Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Πρακτικά 6ης Συνάντησης Ελληνόφωνων Μεταφρασεολόγων


ΠΡΑΚΤΙΚΑ


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΟΜΕΑΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ

Πρακτικά 6ης Συνάντησης Ελληνόφωνων Μεταφρασεολόγων
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Ε. Λουπάκη
Π. Χαραλαμπίδου
Επιτροπή Κριτών
 Φωτεινή Αποστόλου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Ανθούλα Βηδενμάιερ, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Σίμος Γραμμενίδης, Καθηγητής, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Τιτίκα Δημητρούλια, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Ζώζη Ζωγραφίδου, Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Ελένη Κασάπη, Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Παναγιώτης Κριμπάς, Τμήμα Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών, ΔΠΘ
Ελπίδα Λουπάκη, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΑΠΘ
Μαβίνα Πανταζάρα, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΕΚΠΑ
Μαρία Παπαδήμα, Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, ΕΚΠΑ
Μαρία Τσίγκου, Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας, Ιόνιο
ISBN: 978-618-81684-3-5
Θεσσαλονίκη 2019

ΟΜΙΛΗΤΕΣ
Αρχή φόρμας
Τέλος φόρμας



Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019

Βιβλιοκριτική του Άγη Αθανασιάδη για τα Βιβλιοπωλεία του Jorge Carrión


Παρασκευή, Μαρτίου 08, 2019
posted by Librofilo at Παρασκευή, Μαρτίου 08, 2019 | Permalink
Ένα ταξίδι στα βιβλιοπωλεία του κόσμου (Βιβλιοπωλεία του Jorge Carrión)

«Περί των βιβλίων ως αντικειμένων, ως πραγμάτων, περί των βιβλιοπωλείων ως αρχαιολογικών χώρων ή παλιατζίδικων ή αρχείων που προβάλλουν αντίσταση στο να μας αποκαλύψουν τη γνώση που κατέχουν, που αρνούνται από τη φύση τους να καταλάβουν τον χώρο στην ιστορία του πολιτισμού που τους αναλογεί, περί της στάσης τους να πηγαίνουν, πολλές φορές, κόντρα σε χωρικούς διαχωρισμούς, να εναντιώνονται σε μια πολιτική διαχείριση του χώρου υπό όρους εθνικούς και κρατικούς, περί της σπουδαιότητας της κληρονομιάς, περί της διάβρωσης του παρελθόντος, περί της μνήμης και των βιβλίων, περί της άυλης κληρονομιάς και της αποτύπωσής της σε υλικά που τείνουν στην αποσύνθεση, περί του Βιβλιοπωλείου και της Βιβλιοθήκης ως διπρόσωπου Ιανού ή ως δίδυμων αδελφών ψυχών, περί της (πάντα αστυνομικής) λογοκρισίας, περί των χώρων που δεν έχουν πατρίδα, περί του βιβλιοπωλείου ως καφέ και ως σπιτικού πέρα και πάνω από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, την Ανατολή και την Δύση, τον δυτικό και τον ανατολικό πολιτισμό, περί του βίου και του έργου των βιβλιοπωλών, με μόνιμη στέγη ή περιπλανώμενων, απομονωμένων ή μελών μιας κοινής παράδοσης, περί της έντασης που αναπτύσσεται ανάμεσα στο χειροτέχνημα και τη μαζική παραγωγή, περί της δύναμης που έχει η συνάντηση σε ένα βιβλιόφιλο περιβάλλον, και του ερωτισμού της (λανθάνον σεξ), περί της ανάγνωσης ως έμμονης ιδέας και ως παραφοράς αλλά και ως ασυνείδητης παρόρμησης ή επιχειρηματικού σχεδίου, με τα ανάλογα προβλήματα διαχείρισης και την εργασιακή εκμετάλλευση, περί των τόσων κέντρων και των αναρίθμητων περιφερειών, περί του κόσμου ως βιβλιοπωλείου και του βιβλιοπωλείου ως κόσμου, περί της ειρωνείας και της σοβαρότητας, περί της ιστορίας όλων των βιβλίων και περί συγκεκριμένων βιβλίων, με ονοματεπώνυμο στα εξώφυλλα, από χαρτί ή πίξελ, περί των βιβλιοπωλείων όλου του κόσμου και περί των δικών μου βιβλιοπωλείων, περί όλων αυτών θα μιλήσει αυτό το βιβλίο, που μέχρι πριν από λίγο βρισκόταν σε ένα βιβλιοπωλείο ή σε μια βιβλιοθήκη ή στο σπίτι κάποιου φίλου και το οποίο τώρα ανήκει έστω και προσωρινά, αναγνώστη, στη δική σου βιβλιοθήκη.»

Ένα βιβλίο για τα βιβλιοπωλεία του κόσμου, για την αγάπη των βιβλίων, για το βιβλίο ως ανάγκη, προτεραιότητα, πολύτιμο αγαθό, είναι το σαγηνευτικό ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ, ο χάρτης του κόσμου από έναν αναγνώστη (Librerías), του Ισπανού καθηγητή δημιουργικής γραφής και δημοσιογράφου, Jorge Carrión (Ταραγόνα, 1976) - (εκδ. Ποταμός, (έξοχη) μετάφρ. Κων/νος Παλαιολόγος, σελ.418). Ένα βιβλίο που είναι ένα ταξίδι μύησης στον παγκόσμιο λογοτεχνικό χάρτη, ανά τους αιώνες και ανά τις ηπείρους. Ένα ταξίδι όχι μόνο για το εμπόριο και το αλισβερίσι γύρω από τα βιβλία αλλά και για την βιβλιοφιλία, το παρόν και το μέλλον των βιβλιοπωλείων όχι μόνο ως επιχειρήσεις αλλά και ως χώρων που προάγουν την ανάγνωση.


«Κάθε βιβλιοπωλείο συμπυκνώνει τον κόσμο.»

Χωρισμένο σε 15 ενότητες (την πολυσέλιδη εισαγωγή και 14 τμήματα), το βιβλίο του Καριόν, ξεκινώντας με τις (απαραίτητες) αναφορές στο εμβληματικό "Ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ" του Στ. Τσβάιχ, και μέσω αυτού στον μοναδικό "Φούνες ο μνήμων" του Μπόρχες και στην "Εγκυκλοπαίδεια των νεκρών" του Ντανίλο Κις, ταξιδεύει σε βιβλιοπωλεία που ειδικεύονται στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, σε αλυσίδες καταστημάτων, και από την αρχαία στην σύγχρονη Ελλάδα, περνάει στην ιστορία της εμπορίας βιβλίων, στα παλαιότερα βιβλιοπωλεία της Ευρώπης και του κόσμου. Ένα τμήμα του βιβλίου αφιερώνεται στο τουριστικότερο βιβλιοπωλείο της Ευρώπης, το Shakespeare and Company και τις διαφορετικές ζωές του όπως και στο "αδελφάκι" του, το περίφημο "City lights" το βιβλιοπωλείο του Λώρενς Φερλινγκέτι στο Σαν Φρανσίσκο. Το ταξίδι του Καριόν συνεχίζεται στην κεντρική Ευρώπη με αναφορές στον Στάλιν, τον Χίτλερ, την λογοκρισία, την Ιερά Εξέταση για να περάσει στην Κούβα του Φ.Κάστρο και από εκεί στα βιβλιοπωλεία της Ανατολής, τους δρόμους που άνοιξε στους Ευρωπαίους βιβλιόφιλους ο Πωλ Μπόουλς, στα παζάρια για βιβλία και άλλα αντικείμενα στην Τουρκία και στην Κίνα.

«Τα βιβλία γράφονται, μόνο και μόνο προκειμένου να συνδεθούν οι άνθρωποι, ξεπερνώντας την πεπερασμένη ύπαρξή του, ώστε να αμυνθούμε απέναντι στους αμείλικτους αντιπάλους της ζωής μας: την παροδικότητα και τη λησμονιά»

Δύο τμήματα του βιβλίου αφιερώνονται στην Βόρεια και τη Νότια Αμερική, στις Η.Π.Α. από την ανατολική στη δυτική ακτή, σε βιβλιοπωλεία-ορόσημα, γνωστά και άγνωστα, μικρά και μεγάλα (μερικά πραγματικά τεράστια σαν καζίνα) και στην Λατινική Αμερική ακολουθώντας τα βήματα του Ρ.Μπολάνιο στη Χιλή και στο Μεξικό, του Κορτάσαρ και του Μπόρχες στην Αργεντινή, για να επανέλθει στο Παρίσι και στα μεγάλα βιβλιοπωλεία του, και να συνεχίσει με τις μεγάλες αλυσίδες, πως αναπτύχθηκαν αυτές και την κρίση που πέρασαν και το μέλλον τους, για να μεταφερθεί σε μακρινούς τόπους, στην Αυστραλία, στη Νότια Αφρική, στην Παταγονία. Βαδίζοντας προς το τέλος, ο Καριόν γράφει για τα βιβλιοπωλεία του 21ου αιώνα, τα βιβλιοπωλεία-καφέ, τα βιβλιοπωλεία-γκαλερί, τα βιβλιοπωλεία-πολυχώρους για να νοσταλγήσει τα "καθημερινά βιβλιοπωλεία", αυτά της γειτονιάς, όπως τα έζησε στα παιδικά του χρόνια στην Βαρκελώνη και να μιλήσει για τα βιβλιοπωλεία της πόλης που μεγάλωσε. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με το "εικονικό βιβλιοπωλείο" που έχει επικρατήσει παγκοσμίως και τις σκέψεις για το μέλλον του συγγραφέα.

«Το να συσσωρεύεις ερωτικές εμπειρίες είναι όπως το να συσσωρεύεις διαβάσματα: το ίχνος τους είναι εικονικό, μνήμη και τίποτε άλλο. Το να κλέβεις ή να αγοράζεις βιβλία ή να σ’ τα χαρίζουν σημαίνει ότι τα κατέχεις: για ένα συστηματικό αναγνώστη η διαμόρφωση της βιβλιοθήκης δύναται να διαβαστεί, αν όχι ως το αφήγημα ολόκληρης της ζωής του, τουλάχιστον ως μια παρομοίωση της διάπλασής του ως ατόμου στη διάρκεια των νεανικών του χρόνων, όταν η εν λόγω κατοχή είναι αποφασιστική.»Τα Βιβλιοπωλεία μοιάζουν ως προς το ύφος με την έξοχη «Ιστορία της ανάγνωσης» του Alberto Manguel, ένα βιβλίο που μάλλον χρησίμευσε ως οδηγός στον Καριόν. Με συντροφιά υπέροχα επιγράμματα που συνοδεύουν κάθε κεφάλαιο του Ντιντερό, του Κορτάσαρ, του Πεσσόα, του Κανέτι, ο συγγραφέας περιγράφει βιβλιοπωλεία τόπους συνάντησης, βιβλιοπωλεία που είναι πλέον τουριστικές ατραξιόν, θρηνεί για το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο της Βαρκελώνης που μετατράπηκε σε ΜακΝτόναλντς, επισημαίνει την τάση που έγινε μόδα και ίσως ανάγκη, προς ένα πιο σύνθετο βιβλιοπωλείο που έχει και άλλες χρήσεις, εξετάζει το φαινόμενο Amazon και των δρόμων που άνοιξε αυτό.
«Όλα τα βιβλιοπωλεία είναι πυξίδες: αν τα μελετήσεις, σου προσφέρουν ερμηνείες του σύγχρονου κόσμου πολύ πιο καίριες από εκείνες που προσφέρουν άλλες αντιπροσωπευτικές εικόνες ή άλλοι χώροι.»

Τα «Βιβλιοπωλεία» δεν είναι ένας τουριστικός οδηγός για βιβλιόφιλους ταξιδιώτες, ούτε ένα προϊόν μάρκετινγκ αλλά ένα βιβλίο με φιλοσοφική διάθεση, ένα ανάγνωσμα που πίσω του έχει πολλή έρευνα και κυρίως, την παθιασμένη περιπλάνηση ενός ανθρώπου που λατρεύει το βιβλίο, με στιβαρές λογοτεχνικές γνώσεις. Είμαστε έτη φωτός μακριά από γλυκανάλατες σάλτσες για βιβλιοπωλεία που χάθηκαν, ή, για ρομαντικά «παραμυθένια» βιβλιοπωλεία που έχουν γοητευτικές κυρίες που ερωτεύονται ωραίους κυρίους. Ο Καριόν δεν γράφει μια «νεκρολογία», ούτε θρηνεί για την παρακμή των παραδοσιακών βιβλιοπωλείων, δεν είναι πεσιμιστής για το μέλλον τους, ούτε μπαίνει στα χωράφια των οικονομικών μοντέλων, του τρόπου διανομής, την σχέση εκδότη-βιβλιοπώλη. Τον συγγραφέα ενδιαφέρουν οι ιστορίες πίσω από τα εμβληματικά ή όχι βιβλιοπωλεία, τους ανθρώπους που πραγματοποίησαν τα όνειρά τους.

«Η λογοτεχνία είναι μαγεία και ανταλλαγή, και επί αιώνες μοιραζόταν με τα χαρτονομίσματα το γεγονός ότι τυπωνόταν σε χαρτί, γι’ αυτό έχει πέσει θύμα τόσων πυρκαγιών. Τα βιβλιοπωλεία είναι επιχειρήσεις σε διπλό επίπεδο, ταυτόχρονα και κατά τρόπο αδιαχώριστο: οικονομικό και συμβολικό, πώληση αντιτύπων και δημιουργία και καταβαράθρωση μύθων, επαναβεβαίωση της κυρίαρχης αισθητικής ή εφεύρεση μιας καινούργιας, καταθέσεις και χρέη. Τα βιβλιοπωλεία ανέκαθεν, υπήρξαν τόποι σύν(τ)αξης του λογοτεχνικού κανόνα και, συνεπώς, σημεία στρατηγικής σημασίας για τη γεωπολιτική του πολιτισμού. Το μέρος όπου η λογοτεχνία αποκτά φυσική υπόσταση και, ως εκ τούτου, γίνεται πιο διαχειρίσιμη.»

Το βιβλίο είναι ένα προσωπικό ταξίδι που γίνεται όμως γενικό και αφορά όλους τους αναγνώστες που αγαπάνε τα βιβλία και ενδιαφέρονται για την ιστορία τους, από μια πλευρά που συνήθως αποσιωπάται. Από την πλευρά του εμπορίου, για τους ανθρώπους που βρίσκονται στη μέση, μεταξύ του παραγωγού (συγγραφέας, επιμελητής, εκδότης) και του καταναλωτή (αναγνώστης), γι’ αυτούς που πρέπει να ισορροπήσουν σε δύο βάρκες – από τη μια να διατηρούν μια επιχείρηση βιώσιμη, από την άλλη να ενημερώνονται συνεχώς, να διαβάζουν και να συνεχίσουν να υπηρετούν το όραμά τους. Και όπως έγραφε ο Έκτορ Γιάνοβερ στο βιβλίο του «Memorias de un librero» : «Ένας βιβλιοπώλης είναι ένας άνθρωπος που όταν ξεκουράζεται διαβάζει▪ όταν διαβάζει, διαβάζει καταλόγους βιβλίων▪ όταν κάνει βόλτα, κοντοστέκεται στις βιτρίνες άλλων βιβλιοπωλείων▪ όταν πάει σε άλλη πόλη, σε άλλη χώρα, επισκέπτεται βιβλιοπώλες και εκδότες. Τότε μια μέρα, αυτός ο άνθρωπος αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο για το επάγγελμά του. Ένα βιβλίο μέσα σε ένα άλλο βιβλίο που θα πάει να βρει τα υπόλοιπα στις βιτρίνες ή τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Άλλο ένα βιβλίο για να το τοποθετήσει, να του βάλει τιμή, να το καθαρίσει, να το παραγγείλει ξανά, να το αποκλείσει οριστικά. Ο βιβλιοπώλης είναι το άτομο εκείνο που έχει μεγαλύτερη συνείδηση από όλους της μηδαμινότητας του βιβλίου, της σπουδαιότητάς του. Γι’ αυτό είναι ένας άνθρωπος διχασμένος▪ το βιβλίο είναι ένα εμπόρευμα που αγοράζεις και πουλάς, και αυτός συγκροτεί αυτό το εμπόρευμα. Αγοράζει και πουλάει τον εαυτό του.»

Με ωραίο στυλ και θαυμάσιο ρυθμό, το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί και ως ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, ένα νοσταλγικό memoir, ένα ταξίδι στον χρόνο ενός ταξιδιώτη διαφορετικού από τους συνηθισμένους. Τα «Βιβλιοπωλεία» είναι ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί από τους βιβλιόφιλους αναγνώστες, από αυτούς που αγαπάνε τα λογοτεχνικά ταξίδια, αλλά και από τους επαγγελματίες του χώρου ή τουλάχιστον από όσους αγαπάνε πραγματικά αυτό που κάνουν. Είναι ένα βιβλίο πολύτιμο και ταυτόχρονα απολαυστικό, τολμηρό και γεμάτο ωραίες σελίδες, ένα υπέροχο ανάγνωσμα.

«Ο διάλογος μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων συλλογών, μεταξύ Βιβλιοπωλείου και Βιβλιοθήκης, είναι (...) τόσο παλιός όσο πολιτισμός▪ αλλά η ζυγαριά της Ιστορίας πάντα κλίνει προς τη δεύτερη. Το βιβλιοπωλείο είναι ελαφρύ, η Βιβλιοθήκη βαριά. Η ελαφρότητα του διαρκούς παρόντος σε αντίθεση με το βάρος της παράδοσης. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ξένο στην ιδέα του βιβλιοπωλείου από την έννοια της αποθησαύρισης. Την ώρα που ο βιβλιοθηκάριος συγκεντρώνει, αποθησαυρίζει, και το πολύ πολύ δανείζει για λίγο το εμπόρευμα - που πλέον δεν είναι τέτοιο και η αξία του παγώνει -, ο βιβλιοπώλης αποκτά για να ξεφορτωθεί ό,τι έχει αποκτήσει, πουλάει και αγοράζει, θέτει σε κυκλοφορία. Η δουλειά του είναι η διακίνηση, η μεταβίβαση. Η Βιβλιοθήκη βρίσκεται πάντα ένα βήμα πίσω: κοιτάζει προς το παρελθόν. Το Βιβλιοπωλείο, αντιθέτως, είναι δεμένο στην ένταση του παρόντος, υποφέρει μαζί του, αλλά ταυτόχρονα διεγείρεται από τη ροπή του στις αλλαγές. Αν η Ιστορία εξασφαλίζει την ύπαρξή στο διηνεκές της Βιβλιοθήκης, το Μέλλον απειλεί διαρκώς την ύπαρξη του Βιβλιοπωλείου. Η Βιβλιοθήκη είναι στέρεη, μνημειώδης, είναι στενά συνδεδεμένη με την εξουσία, τους τοπικούς κυβερνώντες, τα κράτη και τους στρατούς τους (...). Το Βιβλιοπωλείο αντιθέτως είναι ρευστό, εφήμερο, διαρκεί όσο διαρκεί η ικανότητά του να διατηρεί με ελάχιστες αλλαγές μια ιδέα των καιρών του ή του καιρού του. Η Βιβλιοθήκη είναι σταθερότητα. Το Βιβλιοπωλείο διανέμει, η Βιβλιοθήκη συντηρεί. »

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

O Jorge F. Hernández συνομιλεί με τον Αντώνη Φράγκο


Ο παράξενος και σουρεαλιστικός κόσμος του Χόρχε Φ. Ερνάντες  
Συνέντευξη στο Περιοδικό,
Ένας έξοχος συγγραφέας μαγικών εικόνων γειωμένων στην μεξικάνικη πραγματικότητα

37

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως ο Μεξικανός συγγραφέας Χόρχε Φ. Ερνάντες κυριολεκτικά αψηφά κάθε κανόνα και όριο αφήγησης όπως συνηθίζεται στην συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων λογοτεχνών. Καταξιωμένος στην χώρα του, έζησε πολλά χρόνια στις ΗΠΑ και τώρα, πλέον, στην Μαδρίτη σαν και πολλούς άλλους λατινοαμερικανούς συναδέλφους του. Στο δημιουργικό του ρεπερτόριο συγκαταλέγονται πέρα από τα διηγήματα και τα μυθιστορήματα, χρονικά και δοκίμια – έχοντας επηρεαστεί από σύγχρονους Μεξικάνους κλασικούς- Χουάν Ρούλφο, Κάρλος Φουέντες, Οκτάβιο Πας- τον Μπόρχες, τους μεγάλους Ισπανούς αλλά και τους Βόρειο-αμερικανούς γραφιάδες. Γεννημένος το ’62 στην Πόλη του Μεξικού, ο Ερνάντες αρέσκεται πολύ στο να σκαρώνει μικρές ιστορίες που εδράζονται στην λεγόμενη «Μεξικανικότητα», δηλαδή σε όλο εκείνο το μείγμα στερεοτύπων που καθορίζουν εν πολλοίς την κουλτούρα του τόπου του. Πέραν τούτων ο Ερνάντες ασχολείται επισταμένως με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και όντας εξαιρετικός μίμος – μια οικογενειακή παράδοση- κατορθώνει να κερδίζει την προσοχή και τη μεγάλη εκτίμηση του κοινού. Νικητής δύο εμφραγμάτων και ενός καρκίνου ο Ερνάντες ποτέ δεν έχασε το απίστευτο χιούμορ και την πληθωρικότητά του και τούτο επιβεβαιώθηκε στην συνάντησή μας στο πλαίσιο του  11ου Φεστιβάλ ΛΕΑ και με αφορμή το εν Ελλάδι εκδοθέν βιβλίο του, «Ο βασιλιάς του μάμπο- μαριάτσι» (Εκδ. Ροές) σε συλλογική μετάφραση, με συντονιστές τον Νίκο Πρατσίνη και Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Στα εννέα διηγήματα και τα επτά διηγηματίδια του ο Μεξικανός συγγραφέας εννοεί να απεικονίζει με σουρεαλιστικό τρόπο την, ας πούμε, καθημερινή ζωή στην, είκοσι εκατομμυρίων, Πόλη του Μεξικού. Διάφοροι ασυνήθιστοι χαρακτήρες: νάνοι, μουσικοί της σάλσα, αναγνώστες δολοφόνοι αλλά και ιατροί ψυχοτρόπων ουσιών, παρελαύνουν στο βιβλίο και αναδεικνύουν έναν έξοχο δημιουργό μαγικών εικόνων γειωμένων όμως στην μεξικάνικη πραγματικότητα.

Θα λέγατε ότι η γραφή σας ενσωματώνει στοιχεία του μαγικού ρεαλισμού;
Φυσικά, μέσα στα κείμενά μου υπάρχει πολύ από αυτό που αποκαλούμε μαγικό ρεαλισμό, όπως συμβαίνει εξάλλου με πολλούς Λατινοαμερικανούς συγγραφείς. Είμαστε όλοι κάτω από τη σκιά του Μάρκες,  του Ρούλφο και της γενιάς τους. Βέβαια, έχουν περάσει τα χρόνια, έχει φύγει από τον σύγχρονο μαγικό ρεαλισμό η τραγωδία, το αίμα.

Στο διήγημα «Αυτό που διαλύεται στους καθρέπτες» φαίνεται ότι ακολουθείτε τα βήματα των Μπόρχες και Κασάρες, μιας και ο δολοφόνος δεν είναι άλλος από τον αναγνώστη…
Πράγματι, οι δύο αυτοί συγγραφείς είχαν ως στόχο να γράψουν μία αστυνομική ιστορία όπου ο δολοφόνος να είναι αυτός που τη διαβάζει, δηλαδή ο αναγνώστης. Την περίοδο που έγραψα το συγκεκριμένο διήγημα ήμουν πολύ νέος, παρθένος, ωραίος και αδύνατος και ήθελα να κάνω ακριβώς αυτό! Πήγαινα λοιπόν σε μια ψυχιατρική κλινική και έπινα τον καφέ μου. Εκεί γνωρίστηκα με έναν γιατρό. Γίναμε φίλοι και κάθε εβδομάδα πίναμε μαζί τον καφέ μας, εκείνος μου μιλούσε για φάρμακα, δηλαδή για χημεία, κι εγώ για τη συγγραφή. Κάποια στιγμή μου ζήτησε να δει το διήγημα που έγραφα, το οποίο περιστρεφόταν γύρω από μία καταδίκη. Του το έφερα, άρχισε να το διαβάζει και όσο το ξεφύλλιζε  εκνευριζόταν και έβγαινε εκτός εαυτού. Τελικά, ήταν ένας τρόφιμος του ψυχιατρείου που παρίστανε τον γιατρό και εκείνη τη στιγμή ήθελε απλώς να με πνίξει. Το διήγημα είχε λειτουργήσει πλήρως!

Τι σημαίνει για εσάς ο όρος «μεξικανικότητα»;
Μεγάλωσα στις ΗΠΑ, έχω ζήσει στη Μαδρίτη συνολικά έντεκα χρόνια και τώρα τελευταία αισθάνομαι πολύ Έλληνας. Οι εθνικότητες είναι μάλλον ένας τρόπος να υπάρχεις, να αισθάνεσαι. Η «μεξικανικότητα» λοιπόν είναι το φαγητό, οι ντόπιοι, οι Μαριάτσι, ο τόπος και τα τοπία, το όνομα, τα ισπανικά μαζί με 56 άλλες γλώσσες, η λογοτεχνία πάνω απ’ όλα, η μουσική. Η «μεξικανικότητα» είναι όλα αυτά χτυπημένα σε ένα μίξερ.

Εκτός από συγγραφέας είστε και ιστορικός και μάλιστα με ροπή στην μικροϊστορία…
Γράφω και σχεδιάζω ιστορίες από τα επτά μου χρόνια, ήξερα λοιπόν από μικρός ότι θα γίνω συγγραφέας. Επίσης, είμαι φανατικός αναγνώστης, η ανάγνωση είναι κάτι σαν αρρώστια για μένα. Όταν ήρθε η εποχή να σπουδάσω, εκεί στο τέλος της εφηβείας μου, επέλεξα την ιστορία. Ημουν πολύ τυχερός γιατί ο καθηγητής μου στο πανεπιστήμιο ήταν ο πρωτεργάτης της ανάδειξης της μικροϊστορίας στο Μεξικό. Μαζί του έμαθα να μελετώ την ιστορία των μικρών πραγμάτων, για παράδειγμα την ιστορία των μικρών χωριών που δεν εμφανίζονταν στους χάρτες, την ιστορία μιας πόρτας ή μιας συνομιλίας. Η μεγάλη ιστορία, όπως είναι η ιστορία των πολέμων, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Με απασχολούν οι  μικρές ιστορίες διότι όταν τις βλέπεις από καλή οπτική γωνία είναι παγκόσμιες.

Έχετε γράψει ότι η συγγραφή είναι σαν την ταυρομαχία. Αλήθεια, γιατί θέλατε να γίνετε ταυρομάχος;
Υπήρξα ταυρομάχος, όταν νεότερος και πιο αδύνατος, μάλιστα έχω σκοτώσει και δύο ζώα. Το άφησα όμως γιατί ήταν κακό και επιπλέον δεν μου άρεσαν και τα κοστούμια που φοράνε οι ταυρομάχοι. Το να είσαι ταυρομάχος σημαίνει ότι έχεις έναν τρόπο σκέψης και το να γράφεις είναι σαν να μπαίνεις στη μάχη με το στυλό σου στο χέρι και περιμένεις να δεις τι θα βγει από το τούνελ. Θα είναι ποίημα, θα είναι πρόζα, χρονογράφημα, παραμύθι, νουβέλα, ίσως μια μελέτη; Στην αρχή δεν το ξέρεις και μετά βγαίνουν στην αρένα οι πρώτες φράσεις, κάνουν κύκλους και φτάνει η στιγμή που το θέμα αρχίζει να αιμορραγεί εκεί, μπροστά σου, είσαι μόνος εσύ κι αυτό. Το αφήνεις να σε πλησιάσει, χωρίς να σε ενδιαφέρει τι θα πει το κοινό ή οι άλλοι συγγραφείς. Αυτή η αίσθηση είναι που μου αρέσει σε όλο αυτό, ότι είσαι μόνος στο κέντρο του σύμπαντος, εσύ κι απέναντί σου εκείνο. Μέχρι τη στιγμή που πρέπει να το σκοτώσεις, γιατί πρέπει να τελειώσει, απλά τελειώνει, όπως συμβαίνει και στα ρομάντζα. Συνεπώς, συνεχίζω ακόμα και σήμερα να σκέπτομαι σαν ταυρομάχος, απλά τώρα έχω περισσότερα κιλά!

Μιλήστε μας λίγο για τη διαδρομή σας, τα ταξίδια σας, τους αγαπημένους σας συγγραφείς και ειδικότερα για τον Juan Villoro.
Ταξιδεύω από την ηλικία των δύο ετών. Όταν γεννήθηκα οι γονείς μου ζούσαν στη Γερμανία και μετά μετακόμισαν στις ΗΠΑ. Μου αρέσουν πολύ τα ταξίδια, έχω έναν χάρτη στο μυαλό μου με φανταστικά τοπία, αλλά και με τοπία που έχω γνωρίσει μέσα από τη λογοτεχνία, τα οποία δεν ξέρω αν θα προλάβω να τα γνωρίσω από κοντά, μέρη όπως η Κέρκυρα, η Θεσσαλονίκη, το Όσλο. Ταξιδεύω μέσα από αυτά που γράφω και διαβάζω, η λογοτεχνία είναι ο πιο φθηνός τρόπος για να ταξιδέψει κανείς! Όσο για τον Juan Villoro, η γενιά μου του οφείλει πολλά. Μας δίδαξε το ροκ, όλοι θέλαμε να έχουμε ένα κόκκινο volkswagen και γένια σαν κι αυτόν. Ο Juan ήταν αδελφός, ο αδελφός της γενιάς μου.

Σε ποιο βαθμό σας επηρέασε η εποχή της Movida Madrilena *;
Έφτασα στη Μαδρίτη στο τέλος της εφηβείας μου για να σπουδάσω ιστορία. Έκανα έντονη ζωή, με πολλή μουσική, αλκοόλ και ναρκωτικά. Η αλήθεια είναι ότι έχω δει ελάχιστα την Μαδρίτη, όταν έβγαινα έξω ήταν πάντα βράδυ. Ωστόσο, ποτέ δεν έγραψα γι’ αυτά, αισθανόμουν ταξιδιώτης στην  Μαδρίτη.

Μεταξύ άλλων είστε και μίμος. Έχει επιδράσει αυτό στη δομή των έργων σας και κυρίως στους αφηγηματικούς χαρακτήρες;
Ο πατέρας μου ήταν επαγγελματίας κα έκανε μιμήσεις διαφόρων φωνών στο ραδιόφωνο. Ήταν πολύ καλός μίμος. Εγώ μπορώ μόνο να μιμηθώ κάποιες φωνές, τα παιδιά μου είναι επίσης πολύ καλοί μίμοι, όπως ο παππούς τους. Εμένα μου αρέσει να γράφω λογοτεχνία, αλλιώς θα ήμουν σε ψυχιατρείο! Πολλές φορές λέω ότι είμαι αστροναύτης, ότι δημιουργώ χαρακτήρες με κάθε λογής στοιχεία και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ.

Στον «Βασιλιά του Μάμπο Μαριάτσι» υπάρχουν και μερικά πολύ μικρά διηγήματα…
Γράφω σε τετράδια. Κάποιες φορές πρώτα ζωγραφίζω έναν χαρακτήρα και μετά γράφω γι’ αυτόν. Άλλοτε πρώτα δημιουργώ το διήγημα και ύστερα ζωγραφίζω τον ήρωα. Όταν γράφω μια ιστορία, δεν ξέρω αν θα είναι μικρή ή μεγάλη, πού  θα τελειώσει. Υπάρχουν ιστορίες που είναι σύντομες, σαν ανέκδοτο, αλλά δεν τις πειράζω, γιατί εάν μεγαλώσουν θα χάσουν τη δύναμή τους, θα χαλάσουν. Έχω πέντε βιβλία με παραμύθια και πάντα βάζω στο τέλος τα πιο μικρά από αυτά.

Είναι αλήθεια ότι ο παππούς σας ήθελε έναν νάνο για εγγόνι, όπως  γράφετε στο διήγημα «Περί της μυστικής μεθόδου η οποία εξαφανίζει τους νάνους του κόσμου τούτου…»;
Ο παππούς μου ο Πέτρος δεν ζει πια, αλλά πρόλαβε να δει 53 εγγόνια. Από ένα σημείο και μετά έβλεπε όλα τα εγγόνια του ίδια. Αν και δεν είναι πολιτικά ορθό, εντούτοις η επιθυμία του ήταν να είχε ένα εγγόνι-νάνο, να το ανεβάζει για χορό στο τραπέζι και να διασκεδάζει μαζί του!

Κάποιος που ενδιαφέρεται για  «Τα Αφεψήματα του Γουανγκ Φενγκ»,  πού μπορεί να τα βρει;
Στον Αμαζόνιο. Ή, μου δίνετε τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομείου και σας τα στέλνω εγώ. Είναι πολύ επικίνδυνο  να τα αγοράσετε στο δρόμο,  μπορεί να σας πιάσει η αστυνομία.



*Πολιτιστική έκρηξη που έλαβε χώρα μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο. Ένα καλλιτεχνικό κίνημα που συμπεριέλαβε όλα τα είδη με πρωταγωνιστή το πανκ και το γκλαμ ροκ- κίνημα που χαρακτηρίστηκε από την ελευθερία έκφρασης, τον πειραματισμό και το σπάσιμο κάθε φόρμας και κοινωνικού ταμπού.


Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2019

Βιβλιοκριτική του Ναυτίλου για το Πέντε ώρες με τον Μάριο του Miguel Delibes

Πέντε ώρες με τον Μάριο
Μιγκέλ Ντελίμπες: Πέντε ώρες με τον Μάριο, σε μετάφραση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, εκδόσεις Ποταμός.



Ο 49χρονος Μάριο έχει μόλις πεθάνει αιφνιδίως από ανακοπή και η χήρα του, Κάρμεν, αγρυπνά δίπλα στο ανοιχτό φέρετρο και επί πέντε ώρες του μιλά ακατάπαυστα, ουσιαστικά ψέλνοντάς του τον εξάψαλμο, για τη σχέση τους και τις διαφορετικές αντιλήψεις τους για τη ζωή.

Το μυθιστόρημα του Ντελίμπες, εκδόθηκε στην Ισπανία το 1966 και δικαίως θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της ισπανικής λογοτεχνίας. Είναι εντυπωσιακό πώς μέσα σε πέντε ώρες (εγώ βέβαια χρειάστηκα δεκαπέντε) ξεδιπλώνεται η ιστορία μιας ολόκληρης χώρας και αντιπαραβάλλονται οι απόψεις των μελών μιας κοινωνίας που βρίσκεται κάτω από το ζυγό μιας δικτατορίας. Σε μια απλοϊκή, επιφανειακή ανάγνωση θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει τη χυμώδη, διαχυτική και διψασμένη για ζωή Κάρμεν, συντηρητική, φιλοφρανκική, προσκολλημένη στους τύπους και τη θρησκεία ενώ τον Μάριο έναν προοδευτικό, αντιφρανκικό δάσκαλο και με αυτές τις ταμπέλες (που θα κολλήσει λίγο πολύ σε όλους τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος) να φτάσει στην τελευταία σελίδα. Αν ήταν έτσι (άσπρο-μαύρο), αμφιβάλλω αν θα ήξεραν πολλοί σήμερα το μυθιστόρημα του Ντελίμπες. Δεν θα μεταφραζόταν σε δεκάδες γλώσσες και δεν το διαβάζαμε 53 χρόνια μετά. Το δίπολο Κάρμεν-Μάριο είναι διαχρονικό και βρίσκεται ίσως μέσα σε πολλούς από μας. Είναι το αντίστοιχο του Σάντσο Πάντσα-Δον Κιχώτης, είναι η γη και ο ουρανός, πάντα απέναντι και πάντα μαζί...

Η λογοτεχνία όμως είναι πρώτα απ' όλα γλώσσα και τίποτα από τα παραπάνω δεν θα ίσχυε, αν τη μετάφραση δεν την είχε αναλάβει ο Παλαιολόγος. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά αλλά πρέπει να πρόκειται για χαρισματικό μεταφραστή. Η προφορική γλώσσα της Κάρμεν, μια αστή της επαρχίας, είναι συγκλονιστική, γεμάτη λαϊκές εκφράσεις και παροιμίες (μέτρησα πάνω από είκοσι) ενώ το μόνο που μου θύμιζε ότι διάβαζα ένα ισπανικό, και όχι ελληνικό, μυθιστόρημα ήταν τα ονόματα και τα τοπωνύμια. Άλλωστε, η μετεμφυλιακή Ισπανία του '60 δε νομίζω να διέφερε και πολύ από την αντίστοιχη της χώρας μας.

Με αφορμή την ανάγνωσή του:

1. Seat 600, Citroën Tiburón ή ποδήλατο; Είναι θέμα στυλ...;-)
2. Ο Μιγκέλ Ντελίμπες (1920--2010) είναι μικρανιψιός του Γάλλου συνθέτη Λεό Ντελίμπ (1836-1891), η πιο φημισμένη μουσική σύνθεση του οποίου ήταν η Κοπέλια.
3. Το μυθιστόρημα-σύνθεση αποτελείται από ένα πρελούδιο και θέμα (σε τριτοπρόσωπη αφήγηση), 27 κεφάλαια-παραλλαγές πάνω στο κύριο θέμα, που ξεκινούν με αποσπάσματα από την Γραφή (προφορικός λόγος σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση) και τέλος, μία coda (επίσης σε τριτοπρόσωπη αφήγηση).
4. Το μυθιστόρημα έχει ανέβει αρκετές φορές στη σκηνή, με πιο γνωστή εκείνη στην οποία τον ρόλο της Κάρμεν είχε υποδυθεί η Λόλα Ερρέρα.

http://alexis-chryssanthie.blogspot.com/2019/08/blog-post.html , ΠEΜΠΤΗ, 15 ΑΥΓΟYΣΤΟΥ 2019




Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019

Cuestión de tonos, de Queta Navagómez / Ζήτημα αποχρώσεων, της Κέτα Ναβαγκόμες



Cuestión de tonos
El lobo —conocedor de atajos— alcanzó a Caperucita Blanca a la mitad del bosque. Cargó solícito la canasta mientras la acompañaba por esas soledades. Pero, afanado en limar la desconfianza, inició unos relatos que fueron subiendo de tono, hasta que a la pobre Caperucita Blanca no le quedó otra alternativa que ponerse roja, roja… roja.

Ζήτημα αποχρώσεων
Ο λύκος –που γνώριζε καλά να κόβει δρόμο– πρόφτασε τη Λευκοσκουφίτσα καταμεσής στο δάσος. Φορτώθηκε πρόθυμος το καλαθάκι της καθώς τη συνόδευε μέσα στην ερημιά. Στην προσπάθειά του να υπερνικήσει την επιφυλακτικότητά της, άρχισε να αφηγείται ιστορίες όλο και πιο πικάντικες, μέχρι που η καημένη η Λευκοσκουφίτσα δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς από το να γίνει κόκκινη… κατακόκκινη.

Queta Navagómez [Κέτα Ναβαγκόμες] (1954), ποιήτρια και πεζογράφος από το Μεξικό

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος  


Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

Βιβλιοκριτική του Δημήτρη Μαστρογιαννίτη για το Ρετόρνο 201, του Guillermo Arriaga



Ρετόρνο 201 Guillermo Arriaga, μτφρ. συλλογική, επιμέλεια: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Πάπυρος, σελ. 242. 

Μπορεί να είναι 14 ξεχωριστά διηγήματα, αλλά καθόλου άσχετα μεταξύ τους αφού συνορεύουν, καθότι εξελίσσονται στον ίδιο δρόμο της Πόλης του Μεξικού, στην οδό Ρετόρνο 201, με πολλούς από τους ήρωες να μπαινοβγαίνουν από το ένα στο άλλο. Είναι ο τρόπος-σήμα κατατεθέν του συγγραφέα να μπερδεύει διαφορετικές ιστορίες. Θυμηθείτε τα σενάρια που έγραψε για τις ταινίες «Βαβέλ», «21 γραμμάρια», «Χαμένες αγάπες», «Οι τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα». Το κινηματογραφικό «παράλληλο σύμπαν» του G.A. αποκαλύπτεται στις συγγραφικές τεχνικές του, καθώς διακρίνουμε ανακάτεμα πρωτοπροσωπικής και τριτοπροσωπικής αφήγησης και κατάτμηση του χρόνου (μοντάζ) για ιστορίες με «αλήτες», πονεμένους έρωτες, άγριους θανάτους, ένοχα μυστικά… Όμως, παρ' όλη τη σκληρότητα των ιστοριών δεν μπορείς να μη διακρίνεις την τρυφερότητα με την οποία βλέπει ο συγγραφέας τους ήρωές του, ίδια με αυτή που δείχνει στα λουλούδια του ένας κηπουρός.


Δημήτρης Μαστρογιαννίτης"Athens Voice", τχ. 324, 18.11.2010

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019

Proyecto GreQuerías. Antología del minicuento griego contemporáneo (en breve en las librerías españolas por EDA libros)


Konstantinos Paleologos – Eduardo Lucena (edit.)



Proyecto GreQuerías

Antología del minicuento griego contemporáneo



EDA libros
2020



Proceso de traducción

Antes de presentar el proceso de traducción de la presente antología, sería conveniente diferenciar entre traducción colectiva y traducción grupal. En rigor, toda traducción literaria es una traducción colectiva, puesto que se trata del resultado de un trabajo en el cual interviene, aparte del traductor o la traductora, una serie de «actantes» que van desde el revisor hasta el propio autor de la obra, desde el editor hasta el lector de pruebas, desde el corrector hasta los informadores de cada traductor. Ahora bien, como traducciόn grupal entendemos la traducción de una obra confeccionada en todas sus etapas, esto es, traducción y revisión, por varios traductores/revisores que trabajan simultáneamente, aunque no siempre juntos, en todas las etapas.
En este sentido, la traducción inicial al español de todos los minirrelatos que componen esta antología ha sido un trabajo grupal (y arduo), fruto de decenas de talleres de traducción literaria, que tuvieron lugar en el marco de varias instituciones, universitarias (Universidad Aristóteles de Grecia, Universidad de Málaga, Universidad de Atenas) o no (Escuela de Idiomas «Αbanico», Instituto Cervantes de Atenas), en Grecia y España, a lo largo de más de cinco años. En dichos talleres, aparte de los dos antólogos de este volumen (o de uno de ellos, según el caso), participaron, en varias ocasiones, como colaboradores, traductores y revisores, ocho colegas y más de setenta estudiantes (de España, Grecia, México, Argentina, Chile y Uruguay), quienes, bajo el membrete de Proyecto GreQuerías, formaron parte de esta empresa cuya finalidad es dar a conocer la riqueza y variedad de la minificción griega contemporánea al público hispanohablante. Ahí van los nombres de todos ellos y ellas, junto con nuestro más sincero agradecimiento:

Coordinadores del Proyecto GreQuerías:
Eduardo Lucena, Konstantinos Paleologos

Colaboradores y colaboradoras:
Vicente Fernández González, Carmen Fortes, Marisol Fuentes, Enrique Íñiguez, Gabriela Larrieux, María López Villalba, Ioanna Nikolaídou, Natividad Peramos Soler.

Traductores – Revisores / Τraductoras – revisoras:
Alejandro Abella González, Daniel Alonso Lázaro, Sadi Amro Rodríguez, Ilektra Anagnostou, Ana Anestopoulou, Sandra Armero, Dímitra Bakatsiá, Juana Barrios, Marta Bernal, Julia Carrasco Navarro, Beatriz Cárcamo Aboitiz, Chrisoula Chrisoulaki, Katerina Dimitropoulou, Christina Efthimíou, Raquel Fernández García, Sofía Fertaki, Irene Gaeta Mora, Naira García Fernández, Antonio García Guzmán, Alexandra Golfinopoulou, Benito Gómez Ibáñez, Nordin Halifi Morales, Ekaterini Iordanopoulou, Stavros Jatzís, Theoni Kabra, María Kalouptsí, Aspasía Kambili, María Karalí, Kiriakí Karayanidou, Zoe Karayorgou, Dímitra Ketetzoudi, Dina Kiosé, Nikolitsa Kokoni, Thomaí Konstantinou, Alejandra Kourkoumeli, Jaris Koutroumba, Natasa Lambrou, María Liosi, Roberto G. Luque Schoham, María Malakata, Nora Malamatidou, Aliki Manolá, Manuel Martín González, Thalia Martínez Redondo, Antonio Millán Ponce, Stavroula Mistridou, Ramón Carlos Morales, Dímitra-Adamandía Moumtzí, María del Carmen Navarro López, Flor de María Nochebuena, Cristina Ocete Montoro, Adolfo Orcajo, Lena Pantelidou, Eva Papaioanou, Andromaji Papanguelí, Katerina Paraskevaídou, Virginia Podadera, Evangelía Poliraki, Rocío Sánchez González, Susana Sánchez Rodríguez, Desirée Sánchez Rosa, Matilde Simha, Yorgos Sionakidis, Magda Sopotinoú, Danái Tajtará, Jarálambos Theodosis, Eva Topáloglou, Natasa Vakouftsí, Juan Vargas Salazar, Christos Vasiliadis, Natalia Velasco, Antonía Vlajou, Efi Yeorgopoulou.

Las traducciones iniciales, producto de numerosos talleres de traducción y revisión grupales, como ya se ha mencionado, se cobijaron, a medida que se producían desde 2014, cuando se puso en marcha el Proyecto GreQuerías, en el apartado «Escritores Griegos en Español» [https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/escritores-griegos-en-espanol/] de la página web ΠλανόδιονΙστορίες Mπονζάι. Ahora bien, las traducciones de los 78 minirrelatos, que nacieron, según hemos señalado, como trabajos colectivos en el marco de los talleres, aparecen en su nuevo hogar retocadas y renovadas tras una revisión/homogeneización final (y global) a la que fueron sometidas por parte de los dos antólogos.

Eduardo Lucena – Konstantinos Paleologos
Córdoba, 2019




ÍNDICE

Prólogo: Minificción griega actual .........
77 minicuentos griegos contemporáneos …......
Ilías Zachariadis: Anochece .........
Lena Komini: Tengo que salir de aquí .........
Olga Ekaterini Foundea: La única manera razonable de que se desarrollen las cosas .........
Yorgos Místax: Dos piernas hacen la primavera .........
Fotiní Tendi: El Rano .........
María Mítsora: El cuerpo deshabitado .........
Tina Kátsari: La llave .........
Antonis Psaltis: Equipaje .........
Anguelikí Sidirá: SOS desaparecidos II .........
Stela Parasjá: ¿Cuánto cuesta un helado? .........
Yorgos Skambardonis: El vendedor de castañas de segundo de primaria ......
Tasos Goudelis: La propuesta .........
Aléxandros Mistriotis: Su mujer lo engaña .........
Themis Liveriadis: El amanecer .........
Ilías Koutsoukos: Por la patria .........
Yanis Nikoloudis: No sé .........
Maró Triandafilou: Bifurcación .........
Élena Strigari: Buenos elementos .........
Aléxandros Kordás: Thanasis .........
Alexios Mainas: Paradise Lost .........
Ana Griva: Una felicidad sencilla .........
Ana Amílitou: Empeoramiento terapéutico .........
Stela Alexopoulou: Café bizantino .........
María Kentrou-Agathopoulou: El trago más amargo .........
Elisávet Grigoriadou: El pupitre al revés .........
Nikos Yiftópoulos: La señora de negro .........
Evyenía Makariadi: Los de cuero .........
Georgia Koloveloni: Despedida .........
Iró Nikopoulou: Los obsequios .........
María Kouyoumtzí: Mamá .........
Aléxandros Gramatikós: Sin días libres .........
Iásonas Mikronis: El mañana .........
P. Anyway: Canasta de dos puntos .........
Christina Dousi: Tirachinas .........
Konstantinos Paleologos: Orientación profesional .........
Konstantinos Kapetanakis: Porcelana .........
Simeón Tsakiris: Guion piloto de cinta aislante .........
Dionisis Marinos: Té o algo diferente .........
Katerina Zoupa: Una mujer .........
Aléxandros Vanaryotis: Historias de la puerta .........
Elsa Liaropoulou: Él .........
Nikos Davetas: Domingo y de permiso .........
Spiros Therianós: El alquiler .........
Yorgos Aposkitis: Sótano .........
Epaminondas J. Gonatás: Desde las profundidades del lago .........
Xenia Psaroú: La identidad .........
Eli Koúsoula: ¡Vuelve a Kainourgio! .........
Panos I. Mavromatis: Los flatulentos antisistema .........
Kostís A. Makrís: Los omnipotentes .........
Sofía Nikolaídou: Coraje .........
Ajileas Kiriakidis: Credo ..........
Nikos Daskalópoulos: No debió de deambular mucho tiempo .........
Eleni Alexíou: Emigrante .........
Agní Stroumbouli: Concierto matutino .........
Yorgos Charambópoulos: Cruces... .........
Kimon Theodorou: Kant es gilipollas ………
Vaso Sinopoulou: La curva ………
Rania Karajaliou: Abraham en serie .........
Manos Kalpadakis: La Puerta .........
Dimitris Christópoulos: Kolynos .........
Tasos Psaris: La ruta .........
Kostas Despiniadis: El gato .........
Jaris Psarás: El refugio desdeñoso .........
Vasilis Tsiambousis: Lunes .........
Christos Siorikis: Éduart .........
Piyí Koutsi: ¿El último encuentro? .........
Antonis Sourounis: Lola .........
Sotiris Dimitríou: Te mataré .........
Nikos Dimou: ¿Sancho? .........
Ilías J. Papadimitrakópoulos: Chapuzón con Yanis .........
Yanis Palavós: Contraseña .........
Antonis Zervas: En el pozo antiguo .........
Yanis Karkanévatos: Zapatos talla 42 .........
Petros Tatsópoulos: La terquedad .........
Thanasis Valtinós: Romance .........
Galini Saοulidou: Vengador .........
Dimitris Kalokiris: Vita brevis .........
Olga Papakosta: A Tu Salud .........
Datos biográficos de autores y autoras .........
Proceso de traducción .........
Notas biográficas de los antólogos .........
Índice .........


Contraportada


Despedida
Al amanecer del día siguiente de su funeral fue a la oficina de él. Vació las macetas en el patio de luz. Corría la tierra junto con palabras, momentos, vida; no la de ella, aquella que no… Cuando regresó a casa,  se quitó para siempre el luto.
[Georgia Κoloveloni, 2014]


Proyecto GreQuerías incluye 78 minicuentos (escritos entre 1977 y 2019) de otros tantos narradores y narradoras de Grecia (47 escritores y 31 escritoras), nacidos todos ellos en el siglo xx. Entre ellos se encuentran figuras consagradas de la literatura griega contemporánea, como Thanasis Valtinós, Antonis Sourounis, Yorgos Skambardonis, Dimitris Kalokiris, Sotiris Dimitríou, María Kouyoumtzí ο Epaminondas J. Gonatás (el patriarca de la narrativa hiperbreve griega), y escritores y escritoras noveles que han encontrado en la minificción un nuevo género/medio de expresión.