Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

Απλήρωτοι μεταφραστές την εποχή της κρίσης, του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου

Παρά την τεράστια σημασία της για την ενημέρωση και την αγωγή του αναγνωστικού κοινού, αλλά και για την επικοινωνία μεταξύ πολύ διαφορετικών πολιτισμών, η λογοτεχνική μετάφραση υπήρξε ανέκαθεν στην Ελλάδα μια παραγνωρισμένη δραστηριότητα. Σήμερα, μολονότι υπάρχει μια θεαματική άνοδος τόσο της μεταφραστικής παραγωγής όσο και του επιπέδου των μεταφραστών, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει θεαματικά. Πώς ακριβώς, όμως, πορεύονται η μετάφραση και οι μεταφραστές στη χώρα μας υπό συνθήκες κρίσης; Κι επίσης, ποιο είναι το παρελθόν και το παρόν του μεταφραστικού επαγγέλματος; «Τα τελευταία χρόνια η ζήτηση για μεταφράσεις από τα ισπανικά έχει πέσει θεαματικά», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που διδάσκει μεταφρασεολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και είναι μεταφραστής, μεταξύ άλλων, του Ερνέστο Σάμπατο και του Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν: «Ακόμα κι αν πάρει κανείς μετάφραση, θα πληρωθεί τα μισά από,τι πριν. Η προτίμηση για την αγγλόφωνη λογοτεχνία είναι συντριπτική, αλλά, ευτυχώς, για τους ισπανόφωνους συγγραφείς ενδιαφέρονται τώρα οι μικρότεροι εκδότες. Κυνηγώντας τα βιβλία που μου άρεσαν κι όχι τις μεγάλες εμπορικές επιτυχίες, στράφηκα κι εγώ σε μικρούς εκδότες. Για να επιστρέψω στο θέμα της αμοιβής, κάποιες πρόσφατες μεταφράσεις μου από τα καταλανικά πληρώθηκαν καλά γιατί ήταν επιδοτούμενες, αλλά, αν πρέπει να σκεφτώ το σύνολο, από τα πενήντα περίπου βιβλία που έχω μεταφράσει, καλά πληρωμένα είναι μόνο τρία ενώ υπάρχουν και κάποιες μεταφράσεις μου οι οποίες ενώ έχουν παραδοθεί, δεν έχουν κυκλοφορήσει».
Για να πάμε, όμως, πριν από την κρίση, πώς προχώρησε και πώς εξελίχθηκε το επάγγελμα του μεταφραστή στη χώρα μας όλα τα προηγούμενα χρόνια; «Στις αρχές του 20ου αιώνα στη μετάφραση κυριαρχούν οι άνθρωποι της λογιοσύνης ενώ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας  του 1950 τον πρώτο λόγο έχουν οι αριστεροί διανοούμενοι, που καταφεύγουν στη λογοτεχνική μετάφραση για λόγους βιοποριστικούς», εξηγεί η Μαρία Παπαδήμα, η κατ’ εξοχήν μεταφράστρια του Φερνάντο Πεσσόα στα ελληνικά, που διδάσκει στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών: «Οι αριστεροί μεταφραστές άνοιξαν τον δρόμο προς την παγκόσμια λογοτεχνία, αλλά η μεγάλη αλλαγή του τοπίου θα γίνει στις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Τότε θα εμφανιστούν στην αγορά μεταφραστές με ειδικές σπουδές και υψηλή κατάρτιση, που θα μεταφράσουν χωρίς στρογγυλέματα και ωραιοποιήσεις, με πλήρη συνείδηση των μεταφρασεολογικών προβλημάτων. Η κατάσταση, παρόλα αυτά, με τους εκδότες δεν άλλαξε και από,τι φαίνεται δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε στο μέλλον. Τα κριτήρια έμειναν τα ίδια χωρίς κανένας να παρουσιάσει καμία έφεση προς κάποια εξέλιξη ή εξειδίκευση. Όσο για την κρίση, ήταν η καλύτερη ευκαιρία για τους εκδότες προκειμένου να ρίξουν κι άλλο τις τιμές. Ποιος μπορεί να κατακρίνει στις ημέρες μας μια μέτρια μεταφραστική δουλειά αφού ο μεταφραστής θα πληρωθεί, ό,τι κι αν συμβεί, πολύ πιο κάτω από το μέτριο; Επίσης, στο εξωτερικό όλοι ξέρουν ποιος μεταφράζει τι. Εδώ όχι μόνο δεν υπάρχει η παραμικρή διάκριση, αλλά για να αναγνωριστεί κάποιος ως καλός μεταφραστής, θα πρέπει να βασιστεί και σε μια πρόσθετη ιδιότητα. Όσο για την πραγματική πληρωμή μιας μετάφρασης, δεν ξεπερνάει την αμοιβή μιας καθαρίστριας». 
Στις μεγάλες αλλαγές που επήλθαν στην ποιότητα των μεταφράσεων τις τελευταίες δεκαετίες αναφέρεται και η Κατερίνα Σχινά, δημοσιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και μεταφράστρια ενός ευρύτατου φάσματος αγγλόφωνης λογοτεχνίας: «Η μετάφραση αρχικά γινόταν στο περιθώριο άλλων δραστηριοτήτων. Μετά ήρθαν οι άνθρωποι της Αριστεράς, που μας έφεραν σε επαφή με τη μεγάλη ξένη λογοτεχνία, αλλά δεν προσήλκυσαν το ενδιαφέρον ουδενός. Ο Άρης Αλεξάνδρου έλεγε πως ακόμα και οι κριτικοί της λογοτεχνίας δεν νοιάστηκαν ποτέ για τη μετάφραση. Κι ενώ σήμερα οι μεταφραστές έχουν προχωρήσει πολύ, φτιάχνοντας μια μετάφραση που είναι αντηχείο και ισοδύναμο του πρωτότυπου κειμένου, κι ενώ διατίθενται πολλές και καλές μεταφράσεις, κι ενώ έχουν παίξει τον ρόλο τους στη γενικότερη αναβάθμιση τα μεταφραστικά βραβεία, οι αμοιβές είναι πολύ πιο κάτω από,τι πριν από μια δεκαετία. Κι αυτό θα πλήξει μοιραία, αν δεν την έχει ήδη πλήξει, και τη μεταφραστική ποιότητα».                                        

To κείμενο του Β. Χατζηβασιλείου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα στις 28 Σεπτεμβρίου 2015.                  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου