Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2025

Ο χιλιανός ποιητής Pablo Jofré σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη






«Το Ανάμεσα σε τόσους δρόμους του Πάμπλο Χοφρέ είναι μια σύνθεση από πέντε ποιητικά πρότζεκτ, τα οποία αποτυπώνουν την περιπλάνηση του ποιητή σε πληθώρα εσωτερικών κι εξωτερικών τοπίων, υπαρξιακών, γλωσσικών, εξωτικών, αμφίσημων. Οι δρόμοι είναι λέξεις, είναι κορμιά που μυρίζουν «σεξ και φρεσκοκουρεμένο γρασίδι». Με μια φασμπιντερική ατμόσφαιρα να διαπνέει το έργο, και αποκορύφωμα το τελικό ποίημα των 19 ενοτήτων-σταθμών με τίτλο Βερολίνο-Μανίλα, ολοκληρώνοντας κανείς την ανάγνωση, συνειδητοποιεί ότι διάβηκε κι ο ίδιος τους δρόμους που είδε ο ποιητής, μαζεύοντας τα απομεινάρια ενός περιοδεύοντα θιάσου και συγκρατώντας τα δάκρυα. Γιατί για τον Χοφρέ, δρόμος αυτό θα πει».

 

Ιφιγένεια Ντούμη  



Pablo Jofré, Ανάμεσα σε τόσους δρόμους, μτφρ. Μαρία Καραλή, Αλίκη Μανωλά, Ιφιγένεια Ντούμη, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Εκδόσεις Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 2025


 

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Βιβλιοκριτική της Ελένης Γούλα για την ανθολογία "Ελληνικό μικροδιήγημα 1974-2024" σε επιμέλεια του Π. Ενιγουέι

 

Ελένη Γούλα

 

Ελληνικό μικροδιήγημα 1974-2024

ΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ,

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Π. ΕΝΙΓΟΥΕΪ, Άνω Τελεία, 2025

 

Περί ου: 20 Σεπτεμβρίου 2025

 

Το μικροδιήγημα θεωρείται τέταρτο πεζογραφικό είδος, (μετά το διήγημα, τη νουβέλα και το μυθιστόρημα), γράφει στην Εισαγωγή του βιβλίου ο καθηγητής ΑΠΘ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Κύρια χαρακτηριστικά του είναι η συντομία, η αφηγηματικότητα, η αφαιρετικότητα και ο τίτλος. “Τα σύνορά του, παρατηρεί, δεν είναι απολύτως σαφή, καθώς παίρνει/δανείζεται/κλέβει και ταυτόχρονα υπονομεύει χαρακτηριστικά από διάφορα λογοτεχνικά και μη λογοτεχνικά είδη (διήγημα, [πεζο]ποίημα, αφορισμό, γκράφιτι, διαφημιστικά σποτ, άρθρα στον Τύπο). πολυσυλλεκτικό και αυθάδες, αφού ό,τι ανερυθρίαστα οικειοποιείται, το προσαρμόζει αμέσως στα μέτρα του” (σ. 10-11)

 

Ανθολόγηση και συνολική αποτίμηση του ελληνικού μικροδιηγήματος δεν έχει ως τώρα επιχειρηθεί. Κι αν κυκλοφορούν ανθολογίες ελληνικών διηγημάτων, όμως η μικρότατη αφηγηματική φόρμα δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί ξεχωριστά και μάλιστα για ένα τόσο μεγάλο διάστημα όσο ολόκληρη η μεταπολιτευτική περίοδος. Γι' αυτό και η έκδοση της συγκεκριμένης Ανθολογίας με την επιμέλεια του Π. Ενιγουέι, νομίζω πως ήταν αναγκαία και θα αποβεί πολύτιμη.

 

Οι ανθολογίες, γενικά, αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για τους μελετητές, αλλά και ενδιαφέροντα αναγνώσματα για τους αναγνώστες. Ακόμη θυμάμαι τα διηγήματα που διάβαζα από την Παγκόσμια Ανθολογία διηγήματος της Άγκυρας όταν ήμουν μικρή. Ιδίως στην εποχή μας, που η λογοτεχνική παραγωγή είναι τεράστια και δύσκολα αποκτά κανείς ικανοποιητική εποπτεία ακόμη και σε τομείς που τον ενδιαφέρουν, οι ανθολογίες διευκολύνουν την επαφή με τα έργα τέχνης και τους δημιουργούς. Συμβάλλουν επίσης στη διάκριση του ποιοτικού έργου από εκείνο που πρόσκαιρα εντυπωσιάζει, της καλής από την κακή λογοτεχνία, εν γένει.

 

Οι ανθολόγοι ορίζουν τα κριτήρια –θεματικά, ιστορικά, αισθητικά, πολιτικά, κοινωνικά κ.λπ.– μελετούν, αξιολογούν και επιλέγουν τα κείμενα, που πληρούν τις προϋποθέσεις. Στη συνέχεια αναλαμβάνουν το βάρος και την ευθύνη να παρουσιάσουν στο αναγνωστικό κοινό τις επιλογές τους. Οπωσδήποτε χρειάζεται τόλμη και είναι βαριά ευθύνη να ανασύρεις κάτι από τη λήθη ή να καταδικάσεις κάτι άλλο ως θνησιμαίο.

 

Όλες οι ανθολογήσεις –όπως είναι φυσικό– χαρακτηρίζονται από υποκειμενικότητα. Διαβάσματα, μόρφωση, προτιμήσεις, χαρακτήρας κ.λπ. επηρεάζουν τις επιλογές των ανθρώπων, αναπόφευκτα καθορίζουν και τις επιλογές του ανθολόγου. Ωστόσο αυτός ο τελευταίος, οφείλει να απαλλαγεί από κάθε εμπάθεια, ιδιοτέλεια και υστεροβουλία για να αποτελεί η δουλειά του μια τίμια πνευματική κατάθεση.

 

Ο Π. Ενιγουέι είναι δεινός αναγνώστης και ικανός ανθολόγος. Ασχολείται χρόνια με το ελληνικό διήγημα – είναι και ο ίδιος διηγηματογράφος – ενώ έχει ακόμη μια ανθολογία στο ενεργητικό του: Χιούμορ, ειρωνεία και σάτιρα στο ελληνικό σύντομο διήγημα και μικροδιήγημα (1974-2021), 24 γράμματα, 2022.

 

Σ’ ένα άρθρο του τον Μάρτιο του 2025 στον Αναγνώστη, https://www.oanagnostis.gr/ta-85-kalytera-diigimata-se-enan-christiko-odigo-apo-ti-metapoliteysi-eos-simera-toy-p-enigoyei/), διαβάζουμε πως είχε έτοιμη μια δίτομη ανθολογία ελληνικού διηγήματος που όμως δεν βρήκε εκδότη. Τέσσερις μήνες μετά από το παραπάνω άρθρο, στο ίδιο ηλεκτρονικό περιοδικό παρουσίασε 30 επιλογές μικροδιηγημάτων μαζί με την πληροφορία πως τον Σεπτέμβριο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Άνω τελεία ο τόμος που επιμελήθηκε: «Ελληνικό μικροδιήγημα 1974-2024, μια ανθολογία» με 120 επιλογές του από όλο το φάσμα της ελληνικής σύντομης πρόζας. https://www.oanagnostis.gr/50-chronia-ellinikon-mikrodiigimaton-30-epiloges-toy-p-enigoyei/.

 

Τελικά η ανθολογία μικροδιηγήματος της 50ετίας 1974-2024, που προανήγγειλε το άρθρο του Ιουλίου, βγήκε όντως τον Σεπτέμβρη με 118 μικροδιηγήματα από 17 έως 1076 λέξεις. Ο σχετικά νέος εκδοτικός οίκος Άνω Τελεία που ανέλαβε το εγχείρημα, μας έδωσε ένα αισθητικά άρτιο αποτέλεσμα και μάλιστα διαθέτει ένα αντίτυπο δωρεάν σε όλους τους ανθολογούμενους συγγραφείς. Για την εκδοτική αυτή συνύπαρξη ο Π. Ενιγουέι σε επικοινωνία που είχα μαζί του αναφέρει: “Όπως και στην δίτομη ανθολογία – που δεν κυκλοφόρησε-, έτσι και σε αυτή με τα μικροδιηγήματα, απευθύνθηκα σε πάνω από… ογδόντα εκδοτικούς οίκους και τελικά ήταν καθαρά θέμα τύχης (ή προσωπικής  επιμονής;) ότι εκδόθηκε ο τόμος με τα “μικρά”. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει αλφαβητικός κατάλογος-ευρετήριο, καθώς και χρονολογικός πίνακας των πρώτων δημοσιεύσεων όλων των κειμένων.

 

Τα 118 αυτά κείμενα είναι ταξινομημένα σε 9 κατηγορίες: “Το μικροδιήγημα της μνήμης”, “Το πολιτικό μικροδιήγημα”, “Άτομο και καθημερινότητα”, “Ερωτικό μικροδιήγημα”, “Χιούμορ, ειρωνεία και σάτιρα”, “Φαντασιακό μικροδιήγημα”, “Αστυνομικό μικροδιήγημα”, “Μεταμυθοπλασία” (α. “της πολίχνης” και β. “παιγνιώδης”), “Λοιπές κατηγορίες”, ενώ τα χαρακτηριστικά της κάθε κατηγορίας διευκρινίζονται στην εισαγωγή που υπογράφει ο Π. Ενιγουέι, με επεξηγηματικά παραδείγματα από τα ανθολογούμενα κείμενα.

 

Με σημείωση στο τέλος του επεξηγηματικού αυτού προλόγου, αφιερώνεται η ανθολογία στην Ηρώ Νικοπούλου και στον Γιάννη Πατίλη. Μια αφιέρωση, τουλάχιστον συγκινητική και οπωσδήποτε ουσιαστική, αφού οι δυο αυτοί άνθρωποι έχουν ασχοληθεί όσο κανείς άλλος στη χώρα μας – από όσο γνωρίζω – με το μικροδιήγημα. Ειδικά το ιστολόγιό τους “Πλανόδιον-ιστορίες μπονζάι”, που δημιούργησαν και λειτουργούν από το 2010, μας μεγάλωσε και μας έδωσε βήμα, σε όσους επιχειρούμε χρόνια τώρα να βάλουμε τις σκέψεις, τα συναισθήματα και την ενέργειά μας σε λέξεις και να πούμε ιστορίες. Αν δεν ήταν το ιστολόγιο Μπονζάι και ο Γιάννης με την Ηρώ, δεν θα έβγαινε η ανθολογία, είπε ο ίδιος ο Π. Ενιγουέι στην πολύ σύντομη εμφάνισή του στο Φεστιβάλ βιβλίου (7/9/2025). Ανάμεσα στις λίγες φράσεις του ήταν η έκφραση της οφειλής στο ζευγάρι Γιάννης-Ηρώ.

 

Από τους ανθολογούμενους συγγραφείς αρκετοί είναι γνωστοί και καταξιωμένοι (Ε. Χ. Γονατάς, Γ. Ιωάννου, Ι. Καμπανέλλης, Ν Κάσδαγλης, Π. Κοροβέσης, Μ. Κουγιουμτζή, Α. Κυριακίδης, Ε. Λαδιά, Σ. Νικολαΐδου, Δ. Νόλας, Π. Παμπούδη, Γ. Σκαμπαρδώνης, Ντ. Χριστιανόπουλος κ.λπ.) αλλά διαβάζουμε και πολλούς άγνωστους ή παραγνωρισμένους (π.χ. ο Γ. Γκολομπίνας με ένα διήγημα που με συγκίνησε βαθιά). Ο ανθολόγος – ερευνητής επίμονος και υπομονετικός – τους αναζήτησε, όπως σημειώνει ο ίδιος, σε δημοσιευμένες συλλογές (“για την εκπόνηση της ανθολογίας, κατάρτισα μια λίστα 260 συλλογών διηγημάτων, τις οποίες (ξανα)διάβασα, ξεχωρίζοντας τα κείμενα που άξιζαν, κατά τη γνώμη μου, να συμπεριληφθούν στο πόνημα”, βλ παραπάνω στο άρθρο του Μαρτίου), αλλά και σε ιστολόγια, ακόμη και σε προσωπικές ιστοσελίδες (π.χ. το κείμενο του Χάρη Μελιτά, είναι αναρτημένο στον  λογαριασμό του στο φβ).

 

Ζητούμενο φαίνεται πως ήταν για τον ανθολόγο, να εκπροσωπηθεί το ελληνικό μικροδιήγημα σε όλο του το φάσμα της παραγωγής και δημοσίευσής του, τόσο σε φροντισμένες συλλογές, εξαντλημένες εκδόσεις, αλλά και σκορπισμένο στο διαδίκτυο, κραυγές και φωνές που αγωνίζονται να αρθρώσουν το ζωντανό, το σπαράζον ελληνικό σώμα της εποχής με διακριτά ή δυσδιάκριτα χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό και οι κατηγορίες είναι βοηθητικές.

 

Στην πρώτη, εξετάζεται η λειτουργία της μνήμη που απλώνεται σε παλιότερες εποχές και διασώζει μορφές και εικόνες, χρωματισμένες με το τώρα της γραφής. Στη δεύτερη, παρουσιάζονται νύξεις και θραύσματα για την πολιτική της χώρας από τον Εμφύλιο ως τις μέρες της Κρίσης με εμφανείς τις συνέπειες αυτής της πολιτικής. Εδώ περιλαμβάνονται σπουδαία κείμενα όπως, “η Σοροκάδα” του Κάσδαγλη, το “Μάθημα Ανάγνωσης” της Λίας Μεγάλου-Σεφερειάδη αλλά και τα “επαναστατικά ποτά” του Π. Κοροβέση. Στην τρίτη ενότητα παρατηρούμε πώς αποτυπώνεται η καθημερινή ζωή – ξεχωρίζω “Τη γάτα” της Μαρίας Κέντρου-Αγαθοπούλου, όπου το φρικώδες του θανάτου παρουσιάζεται με τρόπο λυτρωτικό. Το ερωτικό φαινόμενο της τέταρτης κατηγορίας περιλαμβάνει 12 μικροδιηγήματα με κορυφαίο το συγκλονιστικό της Μαρίας Κουγιουμτζή, “όταν ωριμάσουν τα πορτοκάλια”. 13 επιλογές περιλαμβάνει η πέμπτη ενότητα με τον τίτλο “χιούμορ, ειρωνεία, σάτιρα”, όπου μεταξύ άλλων ανθολογούνται κείμενα των Καμπανέλλη, Χριστιανόπουλου και Τζίμη Πανούση με την απαραίτητη αθυροστομία του. Το φαντασιακό μικροδιήγημα περιλαμβάνει 10 κείμενα από τα πιο εκτεταμένα της Ανθολογίας, όπως πρόσεξα, ενώ το αστυνομικό (9 επιλογές) μας εκπλήσσει με το κρυπτόλεξο (δεν το έλυσα) ή το πνευματώδες “σπασμένο τετράγωνο” του Χάρη Μελιτά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον βρήκα στην όγδοη ενότητα με τον τίτλο μεταμυθοπλασία (δηλ. κείμενα, στα οποία το παραδοσιακό εντάσσεται σε σύγχρονη οπτική θεώρηση και γραφή), ένας λογοτεχνικός τρόπος πολύ διαδεδομένος στην εποχή μας. Αυτή η ενότητα είναι η μόνη που επιμερίζεται σε δυο υποκατηγορίες: της πολίχνης (6 κείμενα) και την παιγνιώδη μεταμυθοπλασία (7 κείμενα). Από εδώ θα ξεχωρίσω την ανατριχιαστική “πένσα” του Γιάννη Παλαβού, την συγκινητική “αγελάδα και το φίδι” του Γιώργη Χριστοφιλάκη και το “Άτιτλο” του Γιώργου Ξενάριου, που σαν αποστασιοποιημένος χειρουργός ανοίγει το έγκλημα της Μαρφίν. Η τελευταία κατηγορία “λοιπές κατηγορίες (αλληγορία, συμβολισμός, παράλογο, παράδοξο κ.α.)” περιλαμβάνει 21 επιλογές, όπου διαβάζουμε σπουδαία κείμενα του Ε. Χ. Γονατά, του Γιώργου Ιωάννου, του Δημήτρη Νόλλα κ.ά.

 

Να προσθέσω πως η επιλογή της συγκεκριμένης 50ετίας (1974-2024) είναι δικαιολογημένη και εύστοχη, καθώς η  εμβληματική αφετηρία συμπίπτει με την αρχή της μεταπολίτευσης, ενώ η συμπλήρωση των 50 χρόνων μπορεί να θεωρηθεί σταθμός για μελέτη και αναστοχασμό. Η χώρα έχει αλλάξει μέσα σ’ αυτά τα χρόνια και όλη τούτη η συγκεντρωμένη λογοτεχνική παραγωγή, ταξινομημένη σε κατηγορίες, αξιολογημένη με εμφανή τα κριτήρια της αντιπροσωπευτικότητας, της λογοτεχνικότητας και της ελεγμένης αξίας, δίνουν στον αναγνώστη την ευκαιρία να θυμηθεί, να νιώσει, να αγγίξει και εν τέλει τη δυνατότητα να οικειωθεί το συλλογικό βίωμα.

 

Πολλά από τα ανθολογούμενα μικροδιηγήματα είναι αριστουργηματικά, όλα όμως κουβαλούν ένα κομμάτι από τη ζωή μας αυτά τα 50 χρόνια. Κι αν κάποια δεν αρέσουν σε μερικούς αναγνώστες ή τους φανούν αδιάφορα, αυτό δεν μπορεί να καταλογιστεί στα αρνητικά της ανθολογίας. Το έργο είναι σημαντικό και πολύτιμο. Αξίζουν ευχαριστίες και συγχαρητήρια στον Π. Ενιγουέι και στην Άνω Τελεία που έφεραν σε πέρας αυτή την πρώτη απόπειρα χαρτογράφησης του ελληνικού μικροδιηγήματος. Δεν τολμώ ούτε να φανταστώ τον κόπο, την επιμονή, την ενέργεια και την αφοσίωση του Π. Ενιγουέι που μας έδωσε ένα τόσο ενδιαφέρον και χρήσιμο βιβλίο. Αν υπάρχουν παραλείψεις ή διαφωνίες ως προς την αξία των επιλογών, αυτό δεν μειώνει καθόλου τη σημασία της Ανθολογίας. Αντιθέτως εμπλουτίζει τον καλλιτεχνικό διάλογο και μπορεί να εμπνεύσει κι άλλες παρόμοιες προσπάθειες.

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

Βιβλιοκριτική του Ξενοφώντα Α. Μπρουντζάκη για το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου του Mario Vargas Llosa

 

Η μουσική ως ύστατη αυταπάτη

 

Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης

Liberal, 13/08/2025

 

Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, ένας από τους τελευταίους μεγάλους εκπροσώπους της «χρυσής εποχής» του λατινοαμερικανικού μυθιστορήματος, επέλεξε να κλείσει την μυθοπλαστική του πορεία όχι με μια ηχηρή πολιτική αλληγορία ή ένα πολυπρόσωπο έπος, αλλά με ένα έργο μικρής φόρμας και εσωτερικής έντασης. Με το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου, που κυκλοφόρησε το 2023, λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, ο Λιόσα απομακρύνεται από τις πολύπλοκες αφηγηματικές αρχιτεκτονικές των Συνομιλία στο Κατεντράλ, Ο πόλεμος της συντέλειας του κόσμου ή Η πόλη και τα σκυλιά και παραδίδει μιαν ιστορία που μοιάζει περισσότερο με αποχαιρετιστήριο βλέμμα παρά με τελική κορύφωση.

Το κέντρο βάρους εδώ δεν είναι η αναμέτρηση με την Ιστορία ως γεγονός, αλλά η αναμέτρηση με την Ιστορία ως μνήμη, όνειρο και ουτοπία. Ο συγγραφέας στρέφεται σε μια πτυχή της περουβιανής ψυχής που δεν είχε μέχρι τώρα αναδείξει ως κεντρικό μοτίβο: την κρεολική μουσική, το βαλς των φτωχογειτονιών της Λίμα, τις μελωδίες που κουβαλούν τον ρυθμό μιας χώρας γεμάτης αντιφάσεις.

«Σας αφιερώνω τη σιωπή μου». Ο τίτλος ακούγεται σαν αποχαιρετισμός, σχεδόν σαν λογοτεχνική διαθήκη. Και πράγματι είναι. Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας, επιλέγει με αυτό το βιβλίο να αποχωρήσει από τη σκηνή όχι με ένα πολιτικό μανιφέστο ούτε με έναν ρωμαλέο στοχασμό περί γραφής, αλλά με μια νουβέλα βαθιά προσωπική, αμφίθυμη και εσωστρεφή. Ένα έργο που μοιάζει να διασώζει κάτι από την τελευταία φλόγα της δημιουργίας, αλλά ταυτόχρονα αποδομεί τη σημασία της.

Ο Λιόσα δεν γράφει εδώ για να πει. Γράφει για να σιωπήσει. Και μας αφιερώνει αυτήν τη σιωπή, σαν κάποιος που κατάλαβε πως δεν υπάρχει πια τίποτε να προσθέσει.

Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Τόνιο Ασπιλκουέτα, είναι καθηγητής και δημοσιογράφος στη Λίμα, με μια εμμονική αφοσίωση στην παραδοσιακή περουβιανή μουσική, τη μουσική των criollos, που ο ίδιος φαντάζεται ως το χαμένο νήμα της εθνικής ταυτότητας του Περού. Στην προσπάθειά του να συγγράψει την οριστική βιογραφία του ιδιοφυούς κιθαρίστα Λάλο Μολφίνο, ο Τόνιο επιδιώκει να αποδείξει ότι μέσα από τη μουσική αυτή –«καθαρά περουβιανή, λαϊκή, αυθόρμητη, μαγική»– μπορεί να επέλθει η συμφιλίωση μιας χώρας διαλυμένης από ταξικές, φυλετικές και ιδεολογικές συγκρούσεις.

Όμως η εμμονή του ήρωα μετατρέπεται σταδιακά σε ακραία προσωπική παραίσθηση. Δεν πρόκειται πια για ένα βιβλίο που θέλει να γράψει, αλλά για μια ιδεολογία που τον «καταλαμβάνει». Η κρεόλ μουσική δεν είναι απλώς η φωνή του Περού· γίνεται όραμα, σχεδόν μεταφυσικό, μιας ενότητας που δεν υπήρξε ποτέ. Και η κατάρρευση αυτού του οράματος –συμπτωματική και αναπόφευκτη– είναι και η κατάρρευση του ίδιου του Τόνιο. Η ήττα της ουτοπίας είναι και προσωπική και εθνική.

Το βιβλίο είναι λιτό, χωρίς την ορμή των παλαιότερων επικών μυθιστορημάτων του Λιόσα, αλλά φορτισμένο από μια συγκρατημένη μελαγχολία. Η πρόζα του, ευκρινής και καθαρή, με εξαιρετική απόδοση στη μετάφραση από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, λειτουργεί σχεδόν σαν ακομπανιαμέντο: δεν υψώνει τόνους, δεν κορυφώνει το δράμα. Όλα ξετυλίγονται με μια στοχαστική αποδοχή, σαν να γράφει κάποιος που ξέρει πως δεν γράφει πια για να πείσει, αλλά μόνο για να καταγράψει.

Ο Λιόσα υπήρξε πάντοτε πολιτικός συγγραφέας, με την ευρύτερη έννοια: ενδιαφερόταν για τη σύγκρουση του ατόμου με την εξουσία, για την ιστορία που διαμορφώνει συνειδήσεις, για την ιδεολογία ως εμπειρία και παγίδα. Εδώ, όμως, το πολιτικό είναι υπόγειο. Η πραγματικότητα του Περού (το Φωτεινό Μονοπάτι, η διαφθορά, ο φυλετικός ρατσισμός, η κοινωνική αστάθεια) είναι παρούσα ως απόηχος, όχι ως κεντρικό θέμα. Το επίκεντρο είναι το βλέμμα ενός ανθρώπου που θέλησε να πιστέψει ότι η κουλτούρα μπορεί να υπερβεί τις διαφορές. Και που απέτυχε.

Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό το βιβλίο έρχεται στο τέλος μιας τεράστιας πορείας. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει δηλώσει ότι πρόκειται για το τελευταίο του μυθιστόρημα. Είναι ένα έργο αποχαιρετισμού, όχι όμως βαρύγδουπο ή δραματικό, αλλά σιωπηλό. Και αυτή η σιωπή έχει βάρος.

Ο τίτλος δεν είναι ποιητικός. Είναι κυριολεκτικός: Σας αφιερώνω τη σιωπή μου. Δεν σας αφήνω μια κληρονομιά ιδεών, ούτε ένα ηρωικό όραμα. Σας αφήνω αυτό που απομένει όταν όλα έχουν ειπωθεί: η συνείδηση ότι ίσως η φαντασία δεν αρκεί· ίσως η τέχνη δεν σώζει· ίσως το έθνος δεν θα συμφιλιωθεί ποτέ με τον εαυτό του. Αλλά ακόμα κι έτσι, η γραφή αξίζει.

Το βιβλίο δεν είναι μελαγχολικό από απογοήτευση, αλλά από επίγνωση. Κι αυτή η επίγνωση είναι πολύ πιο επαναστατική από κάθε παλαιότερη ρητορεία.

Ο Τόνιο δεν είναι ένας ήρωας όπως ο Ούρια ή ο Ζίνο Καζαμάντρι. Είναι μια αντανάκλαση του ίδιου του Λιόσα σε έναν καθρέφτη παραμορφωτικό. Ο Τόνιο δεν τρελαίνεται από τη φιλοδοξία αλλά από την ανάγκη να πιστέψει. Κι αυτή είναι ίσως η πιο ανθρώπινη στιγμή του συγγραφέα του. Γιατί το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου δεν είναι μια εξιστόρηση· είναι μια εξομολόγηση.

Εδώ, ο Βάργκας Λιόσα είναι περισσότερο εκτεθειμένος από ποτέ. Πίσω από τις λέξεις, πίσω από τις αναφορές στη μουσική, πίσω από τον Λάλο Μολφίνο και την κρεόλ παράδοση, διακρίνεται ένας άντρας που αποχαιρετά όχι τον κόσμο αλλά την ίδια του τη φωνή.

Το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου μπορεί να διαβαστεί ως μια πολιτισμική καταγραφή, ως πολιτική αλληγορία, αλλά πάνω απ’ όλα ως ηθική πράξη: ένας συγγραφέας που έζησε γράφοντας για την Ιστορία και τις πληγές της, κλείνει τον κύκλο του μιλώντας για την αδυναμία και την ομορφιά της τέχνης.

Η σιωπή που μας αφιερώνει δεν είναι παραίτηση· είναι η παραδοχή ότι τα έργα τέχνης δεν αλλάζουν τον κόσμο ολοκληρωτικά, αλλά μπορούν να αλλάξουν έστω για λίγο τον τρόπο που τον προσλαμβάνουμε. Και αυτό, για έναν συγγραφέα της εμβέλειας του Λιόσα, είναι μια μορφή συμφιλίωσης με τον εαυτό του και με τον χρόνο.

 

Μάριο Βάργκας Λιόσα – Σας αφιερώνω τη σιωπή μου, μτφρ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Καστανιώτη, σελ.: 236