Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

Παρουσίαση: Ο κόσμος του χθες, ο κόσμος του αύριο / Τετάρτη, 03/02/21



ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ:

Απευθείας μετάδοση με δυνατότητα επιλογής γλώσσας (ισπανικά ή ελληνικά): https://us02web.zoom.us/j/85222846809

Απευθείας αναμετάδοση στα ισπανικά: σελίδα του Ινστιτούτου Θερβάντες στο Facebook https://www.facebook.com/InstitutoCervantesAtenas

Απευθείας αναμετάδοση στα ελληνικά: σελίδα του Φεστιβάλ ΛΕΑ στο Facebook  https://www.facebook.com/Solatino.gr


 

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

To μαλακισμένο

 Το μαλακισμένο


Είμαι 9 χρονών κι έχω τρομερή τσαντίλα. Κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη κι έχω τρομερή τσαντίλα. Πέμπτη, 17 Φεβρουαρίου του 1972, τετάρτη δημοτικού. Το απόγευμα είναι το μπαλ μασκέ του σχολείου στο ξενοδοχείο Ακροπόλ κι έχω ζητήσει να ντυθώ, καουμπόης. Μου έχουν φέρει ένα καπέλο της πλάκας και μια ζώνη από την οποία κρέμεται μια θήκη που ’χει μέσα της κάτι σαν περίστροφο. Έχω τρομερή τσαντίλα. Ζήτησα να ντυθώ καουμπόης και στον καθρέφτη βλέπω ένα νιάνιαρο να το κλαίνε οι ρέγκες.

 

Είμαι 27 χρονών κι είμαι πολύ χαρούμενος. Τέσσερα χρόνια στην Αθήνα δεν είχα αξιωθεί να βρω μια δουλειά της προκοπής. Γύρνα στο νησί, να μου λέει ο πατέρας μου, και πάνω που ήμουν έτοιμος να υποκύψω, να σου η μεγάλη ευκαιρία. Σερβιτόρος στο εστιατόριο πολυτελούς ξενοδοχείου. Και γαμώ. Με καμαρώνω με τη λευκή μου στολή στον καθρέφτη και δεν το πιστεύω. Μπράβο, ρε κουφάλα, Γιαννάκη, τα κατάφερες, ρε πούστη μου!, μονολογώ συνέχεια.

 

Στο μπαλ μασκέ τα περνάω χάλια. Έχω την αίσθηση ότι όλοι και όλες κοροϊδεύουν τη «στολή» μου. Η Βίκυ μού το ’πε μάλιστα κατάμουτρα: «Τώρα εσύ έχεις ντυθεί καουμπόης;». Ήταν πανέμορφη, ντυμένη μπαλαρίνα, γι’ αυτό το σχόλιό της πόνεσε διπλά. Πέρασα όλο το απόγευμα να κατεβαίνω και να ανεβαίνω την τεράστια σκάλα του ξενοδοχείου που ένωνε τον ημιώροφο, όπου βρισκόταν η αίθουσα του μπαλ μασκέ, με τη ρεσεψιόν. Δεν χόρεψα, δεν έφαγα, δεν ήπια καν την αγαπημένη μου πορτοκαλάδα. Στις εννέα ήρθε να με πάρει η γιαγιά μου, πρώτον απ’ όλα τα παιδιά.

 

Στο μπαλ μασκέ ξεθεώθηκα, αλλά είμαι πανευτυχής. Τι ξενοδοχειάρα είναι αυτή! Τι σκάλες, τι αίθουσες, τι πολυέλαιοι!!! Χλιδή σκέτη. Έπρεπε, βέβαια, όλο το απόγευμα να τρέχω πίσω από καμιά τρακοσαριά πιτσιρίκια. Ούτε γω δεν ξέρω πόσους δίσκους με πορτοκαλάδες, λεμονίτες και νερά κουβάλησα. Αμ το πόσες φορές άκουσα το «Τρελοκόριτσο» και το «Στη μαμά μου θα το πω» και το «Κορίτσι του Μάη», μπορεί και πάνω από είκοσι το καθένα. Και να τσιρίζουν όλα μαζί. Χαμός. Αλλά το βράδυ με κάλεσε στο γραφείο του ο κύριος Δημητρίου, ο προϊστάμενός μου, και μου ’πε ότι έμεινε πολύ ικανοποιημένος από εμένα. Α, ρε Γιαννάκη, τα κατάφερες, ρε πούστη μου!, επαναλαμβάνω συνεχώς από μέσα μου.

 

Δεν το σκέφτηκα ούτε στιγμή. Όταν την Παρασκευή το πρωί, ύστερα από την προσευχή και την έπαρση της σημαίας, μας ρώτησε ο διευθυντής, στο προαύλιο ακόμη, αν τυχόν κάποιος από εμάς είχε βρει το σταυρουδάκι της Βίκυς που το είχε χάσει στη διάρκεια του χθεσινού μπαλ μασκέ, σήκωσα αμέσως το χέρι μου. Ένιωσα τέλεια όταν ο διευθυντής με πήρε από το χέρι και μου είπε μπροστά σε όλα τα παιδιά, αλλά κυρίως μπροστά στη Βίκυ: «Κωστάκη, έλα στο γραφείο μου να μου πεις τι έγινε».

 

Εννιά η ώρα το πρωί μού τηλεφωνεί ο κύριος Δημητρίου: «Γιάννη, έλα αμέσως στο ξενοδοχείο». Και το κλείνει. Ευτυχώς που μένω κοντά. Σε είκοσι λεπτά είμαι εκεί, κάθιδρος. Με το που μπαίνω, βλέπω μαζεμένους, στο χώρο μπροστά από τη ρεσεψιόν, όλους τους συναδέλφους με τους οποίους σερβίραμε μαζί το προηγούμενο βράδυ. Ο κύριος Δημητρίου μάς κοιτάζει βλοσυρός και τους έξι. «Σε ποιον από εσάς έδωσε χθες βράδυ ένας μικρός ένα χρυσό βαφτιστικό σταυρουδάκι;».

 

Δέκα και μισή το πρωί. Να ’μαι πάλι στην αίθουσα του μπαλ μασκέ, στον ημιώροφο. Αυτή τη φορά τα πάντα είναι ήσυχα. Αυτή τη φορά τα πάντα περιστρέφονται γύρω από μένα. Ένας κύριος με κουστούμι μού έχει προσφέρει πορτοκαλάδα και μ’ έχει βάλει να καθίσω αναπαυτικά σε μια πολυθρόνα. Ρουφάω με ευχαρίστηση το πορτοκαλί υγρό και κουνάω αμήχανα τα πόδια μου. Πίσω μου ο διευθυντής, όρθιος. «Κωστάκη, θα έρθουν τώρα οι έξι κύριοι που σας σέρβιραν χθες το βράδυ και θα μου πεις σε ποιον έδωσες το σταυρουδάκι, εντάξει;», μου λέει γλυκά ο κουστουμαρισμένος κύριος.

 

Το μαλακισμένο! Δεν το πιστεύω!!! Με έδειξε εμένα. Δεν είχαν περάσει ούτε δέκα δευτερόλεπτα που μας έστησαν απέναντί του και το μαλακισμένο, με χέρι σταθερό και κοιτάζοντάς με στα μάτια, με έδειξε εμένα.


Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

 

 


Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2021

Insomnio / Αϋπνία

 

Dámaso Alonso (1898-1990)

 

Insomnio

 

Madrid es una ciudad de más de un millón de cadáveres (según las últimas estadísticas).
A veces en la noche yo me revuelvo y me incorporo en este nicho en el que hace 45 años que me pudro,
y paso largas horas oyendo gemir al huracán, o ladrar los perros, o fluir blandamente la luz de la luna.
Y paso largas horas gimiendo como el huracán, ladrando como un perro enfurecido, fluyendo como la leche de la ubre caliente de una gran vaca amarilla.
Y paso largas horas preguntándole a Dios, preguntándole por qué se pudre lentamente mi alma,
por qué se pudren más de un millón de cadáveres en esta ciudad de Madrid,
por qué mil millones de cadáveres se pudren lentamente en el mundo.
Dime, ¿qué huerto quieres abonar con nuestra podredumbre?
¿Temes que se te sequen los grandes rosales del día, las tristes azucenas letales de tus noches?

 

[Ηijos de la ira, 1944]

 

>.<>.<

 

Ντάμασο Αλόνσο (1898-1990)

 

Αϋπνία

 

H Μαδρίτη είναι μια πόλη με πάνω από ένα εκατομμύριο πτώματα (σύμφωνα με τις τελευταίες στατιστικές).

Κάποιες φορές, μες στη νύχτα, συστρέφομαι και πετάγομαι σε τούτο το μνήμα όπου εδώ και 45 χρόνια σαπίζω,

και περνάω ώρες ατέλειωτες ακούγοντας το ουρλιαχτό του τυφώνα, ή το γάβγισμα των σκύλων, ή το μαλακό φως της σελήνης να ρέει.

Και περνάω ώρες ατέλειωτες ουρλιάζοντας σαν τον τυφώνα, γαβγίζοντας σαν μανιασμένος σκύλος, ρέοντας σαν το γάλα από τα ζεστά μαστάρια μιας μεγάλης κίτρινης αγελάδας.

Και περνάω ώρες ατέλειωτες ρωτώντας τον Θεό, ρωτώντας τον γιατί σαπίζει αργά η ψυχή μου,

γιατί σαπίζουν πάνω από ένα εκατομμύριο πτώματα στην πόλη τούτη της Μαδρίτης,

γιατί δισεκατομμύρια πτώματα σαπίζουν αργά στον κόσμο.

Πες μου, σε ποιο περιβόλι θέλεις να ρίξεις λίπασμα τη σήψη μας;

Φοβάσαι άραγε πως θα σου ξεραθούν οι μεγάλες τριανταφυλλιές του πρωινού, τα θλιμμένα φονικά λευκόκρινα της νύχτας σου;

 

[μετάφραση Κωνσταντίνος Παλαιολόγος]



Ο Ντάμασο Αλόνσο υπήρξε μέλος της Γενιάς του ’27 και σημαντικότατος ποιητής (Βραβείο Θερβάντες το 1978), όπως επίσης επιφανής φιλόλογος, λογοτεχνικός κριτικός και διευθυντής της Βασιλικής Ακαδημίας της Ισπανίας από το 1968 έως το 1982.

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

Χαρτο-γραφώντας

 

https://www.hartismag.gr/kwnstantinos-palaiologos


https://www.hartismag.gr/hartis-7/dokimio/yfistatai-h-mh-syllogikh-logotexnikh-metafrash


https://www.hartismag.gr/hartis-7/metafrash/loyis-gkaroia-montero-dyo-poihmata


https://www.hartismag.gr/hartis-13/theatro/pamplo-xismpert-koitaxte-pws-h-koyrash-nikaei-th-skepsh


https://www.hartismag.gr/hartis-14/diereynhseis/metaxy-mas-gia-toys-alloys-1


https://www.hartismag.gr/hartis-15/metafrash/oi-efiktoi-erwtes


https://www.hartismag.gr/hartis-19/metafrash/23-mikropoihmata


https://www.hartismag.gr/hartis-21/selides-ntinos-xristianopoylos/ntinos-xristianopoylos


https://www.hartismag.gr/hartis-22/diereynhseis/peri-logopaigniwn-kai-allwn-metafrastikwn-deinwn


https://www.hartismag.gr/hartis-24/theatro/to-xartino-triantafyllo


https://www.hartismag.gr/hartis-25/klimakes/ennea



10 συνεργασίες του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου με τον Χάρτη




Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Χοσέ Μανουέλ Μόρα [José Manuel Mora]: Δημοκρατία [Democracia]

 

Χοσέ Μανουέλ Μόρα

[José Manuel Mora]

 

Δημοκρατία

[Democracia]

Πέντε σκηνές και επίλογος για ένα σύντομο θεατρικό έργο

 

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ (ΑΡΣΕΝΙΚΟ/ΘΗΛΥΚΟ). ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΝΕΑΡΟΥ ΑΤΟΜΟΥ. ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ ΥΠΟ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΝΕΑΡΟΥ ΑΤΟΜΟΥ. ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ ΥΠΟ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ

ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. ΤΡΑΝΣ ΑΤΟΜΟ

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ

ΣΟΦΗ ΓΥΝΑΙΚΑ. ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

 

ΕΝΑ. ΦΥΓΗ

ΜΗΤΕΡΑ. Πώς είναι δυνατόν να σκέφτηκες κάτι τέτοιο για την κόρη σου;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν ξέρουμε αν είναι κόρη ή γιος. Εξαρτάται.

ΜΗΤΕΡΑ. Δεν έχει σημασία τι είναι. Μεγάλωσε στην κοιλιά μου. Πώς είναι δυνατόν να σου περνάει απ’ το μυαλό κάτι τέτοιο;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Σκέφτεσαι εσύ κάποια άλλη λύση; Πες μου.

ΜΗΤΕΡΑ. Είσαι άρρωστος. Ποτέ...

ΠΑΤΕΡΑΣ. Σηκώνομαι κάθε πρωί στις πέντε τα χαράματα και βλέπω πράγματα σ’ αυτόν τον νέο κόσμο που δεν θα τα πίστευες.

ΜΗΤΕΡΑ. Και δεν υπάρχει άλλη λύση από το να παραχωρήσεις τον γιο μας…

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν είναι γιος.

ΜΗΤΕΡΑ. Ό,τι είναι.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Εσύ πιστεύεις πως δεν νιώθω τίποτα για εκείνον;

ΜΗΤΕΡΑ. Μα την αλήθεια, δεν το ξέρω. Είναι λες και ζούμε σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Και η μητέρα σου να σέρνεται από το υπνοδωμάτιο στο σαλόνι, κι από το σαλόνι στην κουζίνα όλη μέρα… Σχεδόν δεν έχει οξυγόνο.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Κάνω τα πάντα για να βρω στη μαύρη αγορά· μου λένε ότι πρέπει να περιμένω το επόμενο αεροπλάνο από Κίνα… Επιπλέον, κανείς δεν μας εγγυάται ότι θα μπορούμε να το πληρώσουμε. Σύντομα θα μας πνιγεί, και η μικρή, εσύ κι εγώ θα παρακολουθήσουμε ζωντανά το ψυχορράγημα της μητέρας μου.

ΜΗΤΕΡΑ. Λυπάμαι.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Τι λυπάσαι;

ΜΗΤΕΡΑ. Όλα αυτά.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν έπρεπε να την είχαμε φορτωθεί.

ΜΗΤΕΡΑ. Μα ζούσε μόνη της. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς!

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν μιλάω για τη μητέρα μου.

ΜΗΤΕΡΑ. Τι θέλεις να πεις;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν σκέφτομαι κάτι καλύτερο από την πρόταση που σου έκανα τις προάλλες.

ΜΗΤΕΡΑ. Με τίποτα δεν μπορώ να δεχτώ κάτι τέτοιο.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Πες μου εσύ, τότε, πώς θ’ ανταπεξέλθουμε σ’ αυτή την κατάσταση;

ΜΗΤΕΡΑ. Αν πηγαίναμε τη μητέρα σου σ’ έναν οίκο ευγηρίας;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Ποτέ των ποτών.

ΜΗΤΕΡΑ. Εκεί θα ήταν καλύτερα.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Εκεί θα πέθαινε μόνη της. Δεν θα βρισκόταν κανείς να της κλείσει τα μάτια, από φόβο μήπως κολλήσει.

ΜΗΤΕΡΑ. Ο τελευταίος κόκκος συμπόνιας που σου ’χει απομείνει είναι προορισμένος να καταπραΰνει το ψυχορράγημα μιας μητέρας. Από την άλλη, όμως, δεν ντρέπεσαι καθόλου που θέλεις να ξεφορτωθείς την κόρη μας…

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν το καταλαβαίνεις. Αν παραχωρήσουμε τον γιο μας στην επιστήμη ίσως κάποια μέρα… δεν ξέρω… ίσως να ’χουμε συμβάλει στο να σωθεί το ανθρώπινο είδος απ’ όλο αυτό που συμβαίνει… δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι, αλλά πρέπει να θυσιαστούμε… κάποιος πρέπει να το κάνει… ξέρω, φυσικά, τι σκέφτεσαι… αλλά, τι μπορούμε να κάνουμε σ’ αυτή την κατάσταση;, να περιμένουμε να κολλήσουμε όλοι και να πεθάνουμε; Έχουν ανάγκη από παιδιά για να πειραματιστούν με πιθανά αντίδοτα… Αυτό θα μας εξασφαλίσει έναν αξιοπρεπή μισθό που θα μας επιτρέψει να τα βγάλουμε πέρα και, σε κάθε περίπτωση, να πάμε τη μητέρα μου σε κάποιον ιδιωτικό οίκο ευγηρίας.

ΜΗΤΕΡΑ. Δεν ξέρουμε ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες αυτού του πιθανού εμβολίου.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν θα είναι χειρότερες απ’ αυτά που ήδη ζούμε.

ΜΗΤΕΡΑ. Και δεν σε νοιάζει μήπως καταστρέψεις τη ζωή της;  

ΠΑΤΕΡΑΣ. Θα σώζαμε πολλές άλλες.

ΜΗΤΕΡΑ. Μάλιστα.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Κι εκείνη, τόσο που της αρέσουν τα μυθιστορήματα, σίγουρα θα ’ναι ευτυχισμένη σ’ εκείνο το κέντρο για τα παιδιά που θα σώσουν την πατρίδα.

ΜΗΤΕΡΑ. Σ’ αυτό μπορεί και να ’χεις δίκιο: της αρέσουν πολύ τα μυθιστορήματα.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Θα μείνει στην ιστορία.

ΜΗΤΕΡΑ. Δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Ο κόσμος έχει καταρρεύσει κι εμείς οι δύο πρέπει να κάνουμε κάτι αν θέλουμε να επιζήσουμε, ακόμα κι αν είναι μόνο για το μέλλον του, για το μέλλον ενός μεταλλαγμένου αγοριού/κοριτσιού. Για τη Δημοκρατία μας. Γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, αυτή η λέξη θα πάψει να υφίσταται. Ποιος θα είναι ικανός να γράψει αυτή τη λέξη; Θα υπάρχει μόνο σιωπή κι ατέλειωτες ουρές προς αναζήτηση τροφής.

ΜΗΤΕΡΑ. Ίσως αυτή η τόλμη κι αυτό το κρύο αίμα σου να είναι εκείνα που με τράβηξαν κάποτε σε σένα…, αλλά αυτή τη στιγμή… θέλεις να σου πω τι βλέπω στο βάθος των ματιών σου;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Πες το μου, σε παρακαλώ, αν αυτό σε ηρεμεί.

ΜΗΤΕΡΑ. Υπάρχει κάτι σε σένα που με αηδιάζει, αλλά δεν ξέρω ακριβώς τι είναι αυτό το κάτι.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Υπάρχουν φορές που πιστεύω ότι αυτό το παιδί δεν είναι παιδί μου.

ΜΗΤΕΡΑ. Μα πώς τολμάς…;

ΠΑΤΕΡΑΣ. Δεν το αναγνωρίζω.

ΜΗΤΕΡΑ. Ε, λοιπόν, σε διαβεβαιώνω πως είναι… Θα μου είναι πολύ δύσκολο να μείνω στο πλάι σου από εδώ και πέρα.

ΠΑΤΕΡΑΣ. Μπορεί με τη βοήθεια που θα λάβουμε να μπορούσαμε ν’ αρχίσουμε μια καινούργια ζωή. Η μητέρα μου θα ’χε κάποιον να της κλείσει τα μάτια την ώρα της αλήθειας. Θα μπορούσαμε να πληρώσουμε έναν πολυτελή οίκο ευγηρίας. Απ’ όσα έχω στη ζωή μου, τίποτα δεν είναι δική μου επιλογή. Πάντα ζούσα στο έλεος των περιστάσεων. Το ρυθμό τον έδινε πάντα κάποιος άλλος.   

ΜΗΤΕΡΑ. Και πού θα πηγαίναμε εμείς οι δύο;

 

Ο κόσμος γεμίζει από τείχη και ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα. Ένα νεαρό άτομο με αγορίστικη/κοριτσίστικη εμφάνιση διαφεύγει έντρομο.  

 

ΔΥΟ. ΕΦΙΑΛΤΗΣ

ΣΑΜΑΝΤΑ. Αν θέλεις μπορείς να ’ρθεις σπίτι μου να σου δείξω το ιπποστάσιο και τον βοτανικό κήπο στο αγρόκτημα των δικών μου. Μπορούμε επίσης να χορέψουμε. Ο πατέρας μου έχει δημιουργήσει μια σχολή χορού μόνο για μένα και φέρνει τους μεγαλύτερους δάσκαλους μπαλέτου απ’ όλο τον κόσμο. Ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από μένα. Έχω επίσης έναν δάσκαλο, που ακολουθεί τη μέθοδο Waldorf, ο οποίος με βοηθάει ώστε η προσωπικότητά μου να μπορέσει να αναπτυχθεί και να διευρυνθεί μέσω της τέχνης. Η μητέρα μου, στην πραγματικότητα, είναι σαν να μην υπάρχει. Είναι μια πικραμένη γυναίκα. Διαβάζει όλη μέρα περίεργα βιβλία. Όταν μεγαλώσω θα σπουδάσω στο πανεπιστήμιο που έχουν σχεδιάσει ο πατέρας μου και οι συνέταιροί του για μένα και την οικογένειά μου, δίχως να καταβάλω την παραμικρή προσπάθεια. «Ραφαελίτο, ζωή μου, σου πληρώνω την ορμονική θεραπεία και τη χειρουργική επέμβαση για την αλλαγή φύλου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα πάψεις να συμπεριφέρεσαι ως άντρας και να φροντίζεις τα συμφέροντα της οικογένειάς μας. Ό,τι θέλεις να κάνεις με το σώμα σου είναι δική σου υπόθεση, πάντα φυσικά με τη δέουσα διακριτικότητα. Γι’ αυτό το λόγο, άλλωστε, υπάρχουν τα σκοτεινά δωμάτια. Και σ’ αυτά έχει επενδύσει πολλά χρήματα ο όμιλος εταιρειών της οικογένειάς σου. Όμως, κάθε Κυριακή σε θέλω απαρεγκλίτως στο σπίτι προκειμένου να πηγαίνουμε μαζί στη λειτουργία των 12:00 και να τρώμε το μεσημέρι με τη μητέρα και τα αδέλφια σου στo Venta Do Passos», μου ’πε μια μέρα ο πατέρας μου. Κι έτσι, άφησα πίσω μου τον Ραφαέλ και έγινα Σαμάντα. Αν θέλεις, σε καλώ κάποια μέρα να ’ρθεις στο σπίτι μου. Αλλά χρειάζομαι το διαβατήριό σου κι ένα αντίγραφο του τραπεζικού λογαριασμού των δικών σου. Αλλιώς, δεν θα μπορέσεις να διαβείς τα ηλεκτροφόρα τείχη που μας χωρίζουν. Έξω είναι σκέτη φρίκη. Ζουν σαν άγριοι. Ο ένας πάνω στον άλλο. Πρόσφυγες. Έρχονται από τις χώρες του Νότου. Δεν έχουν ούτε διαβατήρια ούτε τραπεζικούς λογαριασμούς. Αλληλοσκοτώνονται. Μερικές φορές φοβάμαι γιατί από την αίθουσα χορού τούς βλέπω να σκαρφαλώνουν στην περίφραξη και να πέφτουν χτυπημένοι από το ρεύμα την ώρα που εγώ κάνω πρόβα στην Ιεροτελεστία της άνοιξης. Ξέρω ότι κάποια μέρα θα μου ορμήξουν, θα φάνε το σώμα μου και θα πιούν το αίμα μου. Του το ’χω πει του Μπαμπά κι εκείνος, τόσο προνοητικός, προσέλαβε ένα ειδικό σώμα φρουρών που με ακολουθεί παντού με οπλοπολυβόλα. Μερικές φορές, ο φρουρός που με προστατεύει νιώθει κάποια περιέργεια για το καινούργιο μου φύλο, αλλ’ αυτό είναι το αντίτιμο που πρέπει να πληρώσω επειδή ζω απ’ αυτή την πλευρά του κόσμου. Έλα μια μέρα σπίτι μου και θ’ ακούσουμε μαζί παλιά ερωτικά τραγούδια.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Δεν ξέρω αν θα με αφήσουν να μπω.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Είναι καλύτερα να πας πίσω και να περάσεις από τον έλεγχο.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Δεν μετράει που σε βοηθούσα στα μαθήματα όταν ήμαστε μικροί;

ΣΑΜΑΝΤΑ. Όχι.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Ούτε που σ’ τον έπαιξα;

ΣΑΜΑΝΤΑ. Όχι.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Ε τότε δεν νομίζω να μπορέσω. Ο πατέρας μου εργάζεται κι εγώ φοράω πουλόβερ που μου ’χει πλέξει η γιαγιά μου.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ο πατέρας σου εργάζεται;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Ναι.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Τι φρίκη! Και τι κάνει;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Τα πράγματα που δεν θέλετε να κάνετε εσείς, αλλά τα χρειάζεστε για να ζήσετε.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Κι εσύ;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Εγώ όχι. Εγώ πλέον έχω χειραφετηθεί. Οι γονείς μου ήθελαν να με πουλήσουν στην επιστήμη ώστε να δοκιμάσουν πάνω μου το εμβόλιο εναντίον κάποιου ιού. Αλλά εγώ δεν ήθελα να θέσω σε κίνδυνο τη ζωή μου. Κατάλαβες; Εγώ θέλω να γίνω συγγραφέας.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Άρα έγινες εργάτης.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Μμμ, εργάτης της μυθοπλασίας.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Θέλεις να μ’ αγγίξεις;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Δεν μου αρέσουν τα κορίτσια.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ε τότε, σκέψου ότι εξακολουθώ να είμαι ο Ραφαέλ. Τότε σου άρεσα, μην μου πεις…;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Το ίδιο κάνει. Εσύ τώρα είσαι πλούσια και σίγουρα θα ’χεις αποτριχωμένο μουνί. Η πούτσα μου είναι δύσοσμη και τερατώδης.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ακόμα καλύτερα, σκατοφτωχέ. Έλα και κάνε με να νιώσω πουτάνα.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Ποιος σου ’μαθε να μιλάς έτσι; Οι Ιησουίτες;

ΣΑΜΑΝΤΑ. Όχι. Κάπου κάπου, ο πατέρας μου προσλαμβάνει άνεργους σπουδαστές από σχολές δραματικής τέχνης για να μου αναπαραστήσουν τον πραγματικό κόσμο. Ο κόσμος δεν είναι πλέον όπως παλιά. Τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Ζούμε σε μια αρμονική και τέλεια Πλουτοκρατία που φοράει το ένδυμα της Δημοκρατίας, λέει ο πατέρας μου στις συναντήσεις του με το ΔΝΤ· αλλά κάποια μέρα τα τείχη θα πέσουν και οι άλλοι θα μας καταβροχθίσουν.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Μην ανησυχείς· μπορούν πάντα να σου ανοίξουν μια γκαλερί τέχνης στη Νέα Υόρκη ή κάτι τέτοιο.

ΣΑΝΑΝΤΑ. Ο πατέρας μου λέει πως τότε πλέον θα ’χουν έρθει εδώ οι πάντες και δεν θα υπάρχουν γκαλερί, διπλωματία, αλλά ούτε και ηλεκτροφόρα τείχη για να μας προστατέψουν από δαύτους. Για εκείνο το τότε, καλό θα ’ταν να είμαι προετοιμασμένη. Γι’ αυτό χρειάζομαι τις υπηρεσίες σου. Βρίσε με, σε παρακαλώ.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Συγγνώμη, Σαμάντα, αλλά προηγουμένως θα πρέπει να περάσω από τον έλεγχο και σου ’πα ότι δεν έχω διαβατήριο ούτε αντίγραφο τραπεζικού λογαριασμού…

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ηλίθιε.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Μεταξύ μας, εγώ είμαι εκείνος που βρίζει. Γι’ αυτό με προσέλαβαν. Επιπλέον, δεν είναι αληθοφανές.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Τι σημασία έχει τώρα η αληθοφάνεια μιας σκηνής! Ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από μένα. Εγώ είμαι πλούσια. Εσύ, φτωχός. Κι εσύ βρίσκεσαι εδώ, στο όνειρό μου, στον εφιάλτη σου, για να παίξεις το ρόλο του «άλλου».

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Αν είναι έτσι… Εσύ θέλεις τώρα η χοντρή μαύρη πούτσα μου να σκίσει τη στενή ροζ τρύπα του κώλου σου, έτσι δεν είναι;

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ναι. Πες μου, πες μου κι άλλα, έτσι μου αξίζει, αυτό χρειάζομαι.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Πλούσιο τσουλί, καριόλα, καθυστερημένη, πουτάνας κόρη, βλαμμένη και τρισάθλια.

ΣΑΜΑΝΤΑ. Ναι. Πολύ καλά. Συνέχισε. Έτσι μου αξίζει.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Θα πηδήξω αυτό το μικροσκοπικό σερνικό στοματάκι σου και θα το γεμίσω χύσια, θα σε πνίξω με την πούτσα μου. Θέλεις κι άλλα;

ΣΑΜΑΝΤΑ. Όχι, ευχαριστώ, Φτάνει για σήμερα. Τα λέμε την ερχόμενη βδομάδα. Πριν φύγεις, πέρνα από το γραφείο του μπαμπά, η ιδιαιτέρα του έχει ένα φάκελο με χρήματα για σένα.

 

ΤΡΙΑ. ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. Πέρνα. Μην ανησυχείς. Ήθελα να σε ευχαριστήσω προσωπικά γιατί ξέρω ότι η Σαμάντα σού έχει μεγάλη εμπιστοσύνη και ότι είσαι πολύ καλή επιρροή για εκείνον ή για εκείνη. Ελπίζω τώρα που, επιτέλους, ολοκλήρωσε την αλλαγή φύλου να αφοσιωθεί στις σπουδές της και να γίνει ένας χρήσιμος άνθρωπος. Εγώ την καταλαβαίνω. Εγώ σας καταλαβαίνω και τους δύο ή και τις δύο. Σας καταλαβαίνω γιατί κι εγώ είμαι κλεισμένος σε μια φυλακή: τις επιχειρήσεις μου. Αλλά μην ξεχνάτε πως αυτές, οι επιχειρήσεις μου, δηλαδή, το κεφάλαιο, είναι εκείνες που σας επιτρέπουν να ζείτε και να αλλάξετε φύλο. Είμαι διατεθειμένος να σου ανεβάσω το μισθό υπό την προϋπόθεση ότι θα εξακολουθήσεις να της δείχνεις τον πραγματικό κόσμο. Όχι, σε παρακαλώ, μην βγάλεις την ολόσωμη πλαστικοποιημένη στολή μέχρι να περάσεις την εξωτερική περίφραξη. Είναι επικίνδυνο. Μπορεί να κολλήσουμε. Πριν φύγεις, θέλω να σου πω πως θα μου άρεσε να εκμεταλλευτώ περισσότερο τις επισκέψεις σου: αν δεν σε πειράζει, κάθε φορά που θα τελειώνεις με τη Σαμάντα, θα μπορούσες να αφιερώνεις και σε εμένα λίγο χρόνο. Ναι. Σε εμένα. Είμαι ένας μοναχικός άντρας. Όπως βλέπεις δεν μιλάω σχεδόν με κανέναν. Η γυναίκα μου όλο βιβλία διαβάζει. Η ιδιαιτέρα μου είναι εκείνη που έχει αναλάβει τα πάντα. Αλλά αυτή τη συναλλαγή θέλω να την κάνω εγώ προσωπικά. Μου αρκεί να μου διαβάζεις δυνατά, και κοιτάζοντάς με στα μάτια, αποσπάσματα από τον Άγιο Ιωάννη του Σταυρού ενόσω εγώ θα παρατηρώ, θα θαυμάζω και θα στοχάζομαι περί του νεαρού, φτωχού, βρόμικου και πλαστικοποιημένου σώματός σου.

 

Οι ορέξεις τυφλώνουν και σκοτεινιάζουν την ψυχή. Ακριβώς όπως οι ατμοί σκοτεινιάζουν τον αέρα και δεν αφήνουν τον ήλιο να λάμψει, ή όπως ο καλυμμένος με πανί καθρέφτης δεν μπορεί να υποδεχθεί γαλήνια πάνω του το πρόσωπο, ή όπως στο γεμάτο ιλύ νερό δεν διακρίνεται καλά το πρόσωπο όποιου σ’ εκείνο κοιτάζεται· τοιουτοτρόπως, η ψυχή των ορέξεων είναι αλωμένη και, όσον αφορά την αντίληψη, τυλιγμένη στο σκοτάδι και δεν αφήνει χώρο να εισχωρήσουν μέσα της και να την διαφωτίσουν μήτε ο φυσικός ήλιος της λογικής μήτε εκείνος της σοφίας του υπερφυσικού Θεού. Η φαυλότης μου με κατέλαβε και έτσι δεν μπόρεσα να έχω τη δύναμη να δω[1].   

 

ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. Και τώρα πες μου: τι βλέπεις στο βάθος των ματιών μου;

 

Η ιδιαιτέρα του Πατέρα του Ραφαέλ, και υπεύθυνη παραγωγής στο θέατρο όπου έχει ανέβει αυτό το σύντομο θεατρικό έργο, παραδίδει στο Νεαρό Άτομο ένα φάκελο με 500 ευρώ.

 

ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΡΑΦΑΕΛ/ΣΑΜΑΝΤΑ. Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που βλέπω στο βάθος των ματιών σου, αλλά αυτό που δεν ξέρω πολύ καλά τι είναι με γεμίζει με δυστυχία και πικρία. Προτιμώ να βρω καταφύγιο στα βιβλία. Θα ήθελα να βρω κάτι που θα με μετέφερε σε άλλα μήκη και πλάτη, σε άλλους κόσμους. Ξέρεις; Ορισμένες φορές αισθάνομαι πως δεν μου αρέσει καθόλου ο κόσμος στον οποίο ζούμε, ο κόσμος που εσύ έχεις κατασκευάσει και τον οποίο εγώ δέχτηκα δίχως να φέρω αντίρρηση. Δεν ξέρω αν πρέπει να σου το πω γιατί –κατά βάθος, όσο κι αν σου είναι δύσκολο να το παραδεχτείς– δεν γνωριζόμαστε και τόσο, στην πραγματικότητα δεν γνωριζόμαστε καθόλου, πέρα από το ότι συμβιώνουμε στο ίδιο σπίτι-νησί το οποίο εσύ και οι δικοί σου χτίσατε για να αποφύγετε τη μόλυνση, τη μαζική μόλυνση· αλλά θα το κάνω γιατί δεν θέλω πλέον να εξακολουθήσω να είμαι αυτό που είμαι, γιατί δεν θέλω να μετατραπώ σε αυτό που βλέπω στο βάθος των ματιών σου.

 

Άκου με καλά, σήμερα το πρωί όταν βγήκα να κάνω βόλτα στον περιφραγμένο περίπατο, χάζευα για ώρα το πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας. Υποθέτω πως την κοίταξα με πόθο γιατί εκείνη απέστρεψε το πρόσωπό της με μια γκριμάτσα αγανάκτησης, σαν να είχε αισθανθεί ταπεινωμένη από το βλέμμα που είχε δεχτεί. Δεν αποφασίζουμε για το βλέμμα με το οποίο αντιμετωπίζουμε τον κόσμο κι εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι δεν θέλω να εξακολουθήσω να ζω σ’ έναν κόσμο στον οποίο μια γυναίκα δεν μπορεί να εκφράσει ελεύθερα στο βλέμμα της την επιθυμία της προς μια όμορφη γυναίκα. Αγνοώ το λόγο, αλλά αυτή η γκριμάτσα με πλήγωσε βαθιά· και δεν υπάρχει πλέον κάποιο βιβλίο που να μπορεί να με γαληνέψει· δεν υπάρχει πλέον μυθοπλασία που να με μεταφέρει σε άλλα μήκη και πλάτη και στην οποία να εξακολουθώ να είμαι πραγματικά εγώ.

 

Πες μου, στ’ αλήθεια θέλεις να σου πω τώρα τι βλέπω στο βάθος των ματιών σου; 

 

ΤΕΣΣΕΡΑ. ΑΛΛΑΓΗ ΔΕΡΜΑΤΟΣ

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Τα ωραία πράγματα που δύναμαι να κατέχω τα οφείλω σε σένα.

ΡΑΦΑΕΛ. Μα εγώ είμαι εκείνος που σκέφτεται πως, αν υπάρχει κάποια πιθανότητα ν’ αλλάξω σε κάτι, αυτό είναι χάρη σε σένα· στις συζητήσεις που κάνουμε μαζί.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Όταν είμαι μαζί σου είμαι απόλυτα αποφασισμένος να αλλάξω ζωή.

ΡΑΦΑΕΛ. Ίσως να κάνουμε λάθος όταν αναζητούμε έξω αυτό που ήδη υπάρχει ανάμεσά μας.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Άντε, πάμε να κάνουμε ένα τσιγαριλίκι.

ΡΑΦΑΕΛ. Δεν ήξερα ότι καπνίζεις!

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Όταν είμαι μαζί σου μου αρέσει να αισθάνομαι πρεζόνι.

ΡΑΦΑΕΛ. Το πρόβλημα είναι ότι εσένα σου αρέσουν τα αγόρια. Γιατί αλλιώς…

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Πιστεύω πως ναι. Γιατί με τα κορίτσια νιώθω κάπως να ζορίζομαι, η αλήθεια να λέγεται. Είναι σαν να παίζεις συνέχεια κάποιο ρόλο και να μην είσαι ποτέ ο εαυτός σου.

ΡΑΦΑΕΛ. Μάλιστα. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι εγώ δεν θέλω να είμαι αυτό που είμαι.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Τις προάλλες είδα έναν απαίσιο εφιάλτη. Εσύ ήσουν πολύ πλούσιος κι εγώ πολύ φτωχός. Εσύ ζούσες σ’ ένα χρυσό κλουβί που σε χώριζε από τον κόσμο με ηλεκτροφόρες περιφράξεις. Για να σε επισκεφτώ έπρεπε να ξεπεράσω μια ολόκληρη σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες. Εσύ δεν ήσουν πλέον εσύ. Είχες γίνει κορίτσι. Λεγόσουν Σαμάντα και πλήρωνες φτωχά αγόρια, που ζούσαν στην άλλη πλευρά της ηλεκτροφόρας περίφραξης, για να σε βρίζουν και να σε ταπεινώνουν. Ο πατέρας σου σου είχε πληρώσει την εγχείρηση αλλαγής φύλου υπό τον όρο ότι εσύ θα συνέχιζες να είσαι παντοτινά η σκλάβα που εκείνος επιθυμεί να είσαι μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον. Έπειτα, η ιδιαιτέρα του πατέρα σου μου παρέδιδε ένα φάκελο γεμάτο με χαρτονομίσματα των 500 ευρώ κι εκείνος με ρωτούσε τι έβλεπα στο βάθος των ματιών του.

ΡΑΦΑΕΛ. Θέλω ν’ αλλάξω δέρμα. Δεν θέλω να ’μαι ποτέ ξανά εγώ ο ίδιος.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Οι πάντες θα ’πρεπε να είχαν αυτή τη δυνατότητα, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους, να μην είναι ο εαυτός τους, να μπορούν να είναι άλλο άτομο, να επιλέξουν πολλαπλές ταυτότητες που να συμβιώνουν μεταξύ τους εν ειρήνη. Εγώ πιστεύω πως αυτό πρέπει να βιώνει ένας συγγραφέας όταν δημιουργεί το δικό του σύμπαν.

ΡΑΦΑΕΛ. Αυτό νιώθω εγώ όταν συμμετέχω σε κάποιο όργιο.

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Με μία διαφορά.

ΡΑΦΑΕΛ. Ποια;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Σ’ ένα όργιο τα πάντα είναι καταδικασμένα να πεθάνουν. Στη δημιουργία, να διαιωνιστούν. Δεν θα σου άρεσε, άραγε, να με βοηθήσεις να γράψω; Μπορεί αυτό να σε κάνει να αφήσεις το σεξ κι όλα αυτά.

ΡΑΦΑΕΛ. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να καπνίσουμε εκείνο το τσιγαριλίκι.

 

Το νεαρό άτομο με το ακαθόριστο φύλο καπνίζει ένα τσιγάρο μαριχουάνας με τον/την Ραφαέλ/Σαμάντα και αρχίζει να γράφει φωνάζοντας ταυτόχρονα δυνατά:

 

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Όταν ήμουν μικρός με ρωτούσαν πάντα αν ήμουν αγόρι ή κορίτσι. Υποθέτω ότι επειδή είχα μεγαλώσει μεταξύ γυναικών θα με έβλεπαν κάπως γυναικωτό. Μια φορά επέστρεψα στο σπίτι κλαίγοντας γιατί δεν ήξερα τι να τους απαντήσω και μ’ έβρισαν. Θυμάμαι τη γιαγιά μου τη Μανουέλα: μια γυναίκα στιβαρή, με μεγάλη σοφία, να κάθεται δίπλα μου, να με κοιτάζει με το γερακίσιο βλέμμα της, να μου σκουπίζει τα δάκρυα και να μου λέει κάτι το οποίο, παρ’ όλο που ήταν θεμελιώδες για τη ζωή μου, ποτέ μου δεν κατόρθωσα να θυμηθώ. Ύστερα μεγάλωσα και πέρασε ο καιρός… Θυμάμαι πως μια μέρα, είχαμε πάει στο γυμναστήριο της γειτονιάς με τον φίλο μου τον Ραφαέλ [τον αξιοσέβαστο νεαρό που τον λάτρευαν τα κορίτσια] κι αφού κάναμε μαζί ντους, πήγαμε στο σπίτι του να κάνουμε τα μαθήματά μας. Το απογευματάκι, η μητέρα του μας έφερνε πάντα σοκολάτα και μια φέτα ψωμί, αιφνιδιάζοντάς μας σιωπηλά σ’ εκείνη τη βουβή και ομιχλώδη ιδιωτικότητά μας. Εκείνη τη σοκολάτα με μια φέτα ψωμί που εμείς καταβροχθίζαμε σιωπηλά πριν βγούμε να καπνίσουμε στα κρυφά ένα τσιγαράκι στην πίσω αυλή, ανάμεσα στις φτέρες… όλα αυτά, πίστεψέ με, μου δημιουργούσαν μια πρωτόγνωρη αίσθηση ευδαιμονίας και, ταυτόχρονα, μια παράξενη ταξική συνείδηση. Και λέω παράξενη αφενός γιατί εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα τι να την κάνω –εκείνη τη συνείδηση– και αφετέρου γιατί… –ο Θεός να με συγχωρέσει γι’ αυτό που θα πω– γιατί εκείνη τη στιγμή εγώ ντρεπόμουν για τους γονείς μου και δεν τους αναγνώριζα ως τέτοιους. Λίγο καιρό αργότερα, άρχισα να βγαίνω με μια παρέα και κάθε Παρασκευή, στις όχθες του Γουαδαλκιβίρ τα αγόρια της παρέας, χωμένα μέσα στις καλαμιές, κλείναμε ραντεβού με την Κονσουέλο και τη Ροσάριο, δύο αδελφές από τη συνοικία του Ταρδόν, κι εκεί –αναστατωμένοι από τη μυρωδιά των πορτοκαλανθών και του κάτουρου– τον παίζαμε όλοι μαζί την ώρα που τα δύο λαϊκά κορίτσια από την Τριάνα[2] μάς έπαιρναν πίπα. Θυμάμαι τα πρόσωπα των φίλων μου. Θυμάμαι την ανακάλυψη της ηδονής και του κενού τρόμου που μου προκαλούσε η όλη κατάσταση. Στην πραγματικότητα, το βλέμμα μου εστίαζε πάντα σ’ εκείνες και στα σκοτεινά μάτια τους. Δεν ξέρω μέχρι ποιου σημείου είχα εγώ τη διάθεση να διακατέχομαι από τη ζωώδη και κομψή ορμή με την οποία τα δύο κορίτσια από το Ταρδόν παραδίδονταν νικημένα στο έργο τους. Ήμαστε παιδιά, εκεί γύρω στα δώδεκα, αλλά ποτέ μου δεν θα ξεχάσω τα πρόσωπα εκείνων των νέων που, κρυμμένοι ανάμεσα στις καλαμιές του ποταμού, ήταν ήδη προορισμένοι δια βίου να χρησιμοποιούν τα σώματα των γυναικών στην αναζήτηση μιας φευγαλέας και θανάσιμης ηδονής. Αργότερα, ο Ραφαέλ θα εγκατέλειπε την αιώνια γκόμενά του, θα ζούσε κακήν κακώς, για κάποιο χρονικό διάστημα, ως τραβεστί σε παραπήγματα· ώσπου, στο τέλος, κατέληξε να γίνει τζάνκι κι εγώ συγγραφέας.      

 

ΠΕΝΤΕ

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Μια φορά κι έναν καιρό, ένας άντρας μες στη νύχτα κάρφωσε με το σφυρί ένα λουλούδι σ’ έναν τάφο. Έπειτα φίλησε τον εν λόγω τάφο και τον κατούρησε. Γιατί κλαις;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Ποια είσαι εσύ; Από πού έρχεσαι;   

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Είμαι η γιαγιά σου, η Μανουέλα. Δηλαδή, το πνεύμα της. Τι σου συμβαίνει; Γιατί κλαις;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Μου φαίνεται ότι θα πρέπει να εγκαταλείψω τους γονείς μου. Δίπλα τους δεν μπορώ να μεγαλώσω. Επιπλέον, θέλουν να με πουλήσουν στην Επιστήμη ώστε να δοκιμαστεί πάνω μου το εμβόλιο εναντίον του ιού. Δεν θέλω να γίνω πειραματόζωο για την επιστήμη. Έχω ψυχή και θέλω να γίνω συγγραφέας.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Ξέρεις ότι εσύ έχεις την ευθύνη για την αυτοβιογραφία σου;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Γι’ αυτό έχω αποφασίσει να φύγω.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Πού θα πας;

ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ. Στην αρχαία πόλη των Αθηνών. Εκεί με περιμένει μια παλιά μου αγαπημένη που ανήκει σ’ ένα μυστικό Τάγμα αποκαλούμενο Οι Θεραπευτές. Θα εργαστώ βοηθώντας τούς ετοιμοθάνατους να διαβούν το Κατώφλι και να βρουν Ανάπαυση. Επιπλέον, πιστεύω ότι εκεί θα βρω το χρόνο και την έμπνευση που χρειάζομαι για να γράψω. Θα τραφώ με όλες τις παλιές ιστορίες που θα μου αφηγούνται οι ετοιμοθάνατοι και θα τις μετατρέψω σε δική μου αυτοβιογραφία.

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Πριν το κάνεις είναι σημαντικό να αναγνωρίσεις από πού κατάγεσαι και να μάθεις τη γλώσσα τους. Τα Αρχαία Ελληνικά. Εγώ μπορώ να σε βοηθήσω. Αλλά, μήπως έχεις κανένα ευρουλάκι να μου αφήσεις; Έχω μείνει ταπί.

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΣΟΦΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΚΑΝΕΙ ΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ ΚΑΙ, ΣΕ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ, ΕΚΕΙΝΟ ΤΗΣ ΔΙΝΕΙ ΕΝΑ ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑ ΤΩΝ 500 ΕΥΡΩ. Η ΠΡΩΤΗ ΛΕΞΗ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΝΕΙ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙ ΤΟ ΝΕΑΡΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΙΝΑΙ:

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.

 

Ηχεί το Filiae maestae Jerusalem, RV 638: II. Sileant Zephyri του Βιβάλντι.

                   

     Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος


O José Manuel Mora είναι θεατρικός συγγραφέας και διευθυντής της Escuela Superior de Arte Dramático στην αυτοδιοικούμενη περιφέρειας της Καστίλλης και Λεόν στην Ισπανία.



[1] San Juan de la Cruz, Subida del monte Carmelo, (Σ.τ.Μ.).

[2] Triana, ένα από τα πιο γραφικά, τουριστικά και λαϊκά διαμερίσματα της Σεβίλλης, στη δεξιά όχθη του Γουαδαλκιβίρ (Σ.τ.Μ.).