Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

jorge luis borges por 2

 

jorge luis borges

 

AUSENCIA

 

Habré de levantar la vasta vida

que aún ahora es tu espejo:

cada manana habré de reconstruirla.

Desde que te alejaste,

cuántos lugares se han tornado vanos

y sin sentido, iguales

a luces en el día.

Tardes que fueron nicho de tu imagen,

músicas en que siempre me aguardabas,

palabras de aquel tiempo,

yo tendré que quebrarlas con mis manos.

¿En qué hondonada esconderé mi alma

para que no vea tu ausencia

que como un sol terrible, sin ocaso,

brilla definitiva y despiadada?

Tu ausencia me rodea

como la cuerda a la garganta,

el mar al que se hunde.

 

Από το Fervor de Buenos Aires (1923)

 

ΑΠΟΥΣΙΑ

 

Θα ’πρεπε να οικοδομήσω την απέραντη ζωή

που εξακολουθεί να σε αντικατοπτρίζει:

κάθε πρωί θα πρέπει να την ξαναχτίζω.

Απ’ όταν έφυγες να ’ξερες

πόσα μέρη μοιάζουν κενά

χωρίς καμία αίσθηση,

σαν φώτα αναμμένα μέρα μεσημέρι.

Βραδιές που αποτελούσαν καταφύγιο της εικόνας σου,

μουσικές στις οποίες πάντοτε σε συναντούσα,

λόγια εκείνου του καιρού,

κοντεύω με τα ίδια μου τα χέρια να τα διαλύσω.

Και σε ποια βάθη, τάχα, να κρυφτεί η ψυχή μου

για να μη βλέπει την απουσία σου

που σαν αβύθιστος, αδυσώπητος ήλιος

αστράφτει μέρα νύχτα ανελέητα;

Η απουσία σου με σφίγγει σα θηλιά στο λαιμό,

με πνίγει σαν τη θάλασσα.

 

Μετάφραση Δημήτρης Καλοκύρης [από το Πυρετός του Μπουένος Άιρες και άλλα νεανικά ποιήματα (1923-1929), Εκδόσεις Πατάκη, 2022]

 

ΑΠΟΥΣΙΑ

 

Θα πρέπει να σηκώσω το βάρος μιας απέραντης ζωής

που ακόμη και τώρα είναι ο καθρέφτης σου:

κάθε πρωί θα πρέπει να την ξαναχτίζω.

Από τότε που έφυγες μακριά,

πόσα μέρη έγιναν μάταια

και δίχως νόημα, όμοια

με φώτα μες στη μέρα.

Απογεύματα όπου φώλιασε η εικόνα σου,

μουσικές που μαζί τους πάντα με περίμενες,

λόγια αλλοτινά,

θα πρέπει ο ίδιος να τα κάψω με τα χέρια μου.

Σε ποιον λάκκο να κρύψω την ψυχή μου

για να μην βλέπει την απουσία σου

η οποία σαν τρομερός ήλιος, αβασίλευτος,

λάμπει οριστική και ανελέητη;

Η απουσία σου με κυκλώνει

σαν τη θηλειά στο λαιμό,

τη θάλασσα που πνίγει. 

 

Μετάφραση Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου [από το Ακόμη, επετειακή έκδοση για τα 15 χρόνια των Εκδόσεων Σαιξπηρικόν, Εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2020]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου