Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Βιβλιοκριτική του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου για το Ποδόσφαιρο, μια θρησκεία σε αναζήτηση θεού, του Manuel Vázquez Montalbán


“Μανουέλ, όταν πεθάνεις δεν θα ξέρεις πλέον πώς θα τελειώνουν τα πρωταθλήματα”

Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν «Ποδόσφαιρο, μια θρησκεία σε αναζήτηση θεού, μια θρησκεία σε χέρια πολυεθνικών», μτφ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Μεταίχμιο

«Το σκέφτομαι πολλές φορές: Μανουέλ, όταν πεθάνεις δεν θα ξέρεις πλέον πώς θα τελειώνουν τα πρωταθλήματα, ούτε αν η Μπάρτσα εξακολουθεί να είναι κάτι περισσότερο από μια ομάδα, ούτε εάν… Τέλος πάντων, δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι. Είναι γεγονός ότι από την παιδική μου ηλικία ένα σημαντικό κομμάτι των δραστηριοτήτων μου εξαρτιόταν από τις εγχώριες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις και από το ρόλο που έπαιζε σε αυτές η ομάδα μου. Ξέρω πολύ καλά ότι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε έναν διανοούμενο είναι να γίνουν γνωστές οι προτιμήσεις του, τόσο στην πολιτική όσο και στο ποδόσφαιρο. Τι να κάνουμε. Σε αυτά τα θέματα έχω εκτεθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια.»
Ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη και το παράλογο πολλές φορές πάθος του για το ποδόσφαιρο ούτε τη συναισθηματική και μυθολογική ταύτιση που ανέπτυξε από την παιδική του ηλικία, όπως όλοι μας, για την ομάδα ποδοσφαίρου της γενέτειράς του, την Μπαρτσελόνα. Τα δύο αυτά, κοινά σε πολλούς ανθρώπους, χαρακτηριστικά συνδυασμένα με την ιδιότητα του ευφυούς κοινωνικού παρατηρητή και σχολιαστή γέννησαν μια σειρά απολαυστικών και διεισδυτικών κειμένων, γραμμένων στο μάκρος μιας ολόκληρης ζωής, που τα βρίσκουμε σήμερα συγκεντρωμένα στο «Ποδόσφαιρο, μια θρησκεία σε αναζήτηση θεού, μια θρησκεία σε χέρια πολυεθνικών» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Τρεις είναι οι βασικοί άξονες στους οποίους στηρίζεται και διαρκώς επανέρχεται ο Μονταλμπάν στις κρίσεις και στις αναλύσεις του για το ποδόσφαιρο: πρώτον, αντιμετωπίζει το ποδόσφαιρο ως κοσμική θρησκεία των μαζών, δεύτερον, παρακολουθεί ταυτόχρονα τη μετατροπή του σε πολυεθνική επιχείρηση και, τρίτον, υποστηρίζει ο ίδιος φανατικά την Μπαρτσελόνα σαν κάτι περισσότερο από μια απλή ομάδα.
Το ποδόσφαιρο, σύμφωνα με τον πολυδιάστατο δημιουργό του ιδιωτικού ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, είναι ένα άθλημα που επιτρέπει στους οπαδούς του ένα θρησκευτικό βίωμα απαραίτητο για το συναισθηματικό οικοσύστημα του καθενός μας. « Το να είσαι οπαδός μιας ομάδας», γράφει, «σού προσφέρει μια συναισθηματική φόρτιση που μπορεί να συγκριθεί με τη φόρτιση μιας πολιτικής ή θρησκευτικής ένταξης ». 
Σε μια μεταμοντέρνα, με άλλα λόγια, εποχή και σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, όπως η δική μας, όπου η ελεύθερη αγορά εμφανίζεται ανώτερη από την πολιτική και από τη θρησκεία, από τις πατρίδες και από τις ιδέες, από την κοινωνία και από την ανθρωπιά, το ποδόσφαιρο χρησιμεύει τόσο ως εναλλακτικός μύθος όσο και ως μέσο εκτόνωσης του λαού από τα κάθε λογής προβλήματά του. Μια συνθήκη που από μια άποψη ικανοποιεί τις μάζες και από κάθε άλλη βολεύει την εξουσία και τις εξουσίες. 
«Υπάρχουν στη ζωή μου τουλάχιστον εκατό θέματα που με απασχολούν περισσότερο, αλλά τη μέρα που το ποδόσφαιρο θα μεταφερθεί σε άλλο οικονομικό και επικοινωνιακό γαλαξία θα απομείνουν στη Γη οι μάζες που το έχουν μετατρέψει στη σημαντικότερη μεταμοντέρνα ευρωπαϊκή θρησκεία. Και θα δούμε τότε ποιος θα πείσει αυτές τις μάζες ότι ο κόσμος είναι καλά φτιαγμένος.»
Εδώ βρίσκεται ίσως η κύρια αντινομία και αδυναμία της σκέψης του Μονταλμπάν περί ποδοσφαίρου: Από τη μία καταγγέλλει τη μετατροπή του αθλήματος από όπιο του λαού που υπήρξε κάποτε (ιδίως σε εποχές δικτατορικής διακυβέρνησης) σε σκληρό ναρκωτικό για τον ευρωπαίο πολίτη των σύγχρονων δημοκρατιών, όπου έμπορος είναι οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις και σκοπός ο έλεγχος της έλλειψης οράματος και της παράδοξης μοναξιάς των μαζών. Από την άλλη όμως υπερασπίζεται το άθλημα ως αναγκαίο μυθικό υποκατάστατο για τον λαό και αναγορεύει τους ποδοσφαιριστές σε μικρούς θεούς που παρηγορούν για τον θάνατο ή την απουσία των μεγάλων θεών του παρελθόντος, (οι σελίδες που αφιερώνει, φερ' ειπείν, στην άνοδο και την πτώση του Μαραντόνα είναι εξαιρετικές), ενώ συγχρόνως καταγγέλλει τη βιομηχανοποίηση των ποδοσφαιρικών σωματείων και τη μετατροπή των ομάδων σε πολυεθνικές επιχειρήσεις που σχετίζονται πρωτίστως με τα κέρδη και δευτερευόντως με την ουσία του κατεξοχήν λαϊκού αυτού αθλήματος. 
«Με τη λογική της φιλελεύθερης οικονομίας στο χέρι, δεν μπορεί κανείς να φέρει αντίρρηση στο γεγονός ότι μία ανεξάρτητη ποδοσφαιρική εταιρεία υιοθετεί την οικονομική στρατηγική που θεωρεί πιο κατάλληλη για να έχει κέρδη. Αλλά ένα ποδοσφαιρικό σωματείο δεν παράγει λουκάνικα ή κόπιτσες. Παράγει ατομικά και κοινωνικά όνειρα, προσδοκίες ήττας και νίκης που ταυτίζονται με την ίδια τη ζωή.»
Σε αυτήν ακριβώς την ταύτιση της ομάδας με τη ζωή βρίσκεται ο τρίτος άξονας της ποδοσφαιρικής σκέψης του Μονταλμπάν: το πάθος του για τη θρυλική ομάδα της Βαρκελώνης, την Μπάρτσα, την οποία δεν κουράζεται να αποκαλεί « κάτι περισσότερο από μια ομάδα: συμβολικό στρατό της ιδέας ενός λαϊκού και κοσμικού καταλανισμού » και να αναλύει την πορεία της στο ισπανικό και το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα με ευθείες αναφορές στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, στην παγκοσμιοποίηση και στον αγώνα για την αυτονομία της Καταλονίας από τον συγκεντρωτισμό του ισπανικού κράτους.
Και όλα αυτά βέβαια με πανταχού παρόν το εξαίσιο χιούμορ και τη λεπτή (ή χοντρή, σε ορισμένες περιπτώσεις) ειρωνεία του Μονταλμπάν. Π.χ. «Με τους προπονητές ποδοσφαίρου συμβαίνει ό,τι και με τους κριτικούς της λογοτεχνίας ή των εικαστικών τεχνών: μαθαίνουν να διαβάζουν ή να βλέπουν μία φορά στη ζωή τους », και προσπαθούν να εφαρμόσουν το σύστημα που γνωρίζουν σε όποια ομάδα και αν κληθούν να εργαστούν, με όποιους παίχτες και αν έχουν στη διάθεσή τους. Οι αναλογίες και οι ομοιότητες με το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι δεκάδες.
«Το ποδόσφαιρο διήνυσε σε εκατό χρόνια τα ίδια στάδια που άλλες εκφράσεις του πολιτισμού άργησαν αρκετούς αιώνες να διατρέξουν. Στην αρχή, την πρωτοκαθεδρία στο θέαμα την είχαν οι ποδοσφαιριστές, ύστερα την απέκτησαν οι προπονητές, οι υπεύθυνοι για τις νίκες και τις ήττες δηλαδή, και τώρα οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της γιορτής είναι οι επιχειρηματίες, οι πρόεδροι των ομάδων.»


Πρώτη δημοσίευση: "Έξώστης", 16.6.2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου