Τρομακτικό
ταξίδι του χαμού
Η δαντική πορεία των καταραμένων από την Κεντρική Αμερική προς τις ΗΠΑ
Το τελευταίο σύνορο προς τη «γη της
επαγγελίας» για τους φτωχοδιάβολους της Λατινικής Αμερικής είναι ο Ρίο Γκράντε,
ο ποταμός που χωρίζει το Μεξικό από τις ΗΠΑ. Οι περισσότεροι δεν καταφέρνουν
καν να φθάσουν εκεί. Αλλά κι αν φθάσουν, πλέον τους περιμένουν ο αμερικανικός
στρατός και οι διαταγές του Τραμπ...
Κυριάκος Αθανασιάδης, Καθημερινή, 02.02.2025
ΕΜΙΛΙΑΝΟ ΜΟΝΧΕ
Ρημαγμένοι τόποι
μτφρ.: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
εκδ. Carnívora, 2025, σελ. 376
Υπάρχουν πολλά λογοτεχνικά είδη,
αλλά η μεταναστευτική λογοτεχνία σημαδεύει την καρδιά σου όσο λίγα. Σχεδόν
περισσότερο από κάθε άλλη –τουλάχιστον στο κομμάτι εκείνο της πεζογραφίας που
δεν ανήκει στο φανταστικό, και ειδικά στον τρόμο– κατορθώνει να εξερευνά τόσο
βαθιά την πιο σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ψυχής. Εδώ, τίποτε δεν έχει αξία·
όλα είναι πιθανά, και ζοφερά· ο άνθρωπος δεν έχει πια όνομα, είναι ένα
κινούμενο αντικείμενο που πρωταρχικό του μέλημα είναι να φοβάται – εφόσον
καταφέρνει ακόμα να νιώθει φόβο, σημαίνει πως ζει.
Συμβαίνει το εξής με το Μεξικό: μολονότι όλοι ξέρουμε πως ανά
πάσα στιγμή χιλιάδες Μεξικανοί βρίσκονται στον δρόμο, ή κρεμασμένοι από το
Τέρας, το «Τρένο του Θανάτου», επιχειρώντας να περάσουν πάση θυσία τα σύνορα με
τις ΗΠΑ, αγνοούμε πως το ίδιο κάνουν ακόμη περισσότεροι φτωχοδιάβολοι από χώρες
της Κεντρικής, ως επί το πλείστον, Αμερικής, που βρίσκονται σε ακόμη χειρότερη
κατάσταση από το Μεξικό – Γουατεμάλα, Ελ Σαλβαδόρ, Ονδούρα… Οι άνθρωποι αυτοί,
πολεμώντας να βρουν μια δεύτερη ευκαιρία για τη ζωή τους, πουλάνε ό,τι έχουν
και δεν έχουν, βάζουν το βιός τους σε ένα σάκο, διασχίζουν τα νότια σύνορα του
Μεξικού και αφήνονται, εκεί, στα άπληστα χέρια ντόπιων διακινητών –που
συνεργάζονται με διεφθαρμένους στρατιωτικούς– για να τους οδηγήσουν μέσα από
χερσότοπους, δάση και ζούγκλες στα σύνορα με τις ΗΠΑ. Ή έτσι πιστεύουν. Με άλλα
λόγια, παραδίδονται στην ίδια την Κόλαση. Το βιβλίο αποκτά άλλη επικαιρότητα μετά την επανεκλογή Τραμπ και τα μέτρα που πήρε αμέσως
στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό.
Πώς είναι να
εναποθέτει κανείς τη ζωή και τα όνειρά του στα άπληστα χέρια Μεξικανών
διακινητών.
Οι «Ρημαγμένοι τόποι» του Εμιλιάνο Μόνχε (ένας από τους Μεξικανούς συγγραφείς που
ριψοκινδυνεύουν γράφοντας Λογοτεχνία των Συνόρων) δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο.
Μπορεί να διαβάζεται απρόσκοπτα, σχεδόν βουλιμικά, να γυρνάς τη μια σελίδα μετά
την άλλη απολαμβάνοντας τη γλώσσα (η μετάφραση είναι έξοχη), μα εύχεσαι
παράλληλα όλα αυτά να ήταν ψέματα, υπερβολές, να ανήκαν σε άλλο είδος – να
διάβαζες μια ιστορία φαντασίας. Δεν είναι όμως έτσι. Έχουμε να κάνουμε με
σκληρό ρεαλισμό εδώ. Εξ ου και ο αναγνώστης δεν θα αποφύγει να νιώσει θλίψη,
φόβο, αδυναμία· έναν πόνο στο στομάχι. Μπαίνοντας σε αυτό το δαντικό
μυθιστόρημα του χαμού, εγκαταλείπουμε κάθε ελπίδα.
Όμως συμβαίνει και κάτι άλλο εδώ,
κάτι απρόοπτο: ο Μόνχε δεν σταματά στην περιγραφή της τραγωδίας των ανώνυμων
μεταναστών. Αντίθετα, δίνει φωνή και βάθος στους δύο αρχηγούς των διακινητών,
τον βάναυσο Επιτάφιο και την αμείλικτη Επιτύμβια, και στον έρωτά τους. Με τη
διαφορά ότι αυτός ο έρωτας είναι οργανικό κομμάτι του τρόμου που αντηχεί
υπόκωφα, αχαλίνωτα, από την πρώτη σελίδα του βιβλίου έως την τελευταία. Ενός
βιβλίου διανθισμένου με θραύσματα από πραγματικές ιστορίες μεταναστών και με
βασικό πρωταγωνιστή τη ζούγκλα και τις βρυχώμενες, θανάσιμες σκιές που κρύβει.
Η εκδότρια Ασπασία Καμπύλη μάς μίλησε για αυτό το ωμό, σοκαριστικό, χωρίς
ελπίδα, διαφυγή και οίκτο βιβλίο –μια πραγματική πολυφωνική τραγωδία, γεμάτη
όμως μουσική και ποίηση–, και την ευχαριστούμε: «Στους “Ρημαγμένους τόπους”
τίθεται υπό αμφισβήτηση ένα κοινωνικό σύστημα που έχει αποδεχθεί τη βία ως
κομμάτι της καθημερινότητας. Μέσω των διακειμενικών αναφορών δημιουργείται μια
αφήγηση που ξεπερνά τα όρια του μυθιστορήματος και εντάσσει τον συγγραφέα στην
αποκαλούμενη Λογοτεχνία των Συνόρων ή Λογοτεχνία του Βορρά του Μεξικού,
δεδομένου ότι ο Βορράς του Μεξικού δεν είναι απλώς γεωγραφία, τον διαχωρίζει
από την υπόλοιπη χώρα ένας ιδιαίτερος τρόπος να σκέφτεσαι, να αισθάνεσαι και να
μιλάς, που προέρχεται από τη διαρκή μάχη κόντρα στο μέσο έκφρασης και στην ξένη
και άκρως μεταδοτική κουλτούρα των γκρίνγκος. Ο όρος ανάγεται στη δεκαετία του
’80 και αναφέρεται σε συγγραφείς γεννημένους ή εγκατεστημένους στις έξι
συνοριακές πολιτείες ή σε πόλεις του Βορρά, οι οποίοι δίνουν έμφαση στην ανάγκη
της αναδημιουργίας της αποικιακής αφήγησης και της αμφισβήτησης της
μοντερνικότητας από μια κοινωνία παγκοσμιοποιημένη. Σε μεγάλο βαθμό, κύριο θέμα
στις αφηγήσεις τους είναι η βία απέναντι στον άλλο, ο εκφοβισμός ανάμεσα και
εναντίον όσων μοιράζονται τις δύο πλευρές των συνόρων, εναντίον συμπολιτών,
ανδρών, γυναικών, ενώ χαρακτηριστικά στοιχεία της εν λόγω αφήγησης είναι η
κριτική ή ακόμα και η πολεμική εκ μέρους των συγγραφέων, η έμφαση στην
υποκειμενικότητα των χαρακτήρων, η παραβίαση με κάθε τρόπο του γυναικείου
κορμιού, η συνεχής αναφορά στην ετερότητα, η αντιπαράθεση των λογοτεχνικών ειδών
και η αποδόμηση της γλώσσας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου