Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2019

Un minicuento de Chivy



¿Dónde estás, corazón?

Amé las manzanas confitadas porque tenían algo de pecado que mis cinco años no podían traducir. Ese color rojo brillante no lo he vuelto a ver jamás. Rompí con los dientes infinidad de esas lujuriosas cortezas de vidrio buscando el dulzor supremo y desconocido… para luego encontrar sus corazones insípidos, paliduchos, ásperos. Aún busco. Aún muerdo frenética. Espero, ya sin lujuria ni pecado.


Πού 'σαι, καρδιά μου;


Λάτρεψα τα καραμελωμένα μήλα γιατί είχαν κάτι το αμαρτωλό, αν και στα πέντε μου αδυνατούσα να ερμηνεύσω τι ήταν αυτό. Το λαμπερό κόκκινο χρώμα τους δεν το ξανάδα από τότε. Έσπασα με τα δόντια μου άπειρες από αυτές τις λάγνες γυάλινες φλούδες αναζητώντας την υπέρτατη ανοίκεια γλυκύτητα... για να πέσω στη συνέχεια πάνω στις άνοστες, ασπρουλιάρικες, τραχιές καρδιές τους. Ακόμη ψάχνω. Δαγκώνω ακόμη σαν τρελή. Εξακολουθώ να ελπίζω, δίχως λαγνεία πλέον, δίχως ροπή στην αμαρτία.

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος



Tσίβι Γουαχάρδο [Chivy Guajardo] (Σαν Φερνάντο, Χιλή, 1948).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου