Ν’ αγαπάς δίχως φόβο και να μπορείς
να το διηγείσαι
[https://www.fractalart.gr/enas-erotas-exo-ap-to-chrono/]
Γράφει η Γεωργία
Χάρδα*
Κάρμεν Γιάνιες: Ένας έρωτας έξω απ’
το χρόνο-Η ζωή μου με τον Λουίς Σεπούλβεδα», «Un amor fuera del tiempo»,
μετάφραση: Μαρία Αθανασιάδου, Θεώνη Κάμπρα, Αλίκη Μανωλά, Ιφιγένεια Ντούμη,
Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Opera
Το φιλί του Παρία
Πίνουν ο ένας τον άλλον/ ναι, γεύονται ο ένας τον
άλλον./Δοκιμάζουν τον καρπό της επιθυμίας./Αυτοί, οι ξένοι/μέσα στο
φιλί/ρουφούν το χυμό/του παράτολμου έρωτα.
Η Χιλιανή ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες
εξιστορεί έναν έρωτα που ξεπερνά τα όρια του χρόνου και της απώλειας. Πρόκειται
για μια συγκινητική εξιστόρηση του πάθους της με τον σπουδαίο συγγραφέα,
σκηνοθέτη και ακτιβιστή Λουίς Σεπούλβεδα. Η αφήγηση αποκαλύπτει όχι μόνο τον
έρωτα τους, αλλά και τη σύνθετη συναισθηματική και ιδεολογική σύνδεση που
μοιράστηκαν, μέσα από δύσκολες συνθήκες της εποχής τους. Στο ποίημα «Το φιλί
του Παρία» ο αναγνώστης νιώθει την ανάγκη της Γιάνιες να μιλήσει για μια σχέση
ζωής. Είναι αυτή η αίσθηση του φιλιού που μετατρέπεται σε πράξη επιθυμίας και
δημιουργεί την αίσθηση ενός καυτού συναισθήματος, που καλύπτει την ανάγκη για
ένωσή και ολοκλήρωση. Γράφει για να μην ξεχάσει ότι ο τρόμος της κόλασης είναι
εδώ και ζει μαζί μας… Η ανάγκη να διασωθούν οι προσωπικές και συλλογικές
ιστορίες από το σκοτάδι της λήθης και να μετατραπούν σε έργα τέχνης, είναι
αδιαπραγμάτευτη.
Γράφω για να διατηρήσω ζωντανή τη μνήμη, γιατί δίχως αυτής δεν υπάρχει μέλλον, γράφω για να μην ξεχάσω ότι ο τρόμος της κόλασης είναι εδώ και ζει μαζί μας, και είναι μια αιώνια αδελφοκτόνος μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό και τα μοναδικά μας όπλα είναι η λευκή κόλλα χαρτί που περιμένει να γίνει πομπός φανταστικών ιστοριών- που θα μας οδηγήσει να γνωρίσουμε άλλες πραγματικότητες, άλλα όνειρα που μοιάζουν ή όχι με τα δικά μας- και η πένα όπλα με τα οποία θα κατακτήσουμε τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Και γράφω γιατί δεν αρκούν οι ιστορίες για να διηγηθούν τους χτύπους της καρδιάς, τη ζεστασιά, τις φωτεινές και σκοτεινές πλευρές της ζωής, εκεί όπου η διάσταση των γεγονότων μετριέται μ’ εκείνα τα μικρά πράγματα από τα οποία είναι φτιαγμένη η καθημερινότητα του χρόνου και του χώρου. (σελ.9)
Με τις ιδιαίτερες αναμνήσεις της
από τον Σεπούλβεδα, η Γιάνιες «μεταμορφώνει» τη ζωή της σε ποίηση, προσφέροντας
έναν λόγο γεμάτο συναισθηματική αλήθεια. Οι λέξεις της αγγίζουν τα όρια της
αντίστασης, του πένθους και της θυσίας. Η μνήμη του έρωτα, της απώλειας και του
αγώνα διαποτίζει κάθε σελίδα, ενώ το προσωπικό της βίωμα δημιουργεί έναν
αδιάσπαστο δεσμό ανάμεσα στο προσωπικό και το συλλογικό.
Την πρώτη φορά που είδα τον
Λούτσο, δεν εντυπωσιάστηκα. Ψηλός, αδύνατος, με βλέμμα διαισθητικό που
παρατηρούσε τα πάντα, είχε έρθει παρέα με τον μεγάλο μου αδελφό. Εγώ καθόμουν
στο ολοκαίνουργιο γραφείο μου, δώρο γενεθλίων από τους γονείς μου, και τακτοποιούσα
τα χαρτάκια μου, τους πρώτους στίχους που ξεπηδούσαν από την ανυποψίαστη
εφηβεία μου. Ο αδελφός μου με χαιρέτησε με τρυφερότητα και μου σύστησε αμέσως
τον Λούτσο: «Από δω ο φίλος μου, ο συγκάτοικός μου στο σπίτι της ποιήτριας
Εσίλντα Γκρέβε».
Του έριξα μια λοξή ματιά
για ένα δευτερόλεπτο, του έσφιξα το χέρι σαν να ήθελα να κρατήσω τις
αποστάσεις. Ο αδελφός μου επενέβη βιαστικά για να με πληροφορήσει ότι
βρισκόμουν μπροστά σ’ έναν αληθινό ποιητή. Τον κοίταξα για πρώτη φορά και
χαμήλωσα τα μάτια με ταπεινοφροσύνη. Τότε, εκείνος πήρε μολύβι και χαρτί,
έγραψε ένα ποίημα και μου το αφιέρωσε. Πρώτο ανάμεσα στα χιλιάδες που θα μου
αφιέρωνε αργότερα, προμηνύοντας για μένα μια μοίρα ποιήτριας. (σελ.9)
-Γράφεις;
-Ναι, γράφω.
-Τι γράφεις;
-Ποίηση γράφω, του απάντησα με έπαρση.
Η συνάντηση της ποιήτριας με τον
Λουίς Σεπούλβεδα είναι γεμάτη αντιφάσεις και ένταση, από την αμήχανη πρώτη
επαφή μέχρι την αναγνώριση ενός μεγάλου έρωτα. Η γραφή της Γιάνιες αποτυπώνει
με αξιοθαύμαστη ευαισθησία την ουσία αυτής της σχέσης. Το βιβλίο δεν
περιορίζεται στην έκφραση της συναισθηματικής και σωματικής έντασης του έρωτα,
αλλά διεισδύει και στις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.
Θυμάμαι ότι ήμουν τρομερά
ντροπαλή, τόσο πολύ που τρόμαζα και η ίδια. Μερικές φορές αναρωτιόμουν: «Πώς
είναι δυνατόν ο Λούτσο να ερωτευθεί κάποια σαν εμένα;» «Σου έφαγαν τη γλώσσα τα
ποντίκια;» με κορόιδευε με τους στίχους του τραγουδιού ενός πολύ δημοφιλούς
αργεντινού τραγουδιστή της εποχής της εφηβείας μας, του Λεονάρντο Φάβιο. Ναι, η
συστολή μου ήταν αρρωστημένη. (σελ. 24) [..]Η πρώτη επαφή της σάρκας,
συγκλονιστική, αν και κάπως επώδυνη και έντονη. Θυμάμαι την εσωτερική πάλη
ανάμεσα στους φόβους και την αδεξιότητα μου και τη φύση μου που διεκδικούσε το
κορμί του. Εκείνη τη μέρα γύρισα σπίτι αργότερα από το συνηθισμένο. Οι γονείς
μου έλειπαν. Από το ίδιο εκείνο βράδυ, το προαισθανόμουν: είχα μείνει έγκυος.
(σελ.43-44)
Η Χιλιανή ποιήτρια
φυλακίστηκε και βασανίστηκε το 1975 στη Βίλα Γκριμάλντι από το καθεστώς του
δικτάτορα Πινοσέτ. Στο βιβλίο της προσπαθεί να αποκαταστήσει τις πληγές του
παρελθόντος, αποτυπώνοντας τις φρικαλεότητες της εποχής με έναν έντονα
προσωπικό και πολιτικό λόγο. Η γραφή της δεν προσφέρει μόνο μια βαθιά
συναισθηματική εμπειρία στον αναγνώστη, αλλά αποκαλύπτει και την λογοτεχνική
αξία του έργου της.
Βρισκόμουν στη διαβόητη
Βίλα Γκριμάλντι, στη Μητροπολιτική Περιφέρεια, στις πλαγιές που πλαισίωναν την
οροσειρά των Άνδεων, από τη μεριά της Κοινότητας του Πενιαλολέν. Ένα από τα
παράνομα σπίτια βασανιστηρίων της δικτατορίας του Πινοτσέτ, απ’ όπου πέρασαν
γύρω στα 5.000 άτομα, άντρες, γυναίκες, γέροι, νέοι και παιδιά.[..] Μου
ξανάδεσαν τα μάτια και μου κρέμασαν έναν αριθμό, σαν φυλαχτό: 824. [..] Η
δεύτερη ερώτηση πάντα μου προξενούσε μια αμηχανία: «Πώς μπόρεσες και σώθηκες;»
λες και η επιβίωσή μου εξαρτιόταν από εμένα. «Ε, λοιπόν, ακόμα δεν ξέρω» τους
λέω. Είναι θέμα τύχης. Το βάρος που κουβαλάω είναι ήδη αρκετά μεγάλο για να
μπορώ να σηκώσω κι αυτήν την απορία. (σελ.93-97, 98)
Ο αγωνιστής της ελευθερίας Λουίς
Σεπούλβεδα, στις 16 Απριλίου του 2020, αφήνει την τελευταία του πνοή, σε ηλικία
70 ετών στο Οβιέδο της Ισπανίας από κορονοϊό. Η σύντροφός του περιγράφει
αναλυτικά τις τελευταίες στιγμές. Ο Σεπούλβεδα συνδέθηκε με τη δημοκρατική
επανάσταση του Αλιέντε και σε όλη του τη ζωή παρέμεινε πνεύμα ανυπακοής.
Προασπιστής της δημοκρατίας στη χώρα του, έδωσε μάχη για τα δικαιώματα των
αυτόχθονων πληθυσμών. Ο συγγραφέας του Γέρου που διάβαζε ιστορίες
αγάπης, του υπέροχου γάτου Ζορμπά έφυγε ξαφνικά αφήνοντας σε όλους μας
ένα αίσθημα κενού.
Κι αυτή η γη συνέχισε να
γυρίζει, σαράντα οκτώ μέρες με τις νύχτες τους, και την προτελευταία μέρα είχα
το προνόμιο να του κρατήσω τα χέρια, εκείνα τ’ αγαπημένα χέρια που μπορούσα ν’
αναγνωρίσω μέσα σ’ ένα σκηνικό πόνου και θανάτου, και παρόλο που τα ένιωθα
κρύα, ήταν τα ίδια χέρια που έκαναν τις καθημερινές δουλειές της ζωής,
αγαπώντας, γράφοντας, μαγειρεύοντας, φυτεύοντας και κάνοντας τον κόσμο πιο
γλυκό και πιο βιώσιμο.
Δεν ξύπνησε ποτέ ξανά. (σελ.183)
«Ονειρέψου με για να ονειρευτώ το
στόμα σου» θα πει η ποιήτρια στο «Πένθος». Αυτή η φράση τονίζει την έννοια της
αφοσίωσης και της προσμονής του αγαπημένου. Το «στόμα» δεν είναι μόνο ένα
φυσικό στοιχείο της ομιλίας και της επικοινωνίας, αλλά και μια έκφραση του
πόθου, της επιθυμίας και της συναισθηματικής επαφής μέσω του φιλιού ή της
λέξης. Το «όνειρο, συνδέει την πραγματικότητα με το ασυνείδητο και τις κρυφές
επιθυμίες που διαμορφώνουν την ανθρώπινη εμπειρία. Το πένθος της Γιάνιες δεν
είναι απλώς μια διαδικασία θλίψης, αλλά και μια υπαρξιακή ανανέωση, μια νέα ζωή
που αναδύεται μέσα από την απώλεια.
Το πένθος
[..] Κατοίκησέ με και θα γίνω η μνήμη σου.
Αγκάλιασέ με και θα γίνω τα χέρια σου
Για να υψωθώ σ’ αυτή τη νυχτερινή μοναξιά.
Επισκέψου με και θα γίνω η καρδιά σου, να πάλλομαι
Με την αγάπη σου.
Ονειρέψου με για να ονειρευτώ το στόμα σου.(σελ. 185)
Η χιλιανή ποιήτρια Κάρμεν
Γιάνιες, (Carmen Yañez, 1952, Σαντιάγο) συνελήφθη το 1975 από τους
στρατιωτικούς του δικτάτορα Πινοτσέτ, φυλακίστηκε και βασανίστηκε στον
περιώνυμο τόπο μαρτυρίου της Βίλα Γκριμάλντι, για να βρεθεί ημιθανής σε μια
χωματερή του Σαντιάγο. Σύντροφος από τα μετεφηβικά χρόνια του διάσημου
αντιστασιακού συγγραφέα Λουίς Σεπούλβεδα και μητέρα του πρώτου του παιδιού, ζει
στην παρανομία μέχρι το 1981 και σώζεται χάρη στην παρέμβαση του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών που τη φυγαδεύει μαζί με το γιο τους στη Σουηδία. Από το 1997
ζει στη Χιχόν της βόρειας Ισπανίας με τον Λ. Σεπούλβεδα. Το 2002, τιμήθηκε με
το διεθνές βραβείο ποίησης Nicolás Guillén.
*Η Γεωργία
Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου