Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος: Μικροcuento ἢ miniδιήγημα
Posted on 22 Σεπτεμβρίου 2016 by planodion
Μικροcuento ἢ miniδιήγημα
ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ὀνομάζεται μικροδιήγημα, ἀλλὰ καὶ ὑπέρμικρο διήγημα, ὑπέρβραχυ διήγημα, μικροαφήγημα, ἱστορία μπονζάι κ.λπ. Στὰ ἰσπανικά, ἀνάλογα, οἱ προτεινόμενες ὀνομασίες εἶναι καὶ σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση πολλές: minicuento, minirrelato, microrrelato, nanocuento, relato mínimo, textículo, cuentínimo κ.λπ. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ὄροι προσπαθοῦν νὰ ὁρίσουν ὄχι τόσο τὴ μυθοπλασία τοῦ σύντομου (μὲ βάση τὸν ἀριθμὸ τῶν λέξεων) καὶ τοῦ φευγαλέου (μὲ ἀφορμὴ τὴν αἴσθηση ποὺ ἀφήνει ἡ ἀνάγνωση ἑνὸς τέτοιου κειμένου), ὅσο τὴν πεζογραφία τῆς ἀφαίρεσης, τὴν πεζογραφία, δηλαδή, ποὺ ζητᾶ, σχεδὸν ἀπαιτεῖ, ἀπὸ τὸν ἀναγνώστη τὴν ἐνεργὴ συμμετοχή του, ὥστε οὐσιαστικὰ νὰ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ πλάσει τὸ δικό του ἀφήγημα παίρνοντας ὡς ἀφορμὴ τὴ στοιχειώδη ἱστορία ποὺ τοῦ προσφέρει ἡ ἱστορία μπονζάι.
Τὸ μικροδιήγημα μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα σχετικὰ νέο λογοτεχνικὸ εἶδος (τὸ τέταρτο ἀφηγηματικό, μετὰ τὸ μυθιστόρημα, τὴ νουβέλα καὶ τὸ διήγημα) τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει κλείσει ἀκόμα καλὰ-καλὰ τρεῖς δεκαετίες ζωῆς, ἡ μικρὴ σὲ ἔκταση ἀφήγηση, ὅμως, ἔρχεται ἀπὸ τὸ παρελθόν, δὲν ἀποτελεῖ φροῦτο τῆς ἐποχῆς μας. Μὲ μυθοπλαστικὸ ἀλλὰ κυρίως διδακτικὸ χαρακτήρα μᾶς εἶναι γνωστὴ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἡσίοδου καὶ τοῦ Αἰσώπου γιὰ νὰ περάσουμε, στὴ συνέχεια, στὸν Ἀπολλόδωρο, τὰ παραμύθια τῆς Ἀνατολῆς, τοὺς ἀρχαίους παραδοξογράφους (Ἀπολλώνιο, Ἀντίγονο κ.ἄ.), τοὺς λατίνους συγγραφεῖς (Κικέρωνα, Πετρώνιο κ.λπ.), τὸν Πλούταρχο, ἀργότερα τὸν Βοκάκιο, τὰ μεσαιωνικὰ ἀσκητικὰ καὶ ἁγιολογικὰ κείμενα κ.λπ. Ἀπὸ τὰ μέσα του 19ου αἰώνα, ἀλλὰ ἀκόμα πιὸ ἔντονα ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ, συναντοῦμε δείγματα ὑπερσύντομης λογοτεχνίας στὴ λογοτεχνικὴ παραγωγὴ πολλῶν χωρῶν (κυρίως ἰσπανόφωνων, γαλλόφωνων καὶ ἀγγλόφωνων) μὲ κυριότερους ἐκπροσώπους τοὺς Ἔντγκαρ Ἄλαν Πόε, Χάουαρντ Λάβκραφτ, Ρουμπὲν Νταρίο, Βισέντε Οὐϊδόμπρο, Ραμπιντρανὰθ Ταγκόρ, Ζερὰρ ντὲ Νερβὰλ κ.ἄ.
Προϊόντος τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἡ σύντομη ἀφήγηση ἐμπλουτίζεται μὲ τὴ συνεισφορὰ μεγάλων ὀνομάτων τῆς εὐρωπαϊκῆς καὶ τῆς ἀμερικανικῆς ἠπείρου: ἀναφερόμαστε σὲ ἐξέχοντες συγγραφεῖς ὅπως ὁ Ἄντον Τσέχοφ, ὁ Φρὰντς Κάφκα, ὁ Τόμας Μπέρνχαρντ, ὁ Ἄμπροουζ Μπίρς, ὁ Χούλιο Κορτάσαρ, ὁ Ἔρνεστ Χέμινγουεϊ, ὁ Τζὸν Ἀπντάικ, ὁ Χοσὲ Ἀρεόλα ἢ ὁ Χόρχε Λουὶς Μπόρχες.
Ὅσον ἀφορᾶ συγκεκριμένα τὴν ἰσπανόγραφη μικροαφήγηση μὲ λογοτεχνικὲς φιλοδοξίες, αὐτὴ ἐμφανίζεται περὶ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα καί, ἀκόμα πιὸ δυναμικά, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ, συμπίπτοντας μὲ τὸ ἀπόγειο τοῦ ἰσπανοαμερικάνικου Συμβολισμοῦ (Modernismo hispanoamericano). Ἀνάμεσα στοὺς πολὺ σημαντικοὺς συγγραφεῖς ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ εἶδος ξεχωρίζουμε τὸν Ρουμπὲν Νταρίο ἀπὸ τὴ Νικαράγουα (τὸ 1888 ἐκδίδει τὸ Azul, τὸ πρῶτο βιβλίο στὴν ἰσπανικὴ γλώσσα ποὺ περιλαμβάνει βραχέα ἀφηγήματα), τὸν Χοσὲ Ἀντόνιο Ράμος Σοῦκρε ἀπὸ τὴ Βενεζουέλα καὶ τὸν Χιλιανὸ Βισέντε Οὐϊδόμπρο. Στὴν ἐξέλιξη τοῦ 20οῦ αἰώνα, ὅπως σημειώσαμε καὶ προηγουμένως, ἡ ἰσπανόφωνη μικροαφήγηση γνωρίζει ἐκπληκτικὴ ἄνθιση, κυρίως στὴν Ἰσπανία, τὴν Ἀργεντινὴ καὶ τὸ Μεξικό: Λεοπόλδο Λουγόνες, Ἀλφόνσο Ρέγες, Χουὰν Ραμὸν Χιμένεθ (βραβεῖο Νομπὲλ Λογοτεχνίας τὸ 1956), Χούλιο Τόρι, Ραμὸν Γκόμεθ δὲ λὰ Σέρνα, Ἀουγοῦστο Μοντερόσο, Χόρχε Λουὶς Μπόρχες, Χούλιο Κορτάσαρ, Ἀντόλφο Μπιόι Κασάρες, Ἐδουάρδο Γκαλεάνο καθὼς καὶ πολλοὶ ἄλλοι δίνουν στὸ εἶδος τέτοια ὤθηση, ὥστε μποροῦμε νὰ ἰσχυριστοῦμε βάσιμα ὅτι ἄλλαξαν τὴν ἱστορία τῆς σύντομης ἀφήγησης παγκοσμίως.
Ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1980 καὶ ἐντεῦθεν, ὅταν πλέον καθιερώνονται οἱ ὄροι microrrelato καὶ minicuento (ἀποδόσεις τοῦ ἀγγλικοῦ short short story), ἡ παραγωγὴ καὶ ἡ δημοτικότητα τοῦ σύντομου ἀφηγήματος ἐκτοξεύθηκε, παγκοσμίως, σὲ ἐπίπεδα ποὺ κανεὶς δὲν φανταζόταν μέχρι τότε. Φυσικά, στὴν ἐκπληκτικὴ ἄνθιση τοῦ μικροδιηγήματος ἔπαιξαν καταλυτικὸ ρόλο καὶ οἱ νέες τεχνολογίες οἱ ὁποῖες, τόσο σὲ ἐπίπεδο παραγωγῆς ὅσο καὶ σὲ ἐπίπεδο διάχυσης, ἐξασφαλίζουν ταχεία διάδοση καὶ εὐρεία ἀναγνωσιμότητα. Εἶναι ἑκατοντάδες οἱ διαδικτυακὲς τοποθεσίες ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὸ μικροδιήγημα καὶ δίνουν βῆμα τόσο σὲ νέους καὶ ἄγνωστους συγγραφεῖς (στὴν πλειονότητα τῶν περιπτώσεων) ὅσο καὶ σὲ καταξιωμένους πεζογράφους, ἐξασφαλίζοντάς τους ταυτόχρονα πλατύτατο κοινό. Δὲν λείπουν οἱ περιπτώσεις ποὺ ἡ διάχυση αὐτοῦ του εἴδους λογοτεχνίας γίνεται μέσω twitter ἢ SMS, ἐνῶ ἕνα πολὺ σημαντικὸ μέρος αὐτῆς τῆς παραγωγῆς δὲν ἐκδίδεται τελικὰ σὲ καμία ἀπὸ τὶς παραδοσιακὲς ἔντυπες μορφὲς ἔκδοσης (βιβλίο, περιοδικό, ἐφημερίδα κ.λπ.).
Ποιά εἶναι ὅμως τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ τοῦ μικροδιηγήματος; Ἡ συντομία εἶναι, ἀναμφίβολα, τὸ πρῶτο ἀπὸ αὐτά. Βέβαια δὲν ὑπάρχει συμφωνία γιὰ τὸν ἀνώτατο ἀριθμὸ λέξεων: Ἑκατό; Διακόσιες; Πεντακόσιες; Μιὰ σελίδα; Δύο; Μερικὲς γραμμὲς μόνο; Τὸ ὅριο εἶναι συζητήσιμο, ἄλλωστε τὸ σημαντικὸ σὲ ἕνα μικροδιήγημα δὲν εἶναι τόσο τὸ νὰ περιέχει λίγες λέξεις, ὅσο τὸ νὰ μὴν ἔχει περισσότερες λέξεις ἀπὸ ὅσες χρειάζονται.
Τὸ δεύτερο σημαντικὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ μικροδιηγήματος εἶναι ἡ ἀφηγηματικότητα, δηλαδή, ὅσο μικρὴ καὶ ἂν εἶναι ἡ ἔκτασή του εἶναι προορισμένο νὰ ἀφηγηθεῖ μιὰ ἱστορία καὶ πρέπει νὰ τὴν ἀφηγηθεῖ μὲ ἔνταση, ἀφοῦ (ἀντίθετα μὲ τὰ μυθιστορήματα) στὴ σύντομη ἀφήγηση δὲν ὑπάρχει χῶρος γιὰ «φλυαρίες». Συνεπῶς ἔχει πλοκὴ (ἀλλὰ ὄχι περίπλοκη), συγκεκριμένο χῶρο στὸν ὁποῖο ἐξελίσσεται ἡ ἀφήγηση (ἀλλὰ μὲ ἐλάχιστες ἢ καθόλου περιγραφὲς) καὶ χαρακτῆρες (ἀλλὰ μὲ μηδαμινὴ ἀναφορὰ στὰ φυσικὰ ἢ ψυχολογικὰ χαρακτηριστικά τους).
Τὸ σπουδαιότερο ὅμως χαρακτηριστικὸ τοῦ μικροδιηγήματος εἶναι, καθὼς προείπαμε, ἡ ἀφαίρεση (ἤ, ἀλλιῶς, ἡ ἔλλειψη, ἡ βραχυλογία), ἄλλωστε, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ σημαντικὸς ἰσπανὸς μικροδιηγηματογράφος Χουὰν Πέδρο Ἀπαρίθιο: «αὐτὸ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται στὸ κείμενο ἔχει μεγαλύτερη βαρύτητα ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἐμφανίζεται». Μὲ ἄλλα λόγια, τὸ μικροδιήγημα δὲν ὑφίσταται δίχως τὴν ἐνεργὸ συμμετοχὴ τοῦ ἀναγνώστη, ὁ ὁποῖος πρέπει, καταφεύγοντας στὶς γνώσεις καὶ τὴ φαντασία του, νὰ «ἐφεύρει» αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι ἐμφανές: ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν ἡρώων ἢ τοῦ τοπίου ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἐκτυλίσσεται ἡ δράση μέχρι τὸ ἴδιο τὸ τέλος (τὸ ὁποῖο στὰ περισσότερα μικροδιηγήματα παραμένει ἐντελῶς ἀνοικτό).
Τὸ μικροδιήγημα ἔχει συγκριθεῖ, παρομοιασθεῖ ἢ καὶ ταυτιστεῖ, ἀπὸ πλευρᾶς κριτικῶν ἀλλὰ καὶ ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ, μὲ ἄλλες μορφὲς σύντομης ἔκφρασης τόσο ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς λογοτεχνίας: σύντομες ποιητικὲς συνθέσεις (π.χ. χαϊκού, ποίηση σὲ πεζὸ λόγο κ.λπ.), ἀφορισμούς, παραβολές, μύθους κ.ἄ. ὅσο καὶ ἐκτὸς λογοτεχνίας: ἀνέκδοτα, γκράφιτι, διαφημιστικὰ σπότ, ἄρθρα στὸν περιοδικὸ Τύπο κ.ἄ. Σὲ αὐτὴν τὴ «σύγχυση» συνέτειναν, σκοπίμως ἢ ἄθελά τους, συγγραφεῖς ὅπως ὁ Μπόρχες μὲ τοὺς πειραματισμούς του ἢ ἡ συμπατριώτισσά του Κλάρα Ὀμπλιγάδο, ἡ ὁποία τονίζει κατὰ τρόπο ἐμφατικὸ τὴν πολυσυλλεκτικότητα ποὺ χαρακτηρίζει αὐτὸ τὸ λογοτεχνικὸ εἶδος, τὴν εὐχέρεια, δηλαδή, μὲ τὴν ὁποία οἰκειοποιεῖται χαρακτηριστικὰ ἀπὸ ἄλλα εἴδη κειμένων, ὑπονομεύοντας ἀκόμα καὶ τὶς καθιερωμένες τυπογραφικὲς συμβάσεις, καὶ προσαρμόζει τὰ πάντα στὰ μέτρα του: «[Τὰ μικροδιηγήματα] διατρέχουν ὅλα τὰ εἴδη, ὅλες τὶς τεχνικές: στηρίζονται σὲ ἄλλα κείμενα, ὑφαίνουν δεσμοὺς μὲ ἄλλες μορφὲς κειμένων: εἶναι παιχνίδι, ποίημα, ἀπόφθεγμα, παραμύθι μὲ ζῶα, ἀνέκδοτο, μυθιστόρημα, μύθος, μέχρι καὶ μικρὴ ἀγγελία.» Ἀντίθετα, ὁ περουβιανὸς συγγραφέας Φερνάντο Ἰγουασάκι ἀπορρίπτει καθέτως τὴν οἱανδήποτε σχέση τοῦ μικροδιηγήματος μὲ ὅλα τα προαναφερθέντα εἴδη κειμένων: «Ἕνα μικροδιήγημα ἔχει ὡς στόχο νὰ ἀφηγηθεῖ μιὰ ἱστορία, ὡς ἐκ τούτου, μπορεῖ νὰ ἔχει πλοκή, ἀτμόσφαιρα, χαρακτῆρες. Αὐτὰ ὅμως ποὺ σὲ καμία περίπτωση δὲν συνάδουν μὲ τὸ μικροδιήγημα εἶναι οἱ μακροσκελεῖς ἀφορισμοί, τὰ ποιήματα σὲ πεζὸ λόγο, τὰ ἐκτενῆ ἀνέκδοτα καὶ οἱ ἀμπελοφιλοσοφίες.»
Στὶς μέρες μας, ὅπως τονίσαμε προηγουμένως, τὸ μικροδιήγημα, τὸ λογοτεχνικὸ εἶδος, δηλαδή, τῆς βραχείας ἀφήγησης γνωρίζει ἐκπληκτικὴ διάδοση: ἐκδίδονται ἀνθολογίες μικροδιηγημάτων, διοργανώνονται διεθνεῖς διαγωνισμοὶ (μὲ πολυάριθμη συμμετοχὴ συγγραφέων), πραγματοποιοῦνται συνέδρια, θεσπίζονται βραβεῖα, γράφονται διδακτορικὲς διατριβές, ἔχει στηθεῖ ἐν ὀλίγοις μιὰ ὁλόκληρη «βιομηχανία» γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ εἶδος. Ἐνδεικτική των μαζικῶν διαστάσεων ποὺ ἔχει λάβει ἡ συγγραφὴ μικροδιηγημάτων εἶναι ἡ παρακάτω πληροφορία: τὸ 2015, στὸ VI Διεθνῆ Διαγωνισμὸ Μικροδιηγήματος Museo de la Palabra ποὺ διοργάνωσε τὸ ἰσπανικὸ Ἵδρυμα César Egido Serrano διαγωνίστηκαν 35.609 μικροδιηγήματα ἀπὸ 149 χῶρες!
Ὅπως εἶναι λογικό, αὐτὴ ἡ μαζικότητα δὲν προάγει (πάντα) τὴν ποιότητα, δεδομένου ὅτι σὲ πολλὲς περιπτώσεις ὑπερισχύει, κατὰ τρόπο παραπλανητικό, ἡ ἄποψη ὅτι ἡ συγγραφὴ ἑνὸς μικροδιηγήματος εἶναι ἔργο εὔκολο καὶ ἁπλοϊκό, δίχως ἰδιαίτερες ἀπαιτήσεις, στὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ ἐπιδοθεῖ ὁ καθένας. Τὴν ἀπατηλὴ αὐτὴ ἀντίληψη προσπαθεῖ νὰ καταρρίψει μιὰ ἀπὸ τὶς σημαντικὲς θεωρητικοὺς τῆς σύγχρονης ἰσπανικῆς λογοτεχνίας, ἡ Ἰρένε Ἄντρες-Σουάρεθ, τονίζοντας ὅτι: «σὲ κάθε περίπτωση, τὸ μικροδιήγημα εἶναι ἕνα λογοτεχνικὸ εἶδος ἰδιαζόντως δύσκολο, τόσο ἐκλεπτυσμένο καὶ ἀπαιτητικὸ ὅσο καὶ ἡ ποίηση, ἀφοῦ καὶ τὰ δύο εἴδη χτίζονται μὲ ἀκρίβεια χιλιοστοῦ καὶ φιλοδοξοῦν στὸ ἀκραῖο ξεγύμνωμα καὶ στὴν οὐσιαστικὴ χρήση τῆς γλώσσας.» Αὐτὰ ἀκριβῶς εἶναι τὰ στοιχήματα τοῦ μικροδιηγήματος, στὶς ἀρχὲς τοῦ 21οῦ αἰώνα: νὰ καταξιωθεῖ στὴ συνείδηση τῶν ἀναγνωστῶν ὡς αὐτόνομο λογοτεχνικὸ εἶδος καὶ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν ἤρα τῆς μαζικοποιημένης παραγωγῆς. Αὐτὸ τὸ δεύτερο δὲν φαντάζει καθόλου εὔκολο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου