Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017

Cuando duele México, του Jorge F. Hernández σε μετάφραση Αλεξάνδρας Γκολφινοπούλου

Όταν πονάει το Μεξικό
Ίσως οι σεισμοί της περασμένης εβδομάδας να ήταν μια προειδοποίηση για το μέλλον, μια μεταφορά για τις συμφορές που θα ακολουθούσαν σήμερα


Από μακριά, οι συμφορές βαραίνουν περισσότερο ή, τουλάχιστον, με διαφορετικό τρόπο: δεν είναι η αμεσότητα των κραυγών ούτε η ζαλάδα από τη δόνηση που μετατρέπει τα λεπτά σε αιώνες· είναι η οδύνη λόγω της μακρινής απόστασης, η αδυναμία να αγκαλιάσεις και ο αντίλαλος από τους λυγμούς. Ο τροχός της μοίρας υπαγόρευσε να ξημερώσει στην Πόλη του Μεξικού η μέρα της επετείου του μεγάλου σεισμού του 1985, με μια προσομοίωση που ίσως αποδείχτηκε κάτι περισσότερο από προειδοποιητική, προληπτική, και ίσως προετοίμασε τα αντανακλαστικά ενώπιον της νέας τραγωδίας. Πράγματι, ίσως οι σεισμοί της περασμένης εβδομάδας να ήταν μια προειδοποίηση για το μέλλον, μια μεταφορά για τις συμφορές που θα ακολουθούσαν σήμερα: εκεί που χθες φτάσαμε το ασυγχώρητο νούμερο (πιο πολύ από αριθμός, άλλη μια ζωή) του εκατοστού χιλιοστού θύματος στον ξέφρενο εφιάλτη της βίας και των ναρκωτικών, σήμερα προστίθενται τα γκρεμισμένα κτίρια, οι νεκροί με τα ονοματεπώνυμά τους, οι δρόμοι με τα μπάζα, οι ομόκεντροι κύκλοι ενός τρόμου που μοιάζει να έχει λαξευτεί στην πέτρα εδώ και αιώνες.
            Η απρόβλεπτη μάστιγα των σεισμών, η αληθινή αγριότητα των τυφώνων, η σουβλιά της τραγωδίας δεν γίνεται πραγματικά αισθητή μέχρι να μπήξει τον πόνο στο πετσί σου και έρχεται σε αντίθεση με τον ανεξήγητο συγχρονισμό των ημερομηνιών που συμπίπτουν, αλλά είναι ακριβώς λόγω της ζωντανής ανάμνησης των νεκρών, που όσοι επιβίωσαν με απαράμιλλη αλληλεγγύη από τους σεισμούς του 1985, φέρνουν σήμερα στο μυαλό τους ακέραιη μια ανανεωμένη εκδοχή της γενναιότητας, της άμεσης συνεργασίας πέρα από τις στολές και τα κράνη, του μεθοδικού ή λιγότερο μεθοδικού ζήλου να μην σταθούν εμπόδιο και ταυτόχρονα να βοηθήσουν, να παρακάμψουν τις τόσες ψεύτικες ειδήσεις που επιχειρούν να παραφουσκώσουν την τραγωδία ή να της προσδώσουν σημασίες που δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που πραγματικά πονάει: τους τραυματίες και τους νεκρούς, αυτούς που ακόμη βρίσκονται θαμμένοι στα συντρίμμια και την αγωνία των παιδιών και των ηλικιωμένων που δεν μεταφράζεται.
            Ο Χουάν Βιγιόρο λέει ότι εμείς οι Μεξικάνοι έχουμε έναν σεισμογράφο κάτω από το δέρμα μας και συμπληρώνει, με τη συνηθισμένη πνευματική διαύγεια που τον διακρίνει, ότι οι σεισμοί είναι οι πραγματικοί δικαστές της τιμιότητας ή της ξεδιαντροπιάς των μηχανικών και των αρχιτεκτόνων. Σε τραγωδίες σαν τη σημερινή μετριούνται οι καταχρήσεις και τα ψέματα όσων έχουν στερεώσει με δοκάρια κατασκευές που καταρρέουν με το πρώτο ταρακούνημα, αλλά και το κύμα εκατομμυρίων Μεξικανών που προβάλλουν το καλύτερο πρόσωπο του Μεξικού, τον τίμιο ιδρώτα δίχως ωράρια που προσφέρει βοήθεια χωρίς να νοιάζεται για το επώνυμο ή το χρώμα του δέρματος, την ακούραστη ανακούφιση σε όποιον κλαίει ή διψάει, την ήρεμη, θολή ματιά που ενθαρρύνει τους πάντες να συνεχίσουν και να μεγαλώσουν πολύ πιο πέρα από τις ομιλίες και τις γραβάτες.
            Όταν πονάει το Μεξικό λόγω μιας καταστροφής, οι πληγές του και ο θρήνος του αντιλαλούν με τρόπο διαφορετικό σε ολόκληρο τον κόσμο, σε απομακρυσμένους τόπους που δεν έχουν αισθανθεί ποτέ ζωντανά το κύμα ενός σεισμού ή το τράνταγμα ενός τυφώνα, το πρωτόγνωρο φαινόμενο μιας βροχής που κρατάει για βδομάδες ή την ξηρασία που ζωγραφίζει στην έρημο τη νεκροκεφαλή του αφανισμού. Όταν πονάει το Μεξικό για όλο αυτό το ματοβαμμένο μελάνι που γίνεται πρωτοσέλιδο σε όλες τις γλώσσες λόγω της εγκληματικής ακολασίας της μαφίας, λόγω της απίστευτης διαφθοράς των πολιτικών, λόγω της καταχρηστικής απάθειας και της υπερβολικής χλιδής των επιχειρηματιών εν μέσω τέτοιας δυστυχίας, αλλά όταν πονάει το Μεξικό λόγω μιας τραγωδίας και όταν όλος αυτός ο πόνος έρχεται από μακριά θέλω να ξέρετε πως δεν υπάρχει σκιά που να μην μοιάζει ότι μιλάει με χρώματα, πως όλες οι γεύσεις, ακόμη και οι πικρές, έχουν γεύση Τζαμάικας και κόλιαντρου, υδρομελιού και μελαγχολίας· όταν πονάει το Μεξικό θέλω να ξέρετε ότι στη Μαδρίτη υπάρχει τόσος κόσμος που κλαίει και περπατάει σκεφτικός στους δρόμους και φαντάζεται το χάρτη όλης της χώρας όχι με GPS αλλά με τρυφερότητα, με τους φίλους και τους συγγενείς που αναζητούνται επίσης στις μεξικάνικες γειτονιές που σιγά σιγά έχουν εξαπλωθεί δίνοντας ένα μεγαλειώδες παράδειγμα στις συνοικίες του Σικάγο, το «Μεγάλο Μήλο» του Μανχάταν, τον πελώριο αστικό λεκέ τού Λος Άντζελες... όταν πονάει το Μεξικό πονάει η πρόζα πολλών από τους καλύτερους συγγραφείς που έχει δώσει η λογοτεχνία αυτού του πλανήτη, και υπέροχη μουσική φιλτράρεται στα μακρινά δέντρα και φυσάει σαν άνεμος στα τοπία της Μάντσα το ξημέρωμα... Και θέλω να ξέρετε πως όταν πονάει το Μεξικό, πονάει ο αέρας που το θυμίζει σε όλους όσοι έχουν εισπνεύσει έμπνευση σε τοπία με κάθε λογής πράσινο και σε ακρογιαλιές με κάθε λογής γαλάζιο και σε πρόσωπα που χαμογελούν ακόμη κι όταν κοιμούνται και σε βλέφαρα νυσταγμένα, και το γάβγισμα των αδέσποτων σκύλων που προσπαθούν να προαναγγείλουν αυτό για το οποίο ίσως δεν καταφέρνει να προειδοποιήσει ο αντισεισμικός συναγερμός, και οι χιλιάδες αναξιοπαθούντων, δίχως όνομα και δίχως τραπεζικό λογαριασμό, που βλέπουν τις αλουμινένιες στέγες να τις παίρνει ο αέρας στις ανεμοθύελλες και τα όνειρά τους να θάβονται σε αυτή την τραγωδία που στην πραγματικότητα επηρεάζει τους πάντες και κάνει τους πάντες να πονούν.
            Όταν πονάει το Μεξικό όπως πονάμε σήμερα για κάθε πέτρα και κάθε άνθρωπο, το μόνο που ορθώνεται ως σιωπηρή ελπίδα είναι η βεβαιότητα πως το καλύτερο νέο αίμα εκατομμυρίων Μεξικανών αποτελεί πάντα τον πιο ξεκάθαρο ορισμό του ψυχικού σθένους, την πιο πιστευτή υπόσχεση ότι όλο αυτό θα γίνει ζωντανή ανάμνηση, ακόμα και αν περάσουν άλλα τριάντα δύο χρόνια από τον προηγούμενο σεισμό που μοιάζει να κλωνοποιείται σήμερα και σε κάθε υποτιθέμενο ναυάγιο όπου ολόκληρο το Μεξικό ζει ακόμη και με όλους τους νεκρούς του, ζει με τους αιώνες να βαραίνουν στις πλάτες του, με όλα τα καλύτερά του πρόσωπα να κοιτάζουν κατάματα και να απλώνουν το χέρι που διασχίζει οποιονδήποτε χάρτη... αλλά από μακριά, υπάρχει μια σιωπή στις πιο απομακρυσμένες ζώνες ώρας και μια ανήσυχη αγρύπνια σε κάθε σκιά που μοιάζει πολύ με την αντανάκλαση που επιτρέπει τις αγκαλιές, με το κοντάρι με το οποίο διασώζεται ένας εγκλωβισμένος μέσα από τα συντρίμμια και με το πένθος από σιωπηλές κραυγές με τις οποίες αποχαιρετούμε τα θύματα. Από μακριά, υπάρχουν τρόποι να κουβαλάς το Μεξικό στην καρδιά σου και ίσως να είναι αντιστρόφως ανάλογοι με τη δυνατότητα να αντιληφθεί, τώρα κιόλας, ολόκληρο το Μεξικό, την ξάγρυπνη ανησυχία, την ατέλειωτη θλίψη και τη βαθιά ελπίδα εκατομμυρίων ανθρώπων που θρηνούν, σιωπούν, θυμούνται ή ρωτούν, εύχονται και ακόμη και προσεύχονται για να ανακουφίσουν όλα όσα αισθάνονται όταν πονάει το Μεξικό.

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου


Άρθρο του μεξικανού συγγραφέα Χόρχε Φ. Ερνάντες στην εφημερίδα El País, στις 20/9/2017.



                                                                

            

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου