Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

Λουίς Χόρχε Μπόνε: Μυστικά δωμάτια. Περί ασθένειας, πόνου και σώματος στη λογοτεχνία [ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ]

 

Το ίδιο άτομο, αλλά στο τετράγωνο

 

Αξίζει να αναρωτηθούμε αν έχουμε δίκιο να θεωρούμε, σε γενικές γραμμές, την ασθένεια ως μια δυσμενή κατάσταση, ως μια βαθμιαία παρακμή των δυνάμεών μας. Για τον αμερικανό νευρολόγο και δοκιμιογράφο Όλιβερ Σακς, η ασθένεια μπορεί να αποδειχθεί μια κρίσιμη στιγμή που αναγκάζει σε ριζική αναδιάρθρωση του εγώ. Μια νέα κατάσταση των εσωτερικών πραγμάτων που μας παρέχει τις άγνωστες, αλλά όχι ανεξήγητες, αρχές ενός νέου τρόπου αντίληψης, μιας καινοφανούς ταυτότητας.

Η κάθε κλινική περίπτωση που αναπλάθει ο Σακς στα βιβλία του με ιατρικές ιστορίες φιλοδοξεί να οδηγήσει προς μια ευρύτερη κατανόηση των «δεινών, ασθενειών και ψυχικών διαταραχών που μπορούν να διαδραματίσουν έναν παράδοξο ρόλο, αποκαλύπτοντας δυνατότητες, στάδια ωρίμανσης ή εξέλιξης, λανθάνοντες τρόπους ζωής, που πιθανόν να μην τους βλέπαμε ποτέ, ούτε καν να τους φανταζόμαστε εν τη απουσία εκείνων. Είναι το παράδοξο της ασθένειας [...] το δημιουργικό της δυναμικό». Σε κάθε ιστορία που ανασύρει από το αρχείο του και από το συγκειμενικό της πλαίσιο, ο νευρολόγος αναφέρεται στο παράδοξο της ασθένειας «που μπορεί να παρουσιαστεί ως παράγων ευημερίας [...] μια από τις ψευδαισθήσεις, τα τεχνάσματα και τις ειρωνείες της φύσης», γεγονός που μπορεί να οδηγήσει τον ασθενή στο να ταυτιστεί με το άβαταρ που η ασθένεια ανασύρει στην επιφάνεια της προσωπικότητάς του.

Στο κεφάλαιο «Η νόσος του Μικρού Θεού» που περιλαμβάνεται στο βιβλίο Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο, ο Σακς αφηγείται την ιστορία μιας ενενήνταχρονης γυναίκας της οποίας η προσωπικότητα επηρεάστηκε από μια λανθάνουσα σύφιλη που ξαφνικά ενεργοποιήθηκε. Η ασθενής, η Νατάσα K., είχε εργαστεί σε οίκο ανοχής πριν από εξήντα χρόνια (και είχε αντιμετωπίσει φαρμακευτικά τη λοίμωξή της πριν εφευρεθεί η πενικιλίνη)· στα γεράματα, η αναζωπύρωση της νόσου που μετεξελίχθηκε σε νευροσύφιλη την καθιστούσε απρόσμενα δραστήρια και «παιχνιδιάρα».

Η γυναίκα δεν προσέτρεξε στους γιατρούς προς αναζήτηση θεραπείας, αλλά ισορροπίας· ανησυχούσε ότι αυτό θα πήγαινε παραπέρα, αλλά η σκέψη να χάσει το επανακάμψαν σφρίγος, της προκαλούσε αναστάτωση. Δεν ήθελε να απαλλαγεί από την ασθένεια. Οι γιατροί τής έδωσαν μια θεραπεία που σκότωνε τις σπειροχαίτες, αλλά η εγκεφαλική βλάβη που προκαλούσε την άρση των αναστολών ήταν μόνιμη, αυτό ακριβώς που ήθελε η ηλικιωμένη γυναίκα. Άλλη μια ικανοποιημένη πελάτης.

«Μια ασθένεια», δηλώνει ο Σακς, «δεν είναι ποτέ απλώς μια απώλεια ή μια υπέρβαση των ορίων· υπάρχει πάντα μια αντίδραση εκ μέρους του πληγέντος οργανισμού/ατόμου για αποκατάσταση, αναπλήρωση, αντιστάθμιση και διατήρηση της ταυτότητάς του, όσο περίεργα κι αν είναι τα μέσα τα οποία μπορεί να μετέλθει. Η μάχη, ειδικά στη νευρολογία –αλλά με ισχυρές πιθανότητες να τύχει εφαρμογής και σε άλλους τομείς της ιατρικής– δίδεται για τη διατήρηση μιας ισορροπίας ή, ελλείψει αυτής, για την επίτευξη μιας ταυτότητας (ακόμα κι αν πρόκειται για μια ταυτότητα-παράγωγο της προηγούμενης)». Η ασθένεια, συνεπώς, ως η καλύτερη εκδοχή του εαυτού; Πιθανόν η ανάδυση δημιουργικών δυνάμεων εκεί όπου κάποιος θα περίμενε μείωση της ζωτικότητας, το ξύπνημα της εσωτερικής ζωής ως παρενέργεια των παθήσεων του σώματος.

Η ρομαντική σκέψη αναβίβασε τη σύφιλη στην κατηγορία ενός αλάνθαστου οργανικού πυροδότη. Υπήρχε η πεποίθηση ότι η ασθένεια θα κατέστρεφε τελικά τον καλλιτέχνη που την είχε κολλήσει, αλλά πρώτα θα του έφερνε χρόνια –δεκαετίες, με λίγη δόση τύχης– πυρετώδους δημιουργικής δραστηριότητας· η συφιλιδική ιδιοφυΐα, ικανή να κεφαλοποιήσει το κακό που τη βρήκε υπέρ της τέχνης, πλήρωνε το φαυστικό σύμφωνο –και, παρεμπιπτόντως, σφράγιζε την αθανασία και τον μύθο της– με το πυρακτωμένο αντίτιμο της παραφροσύνης.

Γερόντισσες που συντονίζονται με το ραδιοφωνικό σήμα των παιδικών τους χρόνων. Πλαστικοί καλλιτέχνες που η καινοτομία τους έγκειται στην ατελή αντίληψή τους. Ένα αφασικό άτομο που η ασθένειά του φαίνεται να του αυξάνει την αίσθηση του χιούμορ και την κριτική του ικανότητα, απόδειξη ότι οι λόγοι των πολιτικών μόνο γέλιο του προκαλούν. Στον πρόλογό του στο Ένας ανθρωπολόγος στον Άρη, ο Σακς επιστρέφει σε αυτό το θέμα και αμφισβητεί την ανελαστικότητα των εννοιών «υγεία» και «ασθένεια», δηλώνοντας ότι ίσως «δεν πρέπει να τις βλέπουμε πλέον με τυποποιημένους όρους, αλλά ως κάτι που αφορά την ικανότητα του οργανισμού να δημιουργεί μια νέα οργάνωση και μια νέα τάξη που να ταιριάζουν με την προδιάθεσή και τις απαιτήσεις του, τόσο ειδικών αναγκών όσο και διαταραγμένες».

Μελετώντας την ασθένεια υπό αυτή τη δυναμική και μη δυαδική οπτική γωνία, «μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά», λέει ο Σακς στο τέλος της ιστορίας του για τη σύφιλη, «όπου όλες οι συνήθεις εκτιμήσεις μπορεί να αποκτήσουν εντελώς άλλο νόημα, όπου η ασθένεια μπορεί να είναι ευεξία και η κανονικότητα ασθένεια, όπου η διέγερση μπορεί να είναι σκλαβιά ή απελευθέρωση, και όπου η πραγματικότητα μπορεί να βρίσκεται στη μέθη, όχι στη νηφαλιότητα. Είναι το βασίλειο του Μικρού Θεού Έρωτα και του Διονύσου».

Θυμόμαστε λοιπόν ότι στην αρχαιότητα η προέλευση όλων των δεινών αποδιδόταν στην απουσία ή στην παρουσία θεών και δαιμόνων. Αμφότεροι χρησιμοποιούσαν τους ανθρώπους ως καμβάδες για να εκφράσουν τα πάθη τους και ως οχήματα για να διοχετεύσουν τη θέλησή τους. Το να είσαι υπό την εξουσία του δαιμονίου δεν ήταν απαραίτητα κακό. Ούτε απαραίτητα καλό. Ήταν, πάνω απ’ όλα, η πρόσβαση σε ένα άλλο στάδιο της φύσης ενός εκάστου, ένας υβριδικός και απρόσμενος τρόπος ύπαρξης.




Τα Μυστικά δωμάτια αποτελούνται από διαβάσματα, ιστορίες και μαρτυρίες που επιδιώκουν να εμβαθύνουν στον τρόπο με τον οποίο το πάσχον σώμα μάς προσφέρει έναν τρόπο να αφηγηθούμε τον εαυτό μας, να ανακαλύψουμε ξανά την ταυτότητά μας έστω και μέσα από τις λογιών λογιών απώλειες. 

Σε αυτό το πνευματώδες δοκίμιο, προϊόν ευρυμάθειας και προσωπικού τρόπου γραφής, ο Λουίς Χόρχε Μπόνε μας προσφέρει μια προσέγγιση σε διάφορες πτυχές της ασθένειας και του πόνου στη λογοτεχνία προκειμένου να μας αποκαλύψει τις τεράστιες μετασχηματιστικές δυνατότητές τους. Ο συγγραφέας μιλάει για την ασθένεια ως καθρέφτισμα και αφήγηση, αλλά και ως το παράδοξο του ευφρόσυνου βασανιστηρίου από το οποίο υποφέρουν οι ερωτευμένοι· για τον πόνο ως όχημα μεταμόρφωσης, για το σώμα ως πηγή ευχαρίστησης και ως φυλακή θλίψης...

 

Τα μυστικά δωμάτια της λογοτεχνίας είναι οι γωνιές εκείνες οι οποίες κατοικούνται από σωματικές και ψυχικές παθήσεις, εκεί όπου διαδραματίζονται ο πόνος και ο θάνατος: αυτή η διπλή φλόγα που, με το σκοτεινό φως της, ορίζει τη ζωή.

 

Οι ιδέες και τα έργα των Σίλβια Πλαθ, Αμπιγαέλ Μποόρκες, Σούζαν Σόνταγκ, Τζόαν Ντίντιον, Νταβίδ Ουέρτα, Ρομπέρτο Μπολάνιο, Όλιβερ Σακς, Κάρσον Mακ Κάλερς και Μαρία Λουίσα Πούγα, μεταξύ πολλών άλλων, είναι μερικές από τις πηγές στις οποίες ανατρέχουν τα Μυστικά δωμάτια. Ο συγγραφέας επικεντρώνεται σε βιβλία που εκδόθηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, για να προχωρήσει στην ανάγνωση της λογοτεχνικής παράδοσης της ασθένειας όπως αυτή απαντάται στο Μαγικό βουνό ή στην Πανούκλα, αναφορές οι οποίες, ως αποτέλεσμα της επιστημονικής και ιατρικής προόδου, καθώς και της εξέλιξης των κοινωνιών ως προς τις συνήθειές τους και τα ηθικά ζητήματα που τις απασχολούν, μπορεί να μας φαίνονται σήμερα κάπως παρωχημένες. Τα Μυστικά δωμάτια συμπυκνώνουν περισσότερα από δέκα χρόνια γραφής και προβληματισμού και προσφέρουν ένα ταξίδι γεμάτο ανακαλύψεις μέσα στα δαιδαλώδη εδάφη του σώματος και των ορίων του.

Το δοκίμιο του μεξικανού δοκιμιογράφου Luis Jorge Boone, Cámaras secretas. Sobre la enfermedad, el dolor y el cuerpo en la literatura, θα κυκλοφορήσει εντός του 2024 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης σε μετάφραση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου