Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2021

1ο Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ: Σκεπτικό της Κριτικής Επιτροπής και Βραχεία Λίστα

 

1ο Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ

 

Σκεπτικό της Κριτικής Επιτροπής

 

Η Κριτική Επιτροπή του 1ου Βραβείου Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ, αφού διάβασε την παραγωγή λογοτεχνικών έργων μεταφρασμένων από ισπανικά, πορτογαλικά και καταλανικά στα ελληνικά, με πρώτη έκδοσή τους το 2020, την οποία έθεσαν στη διάθεσή της οι εκδότες (40 τίτλους συνολικά), αποφάσισε ομόφωνα και κοινοποιεί τη βραχεία λίστα των υποψηφίων προς βράβευση βιβλίων καθώς και τα κριτήρια αξιολόγησής τους.

 

Τα κριτήρια αξιολόγησης ήταν τα εξής:

 

α) η εμβάθυνση στη μοναδικότητα κάθε πρωτοτύπου από τον μεταφραστή ή τη μεταφράστρια και η ανάδειξή της·

 

β) η επινοητικότητα, η δημιουργικότητα και η απαιτούμενη ακρίβεια και ευστοχία σε ζητήματα που αφορούν τον παραγόμενο στα ελληνικά λόγο·

 

γ) ο βαθμός των ειδικών δυσκολιών καθώς και το «ειδικό βάρος» του κάθε έργου στη γλώσσα στην οποία εκφράζεται και στο πολιτιστικό πλαίσιο το οποίο απηχεί.

 

Η βραχεία λίστα των προτεινόμενων προς βράβευση μεταφραστών και μεταφραστριών, με τα αντίστοιχα μεταφρασμένα βιβλία, είναι η εξής:

 

1. Κώστας Αθανασίου για το μυθιστόρημα Space Invaders της Nona Fernández Silanes [Νόνα Φερνάντες Σιλάνες], εκδόσεις Gutenberg. Ο Κώστας Αθανασίου αποδίδει με σχολαστικότητα, γνώση και ευαισθησία το λόγο της χιλιανής συγγραφέως σχετικά με τα ιστορικά γεγονότα που συντάραξαν τη χώρα της τη δεκαετία του ’70.

 

2. Γεωργία Ζακοπούλου για το μυθιστόρημα Ο μονάρχης των σκιών του Javier Cercas [Χαβιέρ Θέρκας], εκδόσεις Πατάκη. Η Γεωργία Ζακοπούλου μεταφέρει, με εντυπωσιακή ευρηματικότητα στα ελληνικά, θραύσματα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, όπως τον ανασυνθέτει ο Χαβιέρ Θέρκας, δίδοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην απόδοση των πολιτισμικών στοιχείων.

 

3. Μιχάλης Κλαπάκις για το θεατρικό κείμενο Ματωμένος γάμος του Federico García Lorca [Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα], εκδόσεις Σκαρίφημα. Ο Μιχάλης Κλαπάκις μέσα από ένα σύγχρονο βλέμμα προτείνει νέες και θεατρικά λειτουργικές μεταφραστικές λύσεις στο διάσημο και πολυμεταφρασμένο θεατρικό κείμενο του Λόρκα, αναμετρώμενος με μεγάλους ποιητές και μεταφραστές της νεοελληνικής γραμματείας.

 

4. Ιφιγένεια Ντούμη για το μυθιστόρημα Mandíbula της Mónica Ojeda [Μόνικα Οχέδα], εκδόσεις Σκαρίφημα. Η Ιφιγένεια Ντούμη, με λόγο ανάγλυφο και ελκυστικό, αναδεικνύει την ιδιαίτερη πρόζα μιας από τις πιο σπουδαίες σύγχρονες συγγραφείς του Ισημερινού, και της Λατινικής Αμερικής γενικότερα.

 

5. Μαρία Παλαιολόγου για το μυθιστόρημα Ένας έρωτας της Sara Mesa [Σάρα Μέσα], εκδόσεις Ίκαρος. Η Μαρία Παλαιολόγου μετέφρασε ένα από τα κορυφαία, κατά τους ειδικούς, ισπανικά μυθιστορήματα για το 2020, με ακρίβεια και ευαισθησία όσον αφορά την πιστή αναπαραγωγή του ιδιαίτερου ύφους και κλίματος.

 

6. Δήμητρα Παπαβασιλείου για τη συλλογή σύντομων θεατρικών κειμένων Ο δικαστής των διαζυγίων και άλλα κωμικά ιντερμέδια του Miguel de Cervantes (Μιγκέλ δε Θερνάντες), εκδόσεις Printa. Η Δήμητρα Παπαβασιλείου αναμετρήθηκε με τον ιστορικό, πλέον, και πολυεπίπεδο λόγο του Θερβάντες, κατορθώνοντας να δημιουργήσει ένα σύγχρονό κείμενο, που όμως δεν προδίδει τον συγγραφέα. 

 

7. Μαρία Παπαδήμα για το μυθιστόρημα Ώσπου οι πέτρες να γίνουν ελαφρύτερες απ’ το νερό του António Lobo Antunes (Αντόνιο Λόμπο Αντούνες), εκδόσεις Πόλις. Η Μαρία Παπαδήμα κατάφερε να αποδώσει με επιτυχία τον δύσβατο, χειμαρρώδη και ονειρικό λόγο του συγγραφέα από τον οποίο απουσιάζει σχεδόν η στίξη. Ένα βιβλίο που μας μεταφέρει στον τόσο «μακρινό» μας εδώ και σήμερα αποικιακό πόλεμο της Πορτογαλίας στην Αγκόλα.

 

Η μετάφραση και ο μεταφραστής ή μεταφράστρια που θα κερδίσουν το Βραβείο θα ανακοινωθούν σε εκδήλωση που θα διοργανωθεί από το Φεστιβάλ ΛΕΑ, στο πλαίσιο της 13ης έκδοσής του, στο Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού, στις 11 Οκτωβρίου του 2021.

 

Αθήνα, Σεπτέμβριος 2021

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021

Ενοχλητικές δεσποινίδες (Σύντομα από τις Εκδόσεις Στιγμός)

 

ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΕΣ ΔΕΣΠΟΙΝΙΔΕΣ

Λατινοαμερικάνικη γυναικεία μικροαφήγηση

και έμφυλοι ρόλοι. Μια Ανθολογία

[δίγλωσση έκδοση]

 

 

Ανθολόγηση κειμένων – Εισαγωγή – Μεταφραστική επιμέλεια 

 

Παναγιώτης Ξουπλίδης – Κωνσταντίνος Παλαιολόγος – Μαρισόλ Φουέντες

 

 

Εκδόσεις Στιγμός

2021

 

>.<>.<>.<

 

Συγγραφείς

 

Γκαμπριέλα Αγκιλέρα / Κλάουδια Αντράδε Καρένιο / Εστέρ  Αντράδι / Γουαδαλούπε Ασουάρα Φορσελιέδο / Λουίσα Βαλενσουέλα / Λους Μαρία Βεργκάρα Καράσκο / Λάουρα Ελίσα Βισκαΐνο / Βικτόρια Γκαρσία Γιολί / Ντίνα Γκριχάλμπα / Τσίβι Γουαχάρδο / Λίλιαν Ελπίκ / Σεσίλια Εουδάβε / Ροσάλμπα Κάμπρα / Νέλιδα Κάνιας / Άνα Κλαβέλ / Μόνικα Λαβίν / Μαρία Ρόσα Λόχο / Μιράντα Μοντεαλέγκρε / Πία Μπάρος / Αλεχάντρα Μπασουάλτο / Σάντρα Μπιάντσι / Κέτα Ναβαγκόμες / Ιλντίκο Νασρ / Λάουρα Νικάστρο / Λορένα Ντίας Μέσα / Αμελί Ολάις / Άλμπα Ομίλ / Μαρία Φρανσίσκα Ροντρίγκες Αγκιλέρα / Αδριάνα Ασουσένα Ροντρίγκες Τόρες / Έμα Σεπούλβεδα / Άνα Μαρία Σούα / Κάρο Φερνάντες / Ούρσουλα Φουεντεσμπεράιν

 

>.<>.<>.<

 

Μεταφραστές / Μεταφράστριες

 

Βάλια Εμμανουηλίδου – Παναγιώτης Ξουπλίδης – Κωνσταντίνος Παλαιολόγος – Αναστασία Παυλίδου – Ματθίλδη Σιμχά – Μαρισόλ Φουέντες


 

>.<>.<>.<

 

Εισαγωγή

 

33 Ενοχλητικές δεσποινίδες

 

Η μικρομυθοπλασία γνωρίζει στις αρχές του 21oυ αιώνα μια πρωτοφανή άνθιση στη λογοτεχνική σκηνή της ισπανόφωνης Αμερικής, καθώς πληθαίνουν οι εκδόσεις μικροδιηγημάτων σε περιοδικά και ανθολογίες, ενώ, παράλληλα, καθιερώνεται ως θέμα προς ανάλυση σε λογοτεχνικές κριτικές, μελέτες, άρθρα και ανακοινώσεις σε συνέδρια και ημερίδες, γεγονός το οποίο προσδίδει μια νέα δυναμική στο ιδιαίτερο αυτό λογοτεχνικό είδος. Η ανθολογία μεταφρασμένων μικροδιηγημάτων Ενοχλητικές δεσποινίδες συμπεριλαμβάνει σημαντικές, πρωτοπόρες και ρηξικέλευθες συγγραφείς της ισπανόφωνης Αμερικής του 21ου αιώνα από την Αργεντινή, το Μεξικό και τη Χιλή, τρεις σημαντικούς εθνικούς γεωγραφικούς χώρους παραγωγής ισπανόφωνης λογοτεχνίας, αλλά και πρωτοποριακά πολιτισμικά περιβάλλοντα στις κοινωνικές αλλαγές και στις νέες ιδεολογικές τάσεις.

Στα ελληνικά το λογοτεχνικό είδος της υπερβραχείας αφήγησης ονομάζεται, όπως προείπαμε, μικρομυθοπλασία, αλλά και μικροδιήγημα, μικροαφήγηση, υπέρμικρο διήγημα, υπερβραχύ διήγημα, ιστορία μπονζάι κ.λπ. Οι όροι αυτοί προσπαθούν να ορίσουν όχι τόσο τη μυθοπλασία του σύντομου (με βάση τον αριθμό των λέξεων) και του φευγαλέου (με αφορμή την αίσθηση που αφήνει η ανάγνωση ενός τέτοιου κειμένου), όσο την πεζογραφία της αφαίρεσης, την πεζογραφία, δηλαδή, που ζητά, σχεδόν απαιτεί από τον υποψιασμένο αναγνώστη την ενεργή συμμετοχή του, ώστε ουσιαστικά να είναι εκείνος που θα πλάσει ένα ολόκληρο έργο παίρνοντας ως αφορμή την αφαιρετική ιστορία που του προσφέρει το μικροδιήγημα. Στα ισπανικά οι προτεινόμενες ονομασίες είναι δεκάδες· ας δούμε μερικές από αυτές: minicuento, minirrelato, minificción, microrrelato, microficción, nanocuento, relato mínimo, cuentínimo κ.λπ. Παρόμοιο πλουραλισμό συναντάμε στα αγγλικά: micro story, fast fiction, snap fiction, tiny tales, short short story, flash fiction, στα γαλλικά: microfiction, nanofiction, fiction éclair ή στα ιταλικά: mini-racconto, flash-novella κ.λπ. Προκαλεί λοιπόν εντύπωση το γεγονός ότι προτείνονται τόσα πολλά ονόματα για ένα τόσο βραχύ είδος. Υπάρχουν βέβαια ορισμένες πειστικές εξηγήσεις γι’ αυτό το φαινόμενο, όπως, για παράδειγμα η θεμιτή, εντός κάποιων ορίων, διάθεση των δημιουργών να ξεχωρίσουν από τη μάζα, ή το καινοφανές του είδους αφού, παρόλο που η σύντομη αφήγηση βυθίζει τις ρίζες της στην αρχαιότητα (ας σκεφτούμε άλλες μορφές έκφρασης που σχετίζονται κατά κάποιο τρόπο με το μικροδιήγημα, όπως οι αφορισμοί, οι παροιμίες, τα γνωμικά, τα παραδοσιακά παραμύθια, τα επιτύμβια επιγράμματα ή οι θρύλοι) είναι ορθό να ισχυριστούμε ότι η σύντομη αφήγηση, με λογοτεχνική και αφηγηματική φιλοδοξία, είναι προϊόν των τελευταίων δεκαετιών.

Η ισπανόφωνη μικρομυθοπλασία, με λογοτεχνικές φιλοδοξίες, εμφανίζεται περί τα τέλη του 19ου αιώνα και, ακόμα πιο δυναμικά, στις αρχές του 20ού, συμπίπτοντας με το απόγειο του ισπανοαμερικάνικου Συμβολισμού (Modernismo hispanoamericano). Ανάμεσα στους πολύ σημαντικούς συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το είδος ξεχωρίζουμε τον Ρουμπέν Νταρίο από τη Νικαράγουα και τον Χιλιανό Βισέντε Ουιδόμπρο. Προϊόντος του 20ού αιώνα, η ισπανόφωνη μικρομυθοπλασία γνωρίζει εκπληκτική άνθιση: Λεοπόλδο Λουγόνες, Αλφόνσο Ρέγες, Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (Bραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1956), Χούλιο Τόρι, Ραμόν Γκόμεθ δε λα Σέρνα, Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Αδόλφο Μπιόι Κασάρες, Αουγκούστο Μοντερόσο, Χούλιο Κορτάσαρ, Εδουάρδο Γκαλεάνο καθώς και πολλοί άλλοι δίνουν στο είδος τέτοια ώθηση, ώστε μπορούμε να ισχυριστούμε βάσιμα ότι άλλαξαν την ιστορία της σύντομης αφήγησης παγκοσμίως.

          Αν θέλουμε να σταθούμε σε ορισμένες χρονολογίες-σταθμούς του ισπανόφωνου μικροδιηγήματος, θα αναφέραμε το 1888, όταν εκδίδεται το πρώτο βιβλίο που περιλαμβάνει μικροδιηγήματα: το Azul του Ρουμπέν Νταρίο· το 1925, όταν, σύμφωνα με έναν από τους σημαντικότερους ειδήμονες της ισπανόφωνης μικρής φόρμας, τον Χιλιανό Χουάν Αρμάντο Έπλε, εκδίδεται η πρώτη συλλογή με μικροαφηγήσεις στην Ισπανία: Caprichos του Ραμόν Γκόμεθ δε λα Σέρνα· το 1949, όταν εκδίδεται στη Λατινική Αμερική το πρώτο βιβλίο που αποτελείται αποκλειστικά από μικροδιηγήματα: Varia invención του Μεξικανού Χουάν Χοσέ Αρεόλα· το 1953, όταν οι Μπόρχες και Μπιόι Κασάρες εκδίδουν το μνημειώδες Cuentos breves y extraordinarios, ένα βιβλίο που αποτελεί σταθμό στο χώρο της μικρής φόρμας· το 1981, όταν η κουβανέζα θεωρητικός της λογοτεχνίας και μεταφράστρια Ντολόρες Κοχ δημοσιεύει στο περιοδικό Hispamérica το πρώτο θεωρητικό κείμενο περί μικροδιηγήματος με τίτλο «El microrrelato en México: Torri, Arreola, Monterroso»· το 1986, η ίδια συγγραφέας έγραψε για το περιοδικό Enlace, τεύχη 5 και 6, το άρθρο «El micro-relato en la Argentina: Borges, Cortázar y Denevi»· τέλος, το 1991, ο χιλιανός συγγραφέας και πανεπιστημιακός Χουάν Αρμάντο Έπλε χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τον όρο «microcuento» στο βιβλίο του Brevísima relación. Antología del micro-cuento hispanoamericano.

Στην ισπανοαμερικάνικη λογοτεχνία, ο φεμινισμός, παρόλο που εμφανίζεται πιο έντονα κατά τον 20ό αιώνα με τη σεξουαλική επανάσταση και το φεμινιστικό κίνημα, «εισαγόμενα» αμφότερα από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, αποτελεί ουσιαστικά τη συνέχεια μιας μακρόχρονης παράδοσης στη γυναικεία γραφή στην ισπανική γλώσσα, που παρέμεινε περιθωριοποιημένη εξαιτίας της κυριαρχίας των ανδρικών προτύπων. Επιπλέον, οι κοινωνικές συνθήκες επηρέαζαν σημαντικά την απόφαση των γυναικών να γράψουν, καθώς διαμόρφωναν τον τρόπο γραφής. Η ανισότητα που αντιμετώπιζε η γυναίκα αναφορικά με τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει ανώτερες σπουδές, να εργαστεί ή να αναμετρηθεί με τους άνδρες στον δημόσιο στίβο, αλλά και τα δεσμά της οικιακής ζωής στα οποία παρέμενε καταδικασμένη από παραδόσεις και προκαταλήψεις, δεν αποτελούσαν πλεονεκτήματα για την ενασχόληση με τα λογοτεχνικά τεκταινόμενα. Όμως, παρόλα τα εμπόδια, υπήρξαν γυναίκες που κατάφεραν να πλάσουν τον δικό τους λογοτεχνικό κόσμο και άφησαν ένα βαθύ αποτύπωμα στην ιστορία της ισπανοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Η παράδοση της γυναικείας γραφής στην ισπανοαμερικάνικη λογοτεχνία είναι αδιάλειπτη, άρχισε με την Κατάκτηση της αμερικανικής ηπείρου από την Ισπανία και είναι εγγενής στην ισπανική γλώσσα. Όμως, η προφανής ανδρική κυριαρχία καταδίκασε στη λήθη, στην απώλεια ή στην αναγνωστική αδιαφορία αρκετά έργα γραμμένα από γυναίκες. Τα ποιητικά έργα των Αμαριλίς, Σορ Χουάνα Ινές δε λα Κρους, Χερτρούδις Γκόμες δε Αβεγιανέδα, Ντελμίρα Αγκουστίνι, Γκαμπριέλα Μιστράλ, Αλφονσίνα Στόρνι, Χουάνα δε Ιμπαρμπούρου, Σάρα δε Ιμπάνιες, Χοσεφίνα Πλα, Γιολάντα Μπεδρεγάλ, Ιδέα Βιλαρίνιο, Ίδα Βιτάλε, Αμάντα Μπερενγκέρ, Μπλάνκα Βαρέλα, Αλεχάντρα Πισαρνίκ και Κοράλ Μπράτσο αποτελούν μόνο ένα μέρος από τις αποχρώσες ενδείξεις των πολυπληθών ρευμάτων και των πολλαπλών όψεων της πλούσιας γυναικείας λογοτεχνικής παραγωγής. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι οι παραπάνω ποιήτριες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι μιας παράδοσης και εκφράζουν τις κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές καταστάσεις των καιρών τους. Από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα η γυναικεία λογοτεχνική «φωνή» εμφανίζεται με σταθερά ανοδική πορεία στο ισπανόφωνο λατινοαμερικάνικο λογοτεχνικό στερέωμα μέσα από τη σημαντική παρουσία γυναικών συγγραφέων στα λογοτεχνικά βραβεία τόσο εθνικής όσο και διεθνούς εμβέλειας. Στη διαρκώς αυξανόμενη λογοτεχνική παραγωγή θα πρέπει να προστεθεί επίσης η ανάδυση μιας γραφής που απέχει μακράν από τη μίμηση της αντίστοιχης ανδρικής, η οποία έχει πια τη συνείδηση ότι ανήκει σε μια κοινωνική κατηγορία που δεν είναι μειονότητα, αλλά υπόκειται σε αρνητικές διακρίσεις σε πολλούς τομείς της κοινωνικής πραγματικότητας. Προκύπτει έτσι μια σαφής διαφοροποίηση στη θέαση του κοινωνικού γίγνεσθαι που καταλήγει σε μια εμφανώς διαφορετική γραφή. Η είσοδος της γυναίκας στη λογοτεχνική δημιουργία προκαλεί επανάσταση στην αντίληψή της περί λογοτεχνίας, μια λογοτεχνία η οποία μιλούσε για τη γυναίκα, αλλά η ίδια η γυναίκα δεν μιλούσε. Πλέον, η κοινωνική συνείδηση της γυναίκας εκφράζεται με μια διαφορετική λογοτεχνική «φωνή» και αποκαλύπτει το φύλο της και μια άλλη οπτική για τον κόσμο.

H λογοτεχνία και ειδικότερα η μικρομυθοπλασία, όντας η απάντηση σε μια εποχή με πολλές ιδιαιτερότητες, γίνεται αντιληπτή ως ένα προνομιούχο πεδίο το οποίο περιλαμβάνει, εκφράζει και παρουσιάζει στις αναγνώστριες και στους αναγνώστες την προβληματική της σύγκρουσης των φύλων και αποκαλύπτει τις διάφορες μορφές σχέσης/εξουσίας: οικογενειακή, εθνική, πολιτική και έμφυλη. Οι γυναίκες συγγραφείς της ισπανοαμερικάνικης μικρομυθοπλασίας θέτουν στο περιθώριο τον συνδεδεμένο με την αγνότητα έρωτα και την υποταγή της γυναίκας στο άλλο φύλο προκειμένου να παραχωρήσουν τη θέση τους στην αμφισβήτηση των στερεοτυπικών εννοιών της θηλυκής ταυτότητας. Επιδιώκουν να ακουστεί η γυναικεία φωνή μέσω των μικροδιηγημάτων για να αποδομήσουν τις απλουστευτικές γενικεύσεις, να αναδείξουν τη δική τους στάση απέναντι στη ζωή και να συνεισφέρουν με τη γραφή τους στην ανα-κατασκευή και ανα-παράσταση των δομημένων έμφυλων ταυτοτήτων της ισπανόφωνης γυναίκας στην αμερικανική ήπειρο.

Οι σύγχρονες ανθολογίες γυναικείων μικροδιηγημάτων διαγράφουν μια τροχιά που υπαινίσσεται τη διαδικασία ενοποίησης, συστηματοποίησης και θεσμοθέτησης που γνωρίζει η μικροδιήγηση του «φύλου» τις τελευταίες δεκαετίες στην ισπανόφωνη Αμερική. Αυτή η συμπόρευση είδους-φύλου είναι επίσης αισθητή στη μεγαλύτερη επιλεκτικότητα και αυστηρότητα των κριτηρίων που υιοθετούν οι κατά περίπτωση ανθολόγοι για την επιλογή των κειμένων. Είναι, ας πούμε, ένας ενάρετος κύκλος: οι πρωτοποριακές ανθολογίες έχουν ευνοήσει την εμφάνιση του «αντικειμένου» γυναικεία μικρομυθοπλασία και το έχουν καταστήσει αναγνωρίσιμο, και μέσω αυτής της αναγνώρισης οι ανθολόγοι κατάφεραν να τελειοποιήσουν τα κριτήρια των επιλογών τους.

Ως εκ τούτου, η παρούσα συλλογή γυναικείων μικροδημιουργιών αποτελεί τη δική μας συμβολή στον εντοπισμό του γυναικείου «μονοπατιού» εν μέσω της πυκνής «βλάστησης» των μικροδιηγημάτων, την προσπάθειά μας να φωτίσουμε τις συγγένειες και τα πιθανά μοντέλα ανάγνωσης μικροδιηγημάτων που δίνουν στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες το στίγμα της πολυφωνίας των έμφυλων γυναικείων ρόλων όπως αυτό εκφράζεται γλαφυρά στη γυναικεία ισπανόφωνη λογοτεχνική μικρο-γραφή.

Η ιδέα και η εκτέλεση των Ενοχλητικών δεσποινίδων είναι προϊόν ομαδικής δουλειάς. Θα αναφερθούμε, ως εκ τούτου, στις τελευταίες παραγράφους αυτής της εισαγωγής, στους συντελεστές και στη διαδικασία παραγωγής αυτής της ανθολογίας. Η αρχική σύλληψη ανήκει στους Παναγιώτη Ξουπλίδη, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και Μαρισόλ Φουέντες, μια ερευνητική ομάδα η οποία, με την επωνυμία FeMiniVoces, ενεργοποιείται στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και παράγει έρευνα και έργο σχετικά με την ισπανόγραφη μικρομυθοπλασία. Όταν επελέγησαν οι 33 «ενοχλητικές δεσποινίδες» (έντεκα από κάθε χώρα, Αργεντινή, Μεξικό, Χιλή) και τα 66 μικροδιηγήματα, η Μαρισόλ Φουέντες ανέλαβε τις διηπειρωτικές επαφές με τις δημιουργούς οι οποίες, στο σύνολό τους, έδωσαν με μεγάλη χαρά την άδειά τους για τη χρήση των μικροδιηγημάτων τους στο εν λόγω πρότζεκτ. Αισθανόμαστε πραγματική ευγνωμοσύνη για αυτή τη γενναιοδωρία και τη ζεστασιά που εισπράξαμε από έναν κόσμο τόσο μακρινό από άποψη χιλιομέτρων, αλλά τόσο κοντινό από άποψη συναισθημάτων.

Στη συνέχεια, άρχισε η μεταφραστική διαδικασία. Ο Παναγιώτης Ξουπλίδης μετέφρασε τα μικροδιηγήματα των συγγραφέων από το Μεξικό. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπραξε το ίδιο με τις 22 μικροαφηγήσεις των αργεντινών συγγραφέων. Η μετάφραση των μικροδιηγημάτων από τη Χιλή είναι προϊόν εργαστηρίου ομαδικής μετάφρασης που οργάνωσε η Μαρισόλ Φουέντες την άνοιξη του 2021· συμμετείχαν η Βάλια Εμμανουηλίδου, η Αναστασία Παυλίδου και η Ματθίλδη Σιμχά. Τέλος, ύστερα από την ολοκλήρωση της πρώτης εκδοχής των μεταφράσεων, ακολούθησε η διαδικτυακή ομαδική επιμέλεια, από όλους τους προαναφερθέντες συντελεστές, η οποία κατέληξε στην εκδοχή που έχετε ανά χείρας σε μορφή έντυπου βιβλίου (ξεκινώντας από το μεγαλύτερο μικροδιήγημα, 218 λέξεις, και καταλήγοντας στο πιο σύντομο, 11 λέξεις). Για την έκδοση ήταν καθοριστική η συνδρομή ενός ακόμη κρίκου αυτής της δημιουργικής αλυσίδας, της αεικίνητης φιλολόγου, σκηνοθέτιδος και μεταφράστριας, Μαρίας Γυπαράκη η οποία αγκάλιασε από την πρώτη στιγμή αυτή την προσπάθεια και μας έφερε σε επαφή με τις εκδόσεις Στιγμός, τη στέγη μας.

Και δύο λόγια για τον τίτλο: το Ενοχλητικές δεσποινίδες το οφείλουμε σε μια συλλογικότητα γυναικών συγγραφέων από τη Χιλή (Colectivo Señoritas Imposibles), στην οποία συμμετέχουν και αρκετές από τις συγγραφείς που συμπεριλαμβάνονται στην παρούσα ανθολογία. Μας φάνηκε ιδιαίτερα εύστοχη αυτή η μίξη αυθάδειας και δημιουργικής ανατροπής, στοιχεία τα οποία, πιστεύουμε, χαρακτηρίζουν (και) τούτη την ανθολογία.           

Εν ολίγοις, ήταν μια ομαδική προσπάθεια στην οποία ακούσαμε ενεργά και συλλέξαμε τη συμβολή όλων των συντελεστριών και των συντελεστών. Δημιουργήθηκαν αποτελεσματικοί χώροι επικοινωνίας για τη μετάδοση πληροφοριών, την επίτευξη κοινών στόχων και την ανάδειξη στα ελληνικά της γυναικείας φωνής όπως αυτή εκφράζεται στη σύγχρονη ισπανόγραφη λατινοαμερικάνικη μικροαφήγηση.

 

Π. Ξ. – Κ. Π. – Μ. Φ.

κυβερνοχώρος, 2021

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2021

Τελευταίες φορές, του Σταύρου Χατζή

 

Τελευταίες φορές[1]

 

Μπήκα στο σπίτι. Επαναλήφθηκε η ίδια αλληλουχία σκέψεων της κάθε επιστροφής. Ήδη πριν φτάσω, η υπενθύμιση ότι η γειτονιά ήταν πια άσχημη. Μπαίνοντας, η συνειδητοποίηση (για ακόμα μία φορά!) ότι το σπίτι ήταν παλιό, με προβλήματα. Και ακούγοντας τους γείτονες να μαλώνουν και να φωνάζουν, η αποδοχή ότι το σπίτι δεν θα μου προσφέρει ποτέ ξανά την ηρεμία που τόσο έχω ανάγκη. Ακόμη κι έτσι, δεν έπαυε να είναι το σπίτι στο οποίο μεγάλωσα. Αυτό στο οποίο έχω επιλέξει να ζω τα τελευταία χρόνια. Το καταφύγιό μου.

Δεν είχα καμία όρεξη να αδειάσω τη βαλίτσα. Την παράτησα σε μια γωνία. Η είσοδος στο σπίτι, μαζί με την αίσθηση ασφάλειας που μου πρόσφερε, με κέρασε και μια γερή δόση μοναξιάς. Το σκεφτόμουν ήδη στο δρόμο, αλλά με το που μπήκα μέσα, σαν να μετατράπηκε απότομα ο συλλογισμός σε μια σκληρή πραγματικότητα: Ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, το τελευταίο ταξίδι που έκανα με τα παιδιά. Ο μικρός επέλεξε να μείνει στην Αθήνα για τις σπουδές του και να μην πάει με την μεγάλη στην Κομοτηνή. Και οι δυο ενήλικες πια, δύσκολα θα έβρισκαν χρόνο για διακοπές με τον μπαμπά.

Πήγα κατευθείαν στον υπολογιστή. Ίσως λίγη δουλειά να μου έφτιαχνε την διάθεση. Άνοιξα ένα αρχείο και το κοιτούσα κανένα τέταρτο. Δεν μου ερχόταν καμία απολύτως έμπνευση. Έβαλα ένα τραγουδάκι να ακούσω, αλλά μου θύμισε τις διακοπές που μόλις είχαν τελειώσει και το έκλεισα. Μπήκα σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά να διαβάσω λίγη ποίηση (πάντα βοηθούσε) αλλά τίποτα δεν μου τράβηξε την προσοχή. Τέλη Ιουλίου, τι περιμένεις… Τελικά, είπα να ρίξω μια ματιά στο μπλογκ ενός  πρώην μαθητή μου, να δω αν έγραψε τίποτα ενδιαφέρον. Είχε ένα καινούριο διήγημα:

 

Ο αποχαιρετισμός

 

Δεν ήταν ότι ο Σταύρος δεν το περίμενε. Οι εποχές που μάλωνε με τους γονείς του όλη την ώρα, που ήθελε να φύγει από το σπίτι και να μην τους ξαναδεί, είχαν περάσει ανεπιστρεπτί από την στιγμή που ανακάλυψε ότι για την έλλειψη ανεξαρτησίας του έφταιγε αυτός και κανένας άλλος, κι αυτό είχε συμβεί ένα ολόκληρο χρόνο πριν φύγει από την Ελλάδα. Η διετής διαμονή του μάλιστα στην Ισπανία, δύο χρόνια στα οποία είχε δει τους γονείς του μόνο για μια βδομάδα, μέχρι τώρα δηλαδή, που είχαν έρθει για διακοπές, τον είχε κάνει να συνειδητοποιήσει πόσο τους αγαπούσε. Ήταν επόμενο λοιπόν να αισθάνεται περίεργα, τώρα που ερχόταν η ώρα να τους αποχαιρετήσει και πάλι. Τους αγκάλιασε, τους φίλησε, τον φίλησαν κι αυτοί. Ο πατέρας του έφυγε λίγο απότομα, αρκετά χρόνια μετά θα μάθαινε ότι ήταν επειδή είχε αρχίσει να βουρκώνει και δεν ήθελε να τον δει ο γιος του να κλαίει. Η μητέρα του έφυγε επίσης, δεν μπορούσε να αφήσει τον άντρα της μόνο του.

Το πιο δύσκολο όμως, δεν ήταν ο αποχαιρετισμός. Ήταν το μετά. Το ζευγάρι έφυγε μαζί, ο Σταύρος έμεινε μόνος του. Και το καταραμένο το αεροδρόμιο Μπαράχας της Μαδρίτης ήταν τόσο τεράστιο. Τους είδε να απομακρύνονται κι έπρεπε να βρει το κουράγιο να γυρίσει την πλάτη και να φύγει. Να γυρίσει την πλάτη… Πήρε το δρόμο για το σταθμό του μετρό με ένα τεράστιο κενό μέσα του. Με αργό βηματισμό, είτε ήταν σε κυλιόμενους διαδρόμους είτε σε σταθερό πάτωμα, με το κεφάλι όρθιο να βλέπει μπροστά αλλά με το βλέμμα άδειο, σκεφτόταν ότι ήταν η τελευταία φορά που είχε δει τους γονείς του. Το είχε ήδη αποφασίσει, θα έμενε στην Ισπανία για πάντα, ανυπότακτος. Και ως ανυπότακτος, θα του απαγορευόταν να γυρίσει στη χώρα, ακόμα και στην περίπτωση που κάποιος από τους γονείς του πέθαινε, δεν θα μπορούσε να πάει, ούτε για την κηδεία, ούτε για κανένα λόγο, κανένα. Θα έπρεπε να απαρνηθεί την Ελλάδα και τους γονείς του για πάντα. Αυτό το “για πάντα” ακουγόταν τόσο ατελείωτο όσο οι κυλιόμενοι διάδρομοι του αεροδρομίου που δεν τον οδηγούσαν ποτέ στην έξοδο.

Ο Σταύρος έμεινε στην Ισπανία για δύο χρόνια ακόμη, επειδή το “για πάντα” είναι πάντα σχετικό. Και οι γονείς του, που τον είδαν “για τελευταία φορά” εκείνη τη μέρα στο αεροδρόμιο της Μαδρίτης, τον είδαν να επιστρέφει στην Ελλάδα, να κάνει τη στρατιωτική του θητεία, να ξαναγράφεται στο πανεπιστήμιο για σπουδάσει κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είχε σπουδάσει στην Ισπανία, να παντρεύεται, να κάνει παιδιά και ποιος ξέρει τι άλλο θα δουν, καλά να είναι οι άνθρωποι…

 

«Άντε ρε το μαλάκα, μια ζωή τα ίδια!», σκέφτηκα. «Από τη μια, πάντα κάτι να του λείπει για να ολοκληρώσει το συναίσθημα, πάντα σαν να με αφήνει με αυτή την αίσθηση του coitus interruptus και από την άλλη με το γνωστό κουσούρι του να τα δίνει όλα έτοιμα στον αναγνώστη. Αυτό το τελευταίο, ας πούμε, τι το ήθελε; Τι μας νοιάζει αν ήταν ή δεν ήταν η τελευταία φορά;»

Και με αυτές τις σκέψεις, πήγα να αδειάσω τις βαλίτσες.



[1] Το δημοσίευσε ο φίλος, συνεργάτης και συναγωνιστής Σταύρος Χατζής στο μπλογκ του [https://cualquieravadeintelectual.blogspot.com/] την 1η Αυγούστου 2021 με αφορμή μια συζήτησή μας ή κάποιον φόβο μου, το ίδιο κάνει. Το αναδημοσιεύω ευγνώμων για τον κατοπτρισμό (Σημείωση του Αντιγραφέα).

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

EL PASATIEMPO DE UN INVIERNO EN PROVINCIAS (II) / ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ (II)

 

EL PASATIEMPO DE UN INVIERNO EN PROVINCIAS (II)

Nadie es bueno ni bello a las seis de la mañana.
Deberían venir a ver
lo que hay aquí.
Deberían madrugar un día de niebla,
venir a esperar el primer tren, autobús, metro
que les llevara a trabajar a una nave metálica,
crujiente.
Deberían encender los tubos de neón,
y sentarse frente a la pared
para escribir miles de cosas sin interés
en una máquina.
Deberían ver a los ancianos sin dentadura postiza,
sin lavarse desde hace meses,
a los analfabetos manchados de tinta,
a los que comemos un bocadillo
en el solar delante de la fábrica,
sin servilletas, ni agua.

No somos agradables,
pero deberían vernos.
Seguro que escribirían grandes frases,
no hierros como éste.


Cristina Morano (Madrid, 1967), vive en Murcia. Escritora, poeta, activista de izquierdas. «El pasatiempo de un invierno en provincias (II)» pertenece a su poemario La insolencia (2001), Premio José Hierro en 2000.

 

>.<>.<>.<

 

ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ (II)

Κανείς δεν είναι ούτε καλός ούτε όμορφος στις έξι το πρωί.
Θα ’πρεπε να έρθουν να δουν
το πώς περνάμε εδώ.
Θα ’πρεπε να σηκωθούν το χάραμα μια μέρα με ομίχλη,
να έρθουν να περιμένουν το πρώτο τρένο, λεωφορείο, μετρό
που θα τους πάει να δουλέψουν σε κάποια μεταλλική βιομηχανική αποθήκη,
που τρίζει.
Θα ’πρεπε να ανάψουν τους σωλήνες νέον,
και να καθίσουν αντίκρυ στον τοίχο
για να γράψουν χιλιάδες αδιάφορα πράγματα
σε μια γραφομηχανή.
Θα ’πρεπε να δουν τους γέρους χωρίς μασέλα,
άπλυτους εδώ και μήνες,
τους αναλφάβητους μουτζουρωμένους με μελάνι,
εκείνους που τρώμε ένα σάντουιτς
στην αλάνα μπροστά από το εργοστάσιο,
δίχως χαρτοπετσέτες μήτε νερό.

Δεν είμαστε ευχάριστοι,
Αλλά θα ’πρεπε να μας δουν.
σίγουρα θα ’γραφαν μεγάλα λόγια,
όχι σίδερα σαν κι αυτά.

                                                μετ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος



Η Κριστίνα Μοράνο (Μαδρίτη, 1967) ζει στη Μούρθια. Συγγραφέας, ποιήτρια, ακτιβίστρια της αριστεράς. «El pasatiempo de un invierno en provincias (II)» περιλαμβάνεται στην ποιητική της συλλογή La insolencia (2001), Βραβείο José Hierro το 2000.