Τρίτη 19 Αυγούστου 2025

Βιβλιοκριτική της Δήμητρας Ντζαδήμα για το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου του Mario Vargas Llosa

 

Από την πολιτική στη μελωδία: το κύκνειο άσμα ενός νομπελίστα

 

Γράφει η Δήμητρα Ντζαδήμα // Fractal, 30/07/2025

 

Το τελευταίο, συγκινητικό μυθιστόρημα που δημοσίευσε ο μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας, ένα κύκνειο άσμα εμποτισμένο με την αναζήτηση της ουτοπίας.

Σας αφιερώνω τη σιωπή μου, Μάριο Βάργκας Λιόσα, μετάφραση Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδόσεις Καστανιώτη

 

 

Στο ύστερο στάδιο μιας πλούσιας και πολιτικά φορτισμένης συγγραφικής πορείας, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα μάς χαρίζει ένα βιβλίο εσωτερικής έντασης και συλλογικού οράματος. Το βιβλίο αυτό  δεν είναι απλώς ένα αφιέρωμα στην περουβιανή μουσική παράδοση· είναι μια αναστοχαστική κατάθεση πίστης στη δυνατότητα της τέχνης να ενώνει τα τραύματα μιας κατακερματισμένης κοινωνίας. Ο Λιόσα, με την πνευματική του διαύγεια ανέπαφη, μας παραδίδει μια τελευταία πράξη αφοσίωσης στον άνθρωπο και στην αδιάκοπη προσπάθειά του να βρει μέσα στη σιωπή, έναν κοινό ρυθμό.

 

 Ο Λιόσα αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που ονειρεύτηκε μια χώρα ενωμένη μέσω της μουσικής και τρελάθηκε στην προσπάθειά του να γράψει το τέλειο βιβλίο που θα εξιστορούσε το εν λόγω γεγονός. Ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο Τόνιο Ασπιλκουέτα, ένας λόγιος, μελετητής, ερασιτέχνης μουσικός, που ανακαλύπτει στον μυστηριώδη κιθαρίστα Λάλο Μολφίνο τη μορφή ενός σχεδόν μεσσιανικού ήρωα.

 

Στην καρδιά ενός Περού που κουβαλά ακόμη τις πληγές του Φωτεινού Μονοπατιού και των εμφύλιων σπαραγμών, η μουσική εμφανίζεται ως δυνατότητα συμφιλίωσης. Ο Τόνιο, ερευνητής και αφηγητής, γίνεται το όχημα με το οποίο ο συγγραφέας θέτει ερωτήματα γύρω από την ταυτότητα, τη συλλογική μνήμη, αλλά και το ρόλο της τέχνης ως πολιτισμικού θεσμού.

 

Η αφήγηση του Λιόσα είναι δαιδαλώδης αλλά όχι χαοτική. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται με διαδοχικές εναλλαγές χρονικών και αφηγηματικών επιπέδων, καθώς ο Τόνιο ερευνά τη ζωή του Λάλο: τον τόπο καταγωγής του, τους έρωτές του, τη μύηση στην κιθάρα, την οικογενειακή του παράδοση. Σε ένα σχεδόν μετα-μυθιστορηματικό επίπεδο, ο Τόνιο επιχειρεί να γράψει το βιβλίο εντός του βιβλίου  και αυτή η «διπλή γραφή» ενισχύει το αίσθημα αυτοστοχασμού που διατρέχει όλο το έργο.

 

Ο Λιόσα θέτει το ερώτημα με ειλικρίνεια: μπορεί η μουσική να ενώσει ένα έθνος διχασμένο από ιδεολογίες, ταξικές ανισότητες, πολιτική βία; Η απάντησή του, έστω και υπόρρητη, είναι αισιόδοξη, αλλά όχι απλοϊκή. Ο Λάλο Μολφίνο δεν εξιδανικεύεται· είναι άνθρωπος με πάθη, αδυναμίες, αλλά και εσωτερική ελευθερία. Είναι ένας ήρωας της σιωπής· μια φιγούρα που μιλά όχι με λόγια αλλά με χορδές.

 

Η μετάφραση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου σέβεται το σύνθετο ύφος του Λιόσα, μεταφέροντας με ακρίβεια και μουσικότητα τόσο τη λεπτομέρεια του λατινοαμερικανικού ιδιώματος όσο και τις υπαρξιακές αποχρώσεις των διαλόγων.

 

Συμπερασματικά το Σας αφιερώνω τη σιωπή μου μπορεί να διαβαστεί ως πολιτική αλληγορία, ως πολιτισμική καταγραφή, ως αισθητικό μανιφέστο· μα πάνω απ’ όλα, ως ύστατη εξομολόγηση ενός συγγραφέα που δεν έπαψε ποτέ να αναζητά την αλήθεια στον άνθρωπο. Δεν είναι απλώς ένα συγκινητικό αποχαιρετιστήριο έργο ενός σπουδαίου νομπελίστα. Είναι ένα βαθιά ανθρώπινο, ιδεολογικά ώριμο μυθιστόρημα που συνοψίζει τις μεγαλύτερες ανησυχίες της περουβιανής, αλλά και της παγκόσμιας πραγματικότητας: η πολιτισμική ταυτότητα, η συλλογική μνήμη και η ανάγκη υπέρβασης του τραύματος. Στον ήχο μιας κιθάρας, ο Λιόσα συμπυκνώνει την πίστη του στη δύναμη της τέχνης,  όχι ως διασκέδαση, αλλά ως ηθική και πολιτική πράξη.

 

Με αυτό το κύκνειο άσμα, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα δεν υψώνει φωνή· προσφέρει τη σιωπή του,  και την αφιερώνει σε όσους ξέρουν να ακούν.

Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

Βιβλιοκριτική του Γιάννη Καλογερόπουλου για τις Ξαδέλφες της Aurora Venturini

 

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2025, 

NO14ME





Οι ξαδέλφες - Aurora Venturini

 

Δεν θα διάβαζα το μυθιστόρημα αυτό, όχι σύντομα τουλάχιστον, αν δεν δεχόμουν ισχυρές προτροπές σχεδόν ταυτόχρονα με την κυκλοφορία του. Μοιάζει, και ίσως να είναι, κατά κύριο λόγο μοναχική διαδικασία η χάραξη και η διάνυση του αναγνωστικού μονοπατιού, ωστόσο, συμβαίνει, αν είσαι τυχερός, κι εγώ θεωρώ εαυτόν τυχερό, να σου απλώνονται νήματα από αναγνώστες που εκτιμάς. Δεν είναι απλό να «πείσεις» κάποιον να παρεκτραπεί των επόμενων λίγων βημάτων του μονοπατιού, το πάθος στο βλέμμα είναι το πιο σύνηθες, η απλή επισήμανση πως το τάδε ή το δείνα βιβλίο είναι ωραίο δεν αρκεί, πάρα πολλά ωραία βιβλία υπάρχουν εκεί έξω. Στην περίπτωση της Αουρόρα Βεντουρίνι, γεννημένης στην Αργεντινή το 1921, και του βιβλίου της, το πάθος στο βλέμμα των τριών αναγνωστριών συνοδεύτηκε από δύο ακόμα συστατικά, εκείνο της ηλικίας της συγγραφέως όταν έγραψε το βιβλίο, ήταν ογδόντα πέντε ετών, και το απέστειλε χωρίς υπογραφή σε έναν διαγωνισμό υπό την προεδρία της Μαριάνα Ενρίκες, όπου και κέρδισε το πρώτο βραβείο, και ο πρόλογος της ήδη αγαπημένης συγγραφέως στην έκδοση, μια υπογραφή-εγγύηση για το περιεχόμενο.

 

Οι προσδοκίες εδώ είχαν να κάνουν κυρίως με την περιέργεια απόρροια της ηλικίας τής συγγραφέως. Έχω σημειώσει ξανά, αρκετές ίσως φορές, πόσο προκλητική και γοητευτική μου φαίνεται η διατήρηση ή και η γέννηση της φρεσκάδας σε αντιδιαστολή με τη φαινομενικά αναπόφευκτη συντήρηση που το πέρας της ηλικίας επιφέρει στην πλειοψηφία των ανθρώπων, ακόμα και εκείνων που κάποτε υπήρξαν ριζοσπαστικοί ή έτσι, τουλάχιστον, έδειχναν και ισχυρίζονταν. Πάντοτε θα θυμάμαι και θα μνημονεύω την περίπτωση του Χούλιο Κορτάσαρ. Δεν είναι λίγοι οι συγγραφείς που γράφουν ή συνεχίζουν να γράφουν σε μεγάλη ηλικία, η περιέργεια εδώ γεννήθηκε από το ύφος και την «πολιτική» των εκδόσεων Carnívora, που καθιστούν τον κατάλογό τους άκρως σύγχρονο, ειδικά των έργων που αποτελούν την κίτρινη σειρά. Όλων αυτών λεχθέντων, βρισκόμαστε στο αναγνωστικό κατώφλι, στο κυρίως διακύβευμα.

 

Μια πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια, η Γιούνα, εξιστορεί την ιστορία μιας φτωχής οικογένειας γυναικών, ξαδέλφες μεταξύ τους, που κάθε μία πάσχει και από κάποια γενετική ανωμαλία. Εκείνη, εξαιτίας του έμφυτου ταλέντου της και με την αρωγή ενός καθηγητή της, θα καταφέρει να γίνει μια πετυχημένη ζωγράφος. Βρισκόμαστε στην Αργεντινή της δεκαετίας του σαράντα.

 

Η ελάχιστη αυτή σύνοψη δεν προσφέρει και πολλά στον υποψήφιο αναγνώστη, ίσως και να μην του δημιουργεί καν την επιθυμία ανάγνωσης. Καταφυγή στο κλισέ: σημασία δεν έχει τόσο τι ιστορία θα αφηγηθείς αλλά ο τρόπος που θα το κάνεις. Και η Βεντουρίνι το κάνει περίφημα.

 

Σε μια εποχή που η ολοένα και μεγαλύτερη επικράτηση των πάσης φύσεως και μορφής σεμιναρίων δημιουργικής γραφής έχει ως αποτέλεσμα μια λογοτεχνία στρογγυλεμένη ακόμα και όταν αυτή η λείανση της επιφάνειας δεν συνάδει με το περιεχόμενο. Επίσης, η απομάγευση. Αναφέρομαι στην απόπειρα, αναπόφευκτα αποτυχημένη στο πλήρες εύρος της, για ποσοτικοποίηση και ποιοτική ανάλυση των συστατικών της καλής ή της ευπώλητης λογοτεχνίας, η μανία για να αποτυπωθεί στη θεωρία η κατασκευή και η λειτουργία του κάθε βιβλίου, λες και υπάρχουν απαντήσεις για τα πάντα, εδώ στις θετικές απαντήσεις και δεν έχουμε απαντήσεις για τα πάντα, κάθε άλλο, συχνά οι επιστήμονες φτάνουν μέχρι ένα σημείο και τότε αναγκάζονται να καταφύγουν σε υποθέσεις, σε μια άνω τελεία, ελπίζοντας πως το μονοπάτι θα συνεχιστεί στο μέλλον, αν μέχρι τότε δεν έχει αποδεχθεί αδιέξοδο και παραπλανητικό. Υποψιάζομαι πως αρκετές «φωνές» που από απόσταση χρόνων μας παίρνουν το μυαλό και γεννούν έναν ατόφιο ενθουσιασμό για τη μοναδικότητά τους, για τον ρηξικέλευθο χαρακτήρα τους, την επαναστατικότητά τους, επίσης, και όλα όσα προσέφεραν στο λογοτεχνικό ποτάμι, δεν θα υπήρχαν σήμερα, θα είχαν απορριφθεί ή θα είχε γίνει απόπειρα ομογενοποίησης.

 

Πίσω στο βιβλίο μας τώρα. Ακόμα ένα κλισέ: δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη. Το επίθετο μοναδικός, που τόσο θέλω να τοποθετήσω μπροστά από το ουσιαστικό γραφή στην περίπτωση της Βεντουρίνι, αναγκαστικά γίνεται καταχρηστικά, πώς αλλιώς. Ωστόσο, υπάρχει μια παγίδα, που νιώθω πως πρέπει να επισημάνω, μια σημείωση για έναν μεγαλύτερης ηλικίας εαυτό με ροπή στην επιλεκτική λήθη: το γεγονός πως διαβάζοντας ένα βιβλίο, μιλώντας για λογοτεχνία, μπορεί κάποιος να εντοπίσει ένα ή περισσότερα νήματα σύνδεσης με μια λογοτεχνική παράδοση ή και με έναν μόνο σημαντικό συγγραφέα, δεν σημαίνει, σε καμία περίπτωση, πως τα πάντα έχουν ήδη ειπωθεί με τον καλύτερο ή τον μοναδικό τρόπο. Η λογοτεχνία ήταν και πάντα θα είναι ένα φαινόμενο δυναμικό, ακόμα μια υποψία κλισέ, που ακολουθεί, συγχρονίζεται ή προηγείται της εποχής της. Ακόμα και όταν ακολουθεί, αυτό δεν σημαίνει πως στερείται αξίας ή ενδιαφέροντος, σε καμία περίπτωση, παρότι η νεκροφιλία αποτελεί ίδιον μερίδας αναγνωστών που απεγνωσμένα θέλουν να επιβεβαιώνουν όσα γνωρίζουν ή πιστεύουν πως γνωρίζουν για τον κόσμο.

 

Η περίπτωση της Βεντουρίνι καθίσταται ιδιαίτερη για ποικίλους λόγους. Η ιδιαίτερη αφηγηματική φωνή που επιλέγει, σύμφωνοι το έχουν κάνει και άλλοι, ας αφήσω εδώ να υπάρχει το όνομα του Φόκνερ, είναι ένας από τους λόγους. Ο σημαντικότερος ωστόσο θεωρώ πως είναι η απόφαση να τοποθετήσει την ιστορία της στη δεκαετία του σαράντα, όχι γιατί είναι απαραίτητο για την ιστορία ή γιατί αποτελεί πρωτεύουσα φιλοδοξία της να ανασύρει κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο από τη στέρνα του παρελθόντος, αλλά γιατί μοιάζει να βρίσκει ενδιαφέρουσα την ιδέα να μιλήσει για πράγματα γνώριμα, γυναίκες δυσκολεμένες στο πλαίσιο της εποχής τους, με τρόπο φαινομενικά μόνο παλιακό αλλά ταυτόχρονα διαχρονικό, σύγχρονο και επίκαιρο, ίσως για να μας επισημάνει πως σε κάθε εποχή ο τρόπος και μαζί του το λεξιλόγιο, το ορθό και το πρέπον διαφέρουν. Εδώ εντοπίζεται η φρεσκάδα και η αντίστιξη με την ηλικία της, η οξυδέρκεια στην παρατήρηση των αλλαγών, των εξελίξεων, των διεκδικήσεων (και) μέσα από τη λογοτεχνία.

 

Η διάχυτη αβεβαιότητα για το πώς στέκεται η συγγραφέας απέναντι στην πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια και μέσω αυτής απέναντι στις υπόλοιπες γυναίκες της ιστορίας, άραγε τη συμπονά ή την κοροϊδεύει, την αγαπά ή της είναι αδιάφορη, ένα άψυχο πιόνι στην παρτίδα που θέλει να αναπτύξει στο αφηγηματικό ταμπλό;, δίνει μια επιπρόσθετη του ύφους και της φωνής συνοχή στο μυθιστόρημα. Από αυτή την αβεβαιότητα πηγάζει επίσης η επίφοβη, τελικώς εκτελεσμένη άψογα, ισορροπία ανάμεσα στο γκροτέσκο και το σοβαρό, το κωμικό και το τραγικό, το υπερρεαλιστικό και το ακραία ρεαλιστικό. Η Βεντουρίνι αποτυπώνει επακριβώς τους όρους με τους οποίους γίνεται η συζήτηση για τα μη προνομιούχα άτομα, για τον τρόπο με τον οποίο ο όποιος ανθρωπισμός μας συνοδεύεται από μια απέχθεια και αποστροφή στο βλέμμα, ένα ευτυχώς εγώ δεν είμαι έτσι, την πολιτική ορθότητα του φαίνεσθαι, το πώς ένας ανάπηρος, ένα τέρας ίσως;, όπως η Γιούνα και όχι οι αποτυχημένες ξαδέλφες της, ξεχωρίζουν στο κοινωνικό σύνολο, σε καμία περίπτωση δεν ενσωματώνονται, δεν γίνονται μία από όλους μας, αλλά το ταλέντο τους, η δεξιοτεχνία τους, μας αναγκάζουν να τις κοιτάξουμε, έστω και πλάγια, έστω και αν πρέπει να αλλάξουν το όνομά τους ή και την ίδια τους την ιστορία, να προσαρμοστούν σε ένα κατασκεύασμα εαυτού. Και αυτό η Βεντουρίνι το πετυχαίνει αφήνοντας απλώς την Γιούνα να αφηγηθεί την ιστορία τους, με τον τρόπο που τότε θα γινόταν και σήμερα θα έμοιαζε προβληματικός έστω και με την ελάχιστη υποψία ετεροπροσδιορισμού, χωρίς να δοκιμάζει να κάνει δοκιμιακές και θεωρητικές παρεκβάσεις, όπως δηλαδή κάνει η καλή λογοτεχνία, αφήνοντας την ιστορία να στέκει διαρκώς στο προσκήνιο, χωρίς να εκβιάζει και να χάνει τον βηματισμό της, με ένα ελαφρύ μειδίαμα στα χείλη.

 

Διαβάζοντας το ωραίο, από πολλές απόψεις, βιβλίο της Βεντουρίνι σκεφτόμουν συχνά Το ακουστικό κέρας της Λεονόρα Κάρινγκτον, αν κάποιο από τα δύο βιβλία σας άρεσε, αναζητήστε το άλλο.

 

Μετάφραση Μαρία Αθανασιάδου, Θεώνη Κάμπρα, Αλίκη Μανωλά, Ιφιγένεια Ντούμη, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

Εκδόσεις Carnívora 

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

16 ποιητικοί αφορισμοί του Ντίνου Χριστιανόπουλου σε δύο αποδόσεις στα ισπανικά // 16 aforismos poéticos de Dinos Jristianópulos en dos versiones en español

 

16 ποιητικοί αφορισμοί του

Ντίνου Χριστιανόπουλου


16 aforismos poéticos de

Dinos Jristianópulos 

 

 

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος (Θεσσαλονίκη, 1931 - Θεσσαλονίκη, 2020) ήταν Έλληνας ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, εκδότης, βιβλιοκριτικός και ρεμπέτης. Το πραγματικό όνομά του ήταν Κωνσταντίνος Δημητριάδης. Οι παρακάτω «αφορισμοί» προέρχονται από το βιβλίο Μικρά ποιήματα (1975).

 

Dinos Jristianópulos (Salónica, Grecia, 1931 - 2020) fue poeta, escritor de cuentos, ensayista, traductor, investigador, folclorista, editor, crítico literario y cantante de rebético. Su verdadero nombre era Konstantinos Dimitriadis. Los siguientes aforismos poéticos proceden del libro Μικρά ποιήματα [Pequeños poemas], de 1975.

 

***

 

σε πήρα να μ’ επισκευάσεις

κι εσύ με ξεχαρβάλωσες

 

te quería para que me repararas

y tú me desvencijaste

 

te tomé para que me repararas

y tú me descacharraste

 

 

►◄

 

τίποτα δεν γιατρεύεται με το φιλί

νέα παράπονα ξεφυτρώνουν

 

nada se remedia con el beso

brotan reproches nuevos

 

nada se remedia con el beso

germinan nuevos pesares

 

 

►◄

 

κάθε φορά που βρέχει μοναξιά

φουσκώνουνε της ποίησης τα ρυάκια

 

cada vez que llueve soledad

crecen los arroyos de la poesía

 

cada vez que llueve soledad

se colman los riachuelos de la poesía

 

 

►◄

 

να ζούμε δίπλα σε πηγές και σε ποτάμια

και σεις να πίνετε νερά εμφιαλωμένα!

 

¡vivir junto a ríos y manantiales

para que vosotros bebáis agua embotellada!

 

viviremos junto a manantiales y ríos

mientras vosotros bebéis agua embotellada

 

 

►◄

 

και τι δεν κάνατε για να με θάψετε

όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος

 

lo que hicisteis por enterrarme

pero olvidasteis que era semilla

 

qué no hicisteis para enterrarme

pero olvidasteis que soy simiente

 

 

►◄

 

απόψε μ’ επιστράτευσε η νύχτα

για να της κάνω όλα τα χατίρια

 

me llama a filas hoy la noche

para que le conceda todos sus caprichos

 

hoy la noche me ha llamado a filas

para que cumpla todos sus caprichos

 

 

►◄

 

κάθε βράδυ η καμπάνα των σκελιών σου

με φωνάζει στον εσπερινό του πάρκου

 

cada noche la campana de tus piernas

me llama a las vísperas del parque

 

cada tarde la campana de tus piernas

me llama a las vísperas del parque

 

 

►◄

 

τι μικρό τι μεγάλο το μυρμήγκι

αρκεί να μη βρεθεί κάτω απ’ τη φτέρνα

 

sea grande o pequeña la hormiga

basta con que no esté bajo el talón

 

hormiga prequeña o grande que más da

basta con que no se halle debajo del talón

 

 

►◄

 

μου αρέσουν τα τρισύλλαβα σε -ίδι

απίδι

ξεφτίδι

σκουπίδι

και άλλα

 

me gustan los trisílabos en -ones 

melones                                

colchones                                        

cajones                                  

entre otros

 

me gustan los trisílabos en -ones 

cajones                                  

cejones                                            

copones                                 

y otros parecidos                  

                            

►◄

 

απ’ όλα τα αφηρημένα ουσιαστικά

πειράζει να εξαιρέσουμε τη μοναξιά;

 

¿de todos los sustantivos abstractos

importa que excluyamos a la soledad?

 

de todos los sustantivos abstractos

¿importa si excluimos la soledad?

 

 

►◄

 

σαν αυγό

με ρούφηξε η νύχτα

σαν τσόφλι

με πέταξε

 

como a un huevo

me succionó la noche

como cascarón

me desechó

 

como huevo

me sorbió la noche

como cáscara

me escupió

 

►◄

 

η αξία της γλάστρας

έγκειται στην τρύπα της

 

el valor de la maceta

reside en su agujero

 

el valor de una maceta

reside en su agujero

 

 

►◄

 

ντοπαρισμένος με χαμόγελα

αισιόδοξος ως το χαμό

 

dopado de sonrisas

optimista hasta la perdición

 

dopado con sonrisas

optimista hasta la perdición

 

 

►◄

 

στάξε μου το σάλιο σου

να γίνω λάσπη

ως πότε θα ’μαι

χώμα ξερό;

 

destílame tu saliva

hazme barro

¿hasta cuándo seré

tierra seca?

 

destílame tu saliva

conviérteme en barro

¿hasta cuándo seré

tierra seca?

 

 

►◄

 

«είναι βαθιές οι ρίζες»

καυχήθηκαν τα δέντρα στη μπουλντόζα

 

«son profundas las raíces»

se jactaban los árboles ante la excavadora

 

«nuestras raíces son profundas»

se jactaban los árboles frente al bulldozer

 

►◄

 

τα πάντα κρέμονται από μια κλωστή

μονάχα ο έρωτας κρέμεται από μια τρίχα

 

todo pende de un hilo

solo el amor pende de un pelo

 

todo pende de un hilo

solo el amor pende de un cabello

 

 

 

H «γαλάζια» απόδοση των ποιητικών αφορισμών του Ντίνου Χριστιανόπουλου στα ισπανικά είναι του Manuel González Rincón [Μανουέλ Γκονθάλεθ Ρινκόν] (Εκδόσεις Prokomun Libros, Μαδρίτη, 2023)· η «κίτρινη» απόδοση είναι προϊόν εργαστηρίου μετάφρασης που οργάνωσαν και συντόνισαν ο Eduardo Lucena και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος τον Ιανουάριο του 2025. Συμμετείχαν οι: Νεφέλη Εμμανουέλα Βολιώτη, Πάνος Γεράκης, Χριστίνα Δημητρίου, Λαμπρίνα Ιωάννου, Μαρία Κολεύρη, Ματίνα Μπίλλια, Χρυσούλα Ξένου, Μυρσίνη Πάρσαλη, Γεωργία Πατινιώτη, Γιώτα Ρόμπολα, Τζίνα Ρουμπέα, Βάσω Χρηστάκου, με επιμέλεια του καθηγητή και μεταφραστή Vicente Fernández González [Βιθέντε Φερνάντεθ Γκονθάλεθ].

 

 

La traducción “azul” de los aforismos poéticos de  Dinos Jristianópulos al español es de Manuel González Rincón (Prokomun Libros, Madrid, 2023); la traducción “amarilla” procede del taller de traducción que organizaron y coordinaron Eduardo Lucena y Konstantinos Paleologos en enero de 2025. Rarticiparon: Matina Bilia, Jristina Dimitríu, Lambrina Ioanu, Vaso Jristaku, María Kolevri, Mirsini Pársali, Yeorguía Patinioti, Yota Rómbola, Tzina Rumbea, Nefeli Emanuela Volioti, Jrisula Xenu, Panos Yerakis. Nuestro especial agradecimiento a Vicente Fernández González por su contribución en la revisión de la traducción amarilla.