσα στη νύχτα, κατά τη διάρκεια της μπλε ώρας ή στη σκληρή συμμετρία της ημέρας, ο Χιρόντο βλέπει άλλες διαστάσεις, αναπτύσσει έναν διαφορετικό διάλογο με τους ανθρώπους, τα στοιχεία της πόλης και τα δρώμενα. Τα ποιήματα, όντως, μπορούν να διαβαστούν σε τραμ, λεωφορεία, σε ένα δωμάτιο κατά μόνας, πίνοντας ατέλειωτους καφέδες σε μαγαζιά όπου μαζεύονται νέοι και συνταξιούχοι ή πάνω στην ξύλινη μπάρα ενός μπαρ με τα ποτά να περνούν από μπροστά σαν κουτσή παρέλαση. Τα ποιήματα γράφτηκαν την περίοδο 1920-21 (κάποια δεν φέρουν χρονική ή χωρική σήμανση) κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του Χιρόντο ανά τον κόσμο.

Η μεταφραστική επιμέλεια ανήκει στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ενώ η μετάφραση των ποιημάτων έγινε από μια ομάδα μαθητών του στο εργαστήριο λογοτεχνικής μετάφρασης στο Κέντρο Ισπανικής, Καταλανικής και Πορτογαλικής γλώσσας, Abanico, κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2016.



www.diavasame.gr, Δεκέμβριος 2017


Εκδοτικός Οίκος
ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΟΝ
Συγγραφέας
Oliverio Girondo
Μετάφραση
Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Σοφία Φερτάκη, Εύη Κύρλεση, Μαρία Ζαγγίλη, Αναστασία Γιαλαντζή, Ελένη Βότση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου