Τετάρτη 2 Ιουλίου 2025

3 ποιήματα του William González Guevara σε συλλογική μετάφραση, παρουσία του ποιητή

 

3 poemas de William González

3 ποιήματα του Γουίλιαμ Γκονσάλες

 

 

LLETRAFERIT

 

Un inmigrante haciendo su maleta
un refugiado haciendo su maleta
los turistas haciendo sus maletas
diferencias ocultas que el ojo no percibe

 

maleta en el desierto de Arizona
maleta en la frontera palestina
maleta transcurriendo por París
diferencias ocultas que el ojo no percibe

 

maleta sollozando de nostalgia
maleta sollozando de arrogancia
maleta sollozando de alegría
diferencias ocultas que el ojo no percibe.

 

[de Esta será mi venganza]

 

LLETRAFERIT

 

Ένας μετανάστης που φτιάχνει τη βαλίτσα του

ένας πρόσφυγας που φτιάχνει τη βαλίτσα του

οι τουρίστες που φτιάχνουν τις βαλίτσες τους

κρυμμένες διαφορές που το μάτι δεν τις πιάνει

 

βαλίτσα στην έρημο της Αριζόνα

βαλίτσα στα σύνορα της Παλαιστίνης

βαλίτσα που περιφέρεται στο Παρίσι

κρυμμένες διαφορές που το μάτι δεν τις πιάνει

 

βαλίτσα που κλαίει από νοσταλγία

βαλίτσα που κλαίει από αλαζονεία

βαλίτσα που κλαίει από χαρά

κρυμμένες διαφορές που το μάτι δεν τις πιάνει.

 

[από το Esta será mi venganza]

 

 

ABRIL, 2018

Nicaragua, país
de seis millones de abatidas caras.
La vil desdicha riega nuestras calles,
brotan flores nigérrimas.
La sangre se desliza por cunetas,
mezcla impura de pena

 

un universitario desplomado
agoniza, perece
como un espejo roto.

 

¡Qué grietas más calladas!

 

Matad la juventud, quitadles años.
La libertad partidla, desmembradla.
La educación rompedla, mitigadla.

 

Nicaragua, país
en el que cada día mueren versos
en la boca de quienes los recitan.

 

[de Me duele respirar]

 

ΑΠΡΙΛΗΣ, 2018

 

Νικαράγουα, χώρα

έξι εκατομμυρίων συντετριμμένων προσώπων.

Τρισάθλια δυστυχία ποτίζει τους δρόμους μας,

βλασταίνουν λουλούδια κατάμαυρα.

Το αίμα κυλάει στα χαντάκια,

ακάθαρτο μείγμα θλίψης

 

ένας φοιτητής σωριασμένος

ψυχορραγεί, πεθαίνει

σαν σπασμένος καθρέφτης.

 

Τι σιωπηλές ρωγμές!

 

Σκοτώστε τη νεολαία, πάρτε τους τα χρόνια.

Την ελευθερία τσακίστε τη, διαμελίστε τη.

Την παιδεία διαλύστε τη, σαρώστε τη.

 

Νικαράγουα, χώρα

όπου κάθε μέρα πεθαίνουν στίχοι

στο στόμα εκείνων που τους απαγγέλλουν.

 

[από το Me duele respirar]

 

 

LAS INVISIBLES

 

A las colegas de mi madre

 

Nadie se sabe vuestros nombres, nadie.

Mujeres invisibles de la esfera,

resquicios ignorados por el mundo.

Ningún científico, ningún poeta

habla de vuestra historia, ni el mejor

filósofo, ni el periodista culto

empieza el telediario mencionándoos.

Ni la experta psicóloga os dirige

un mensaje de lucha.

No hablan de vosotras en la radio,

ni en la televisión. Las invisibles,

las marginadas, las que vais limpiando

escaleras, portales, oficinas.

Todas portáis el rostro

alicaído de mi santa madre.

 

[de Inmigrantes de segunda]

 

 

ΟΙ ΑΟΡΑΤΕΣ

 

Στις συναδέλφισσες της μητέρας μου

 

Κανείς δεν ξέρει τα ονόματά σας, κανείς.

Αόρατες γυναίκες του πλανήτη,

χαραμάδες αγνοημένες από τον κόσμο.

Κανένας επιστήμονας, κανένας ποιητής

δεν μιλά για την ιστορία σας, ούτε ο καλύτερος

φιλόσοφος, ούτε ο λόγιος δημοσιογράφος

ανοίγει μ’ εσάς το δελτίο.

Ούτε η έμπειρη ψυχολόγος σάς απευθύνει

μήνυμα στήριξης.

Δεν μιλούν για σας στο ραδιόφωνο,

ούτε στην τηλεόραση. Οι αόρατες,

οι απόκληρες, αυτές που καθαρίζετε

σκάλες, εισόδους, γραφεία.

Όλες κουβαλάτε το καταβεβλημένο

πρόσωπο της άγιας μητέρας μου.

 

[από το Inmigrantes de segunda]

 

 

William González Guevara (Nicaragua, 2000) ha forjado su faceta periodística en las secciones de cultura de elDiario.es y ABC. Ha publicado Los nadies (Hiperión, 2022), Me duele respirar (Valparaíso, 2023), Inmigrantes de segunda (XXXVIII Premio de Poesía Hiperión, 2023) y Esta será mi venganza (Hiperión, 2024).

 

 

Ο Γουίλιαμ Γκονσάλες Γκεβάρα [William González Guevara] (Νικαράγουα, 2000) έχει σφυρηλατήσει τη δημοσιογραφική του πλευρά στις σελίδες πολιτισμού του elDiario.es και του ABC. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Los nadies (Hiperión, 2022), Me duele respirar (Valparaíso, 2023), Immigrantes de segunda (38o Βραβείο Ποίησης Hiperión, 2023) και Esta será mi venganza (Hiperión, 2024).

 

 

Η μετάφραση των ποιημάτων του Γουίλιαμ Γκονσάλες αποτελούν προϊόν εργαστηρίου συλλογικής μετάφρασης που συντόνισε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, στις 20 Ιουνίου 2024, στο πλαίσιο του 17ου Φεστιβάλ ΛΕΑ.

 

Συμμετείχαν οι μεταφράστριες/ές:

Μαρία Αθανασιάδου, Πάνος Γεράκης, Δέσποινα Γιαβάση, Θεώνη Κάμπρα, Eduardo Lucena, Αλίκη Μανωλά, Ματίνα Μπίλλια, Γεωργία Πατινιώτη, Laura Salas, Χρήστος Σιορίκης, Γεώργιος Τζιρίτης, Βάσω Χρηστάκου.




Σάββατο 28 Ιουνίου 2025

Βιβλιοκριτική του Κυριάκου Αθανασιάδη για το Χθες του Juan Emar

 

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ //

Κυριάκος Αθανασιάδης, Athens Voice, 14 Ιουνίου 2025

Juan Emar, Χθες (μετάφραση Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια)

Το Χθες (Ayer, 1935) θεωρείται ένα από τα πιο πρωτοποριακά και ταυτόχρονα πιο παράξενα έργα της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας. Διαδραματίζεται σε έναν κόσμο όπου ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει, ή έστω να κινείται με περίεργους ρυθμούς. Ο πρωταγωνιστής, ο οποίος παραμένει ανώνυμος, περιπλανιέται σε μια εγκαταλελειμμένη πόλη, παγιδευμένη σε μια ατέρμονη επανάληψη. Η αφήγηση είναι γεμάτη σουρεαλιστικές εικόνες, παράλογες συναντήσεις και φιλοσοφικούς στοχασμούς για την ύπαρξη, τη μνήμη, την πραγματικότητα και τον χρόνο.

Το ύφος του Εμάρ είναι ιδιαιτέρως πειραματικό: χρησιμοποιεί μακροσκελείς προτάσεις, επαναλήψεις, και ένα είδος «μουσικότητας» στη γλώσσα, που προσδίδει στο κείμενο μια ονειρική και υποβλητική ατμόσφαιρα. Η πλοκή δεν είναι γραμμική, αλλά αποτελείται από μια σειρά από επεισόδια και αναμνήσεις που αλληλοεπικαλύπτονται, δημιουργώντας ένα παζλ που ο αναγνώστης καλείται να αποκρυπτογραφήσει.

Κεντρική θεματική είναι η φύση του χρόνου και της μνήμης. Θολώνοντας τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, το βιβλίο εξερευνά την ιδέα του σταματημένου χρόνου, του χρόνου που ανακυκλώνεται, και της αίσθησης ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν, την ίδια στιγμή που ο πρωταγωνιστής –βιώνοντας μια έντονη αίσθηση απομόνωσης και υπαρξιακής αγωνίας, καθώς προσπαθεί να νοηματοδοτήσει τον παράλογο κόσμο γύρω του– προσπαθεί να ανασυνθέσει κομμάτια της δικής του ιστορίας και της ιστορίας της πόλης, μέσα από θραύσματα αναμνήσεων.

Το βιβλίο δεν έγινε αμέσως γνωστό, αλλά αναγνωρίστηκε σταδιακά πόσο σημαντικό έργο ήταν, και επηρέασε εν συνεχεία πολλούς συγγραφείς, όπως ο Χούλιο Κορτάσαρ και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, λόγω του πειραματικού του χαρακτήρα και της βαθιάς του φιλοσοφικής διάστασης. Θεωρείται προδρομικό για τον μαγικό ρεαλισμό και τη μοντέρνα λατινοαμερικανική λογοτεχνία, παρόλο που ο ίδιος ο Εμάρ δεν εντάσσεται εύκολα σε κάποιο συγκεκριμένο λογοτεχνικό ρεύμα.

Συνολικά, ένα απαιτητικό αλλά συναρπαστικό βιβλίο, που προσκαλεί τον αναγνώστη σε ένα βαθύ ταξίδι στον έσω κόσμο και τις αινιγματικές διαστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Και ένα νέο, εντυπωσιακό –από άποψη τίτλων αλλά και εμφάνισης– ξεκίνημα για τη σειρά ξένης πεζογραφίας των Εκδόσεων Αλεξάνδρεια.

 

Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

«Ε μα δεν το διπλοτσέκαρες κι εσύ, καημένε»

 


Μη μου τη λες, ρε μαν, την πάτησα σαν μαλάκας, το παραδέχομαι, χρειαζόμουν χρήματα κι έγραφα στο πόδι, ό,τι και να μου ζητούσαν: κριτικές βιβλίων, αφιερώματα σε προσφάτως εκλιπόντες συγγραφείς, αποτιμήσεις λογοτεχνικών περιόδων και προτάσεις, προτάσεις πολλές, για καλοκαιρινά αναγνώσματα, για δώρα τα Χριστούγεννα, για της Παναγιάς τα μάτια… Με πληρώνουν όταν το θυμούνται, αλλά εγώ δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο και είμαι αναγκασμένος να γράφω όλο και περισσότερο. Τότε ήταν που μου σφυρίξανε για την τεχνητή νοημοσύνη. Στην αρχή, φοβήθηκα, είπα, ήταν στραβό το κλίμα, να σου και ο γάιδαρος, αλλά μετά είδα ότι με τη βοήθειά της μπορούσα να είμαι πιο… παραγωγικός. Άρχισα να δημοσιεύω σαν τρελός, συνεντεύξεις με μεγάλους συγγραφείς, κατά προτίμηση μακρινών χωρών της αλλοδαπής, που δεν είχα πάρει ποτέ, κριτικά σημειώματα για ογκώδη μυθιστορήματα που δεν είχα διαβάσει ποτέ, αφιερώματα σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά, δεν υπήρχε τομέας που να μην υπεισέλθω. Ήμουν θεός, ετοιμαζόμουν να εκδώσω και την πρώτη πραγματεία μου με θεωρητικά κείμενα για την παγκόσμια λογοτεχνία. Είχα βρει και τον τίτλο: Πόσοι κλασικοί συγγραφείς χωράνε στη βιβλιοθήκη σας; Θεός σού λέω, είχα καβαλήσει κανονικά το καλάμι, λεφτά δεν έβγαζα πολλά, αλλά, είπαμε, δεν ξέρω να κάνω και κάτι άλλο. Κι εκεί που άρχισα να με βλέπω ακόμα και ακαδημαϊκό, εντάξει, στο απώτερο μέλλον, έγινε η στραβή. Μου ζήτησαν από τρεις εφημερίδες ένα αφιέρωμα σε βιβλία για το φετινό καλοκαίρι. Είπα να γράψω ένα άρθρο και με μικρές παραλλαγές να το πουλήσω και στις τρεις, μ’ ένα σμπάρο τρία τρυγόνια. Δεν είχα διαβάσει φυσικά ούτε σελίδα, πού να προλάβω με τόσες κριτικές που γράφω και τόσα βιβλία που βγαίνουν, έβαλα, λοιπόν, τις λέξεις κλειδιά στο ChatGPT και το μαλακιστήρι μού έκανε πλάκα. Ήξερες εσύ ότι το γαμημένο έχει χιούμορ; Λένε ότι δεν είναι ικανό για ανεξάρτητη σκέψη και δημιουργικότητα και αρχίδια καπαμά. Μαλακίες όλα. Άρχισε να μου βάζει στο άρθρο βιβλία που δεν υπάρχουν. Υπαρκτοί οι συγγραφείς, αλλά τα βιβλία δεν… Όπως δήλωσε, έξαλλος και καλά, βδομάδες αργότερα, ένας από τους θιγόμενους, μέγας εκπρόσωπος του μεξικάνικου αστυνομικού μυθιστορήματος, που του το κάρφωσαν: «Δεν έχω γράψει και δεν πρόκειται να γράψω μυθιστόρημα με τίτλο Το Κουλιακάν στις φλόγες». Το κακό είναι ότι άργησα να γίνω ρόμπα. Αν το είχαν πάρει χαμπάρι αμέσως, ιδανικά πριν από τη δημοσίευση, θα μου το έλεγαν και θα φρόντιζα να γλυτώσω από τον διασυρμό, αλλά πού… Τα άρθρα δημοσιεύτηκαν, και αναδημοσιεύτηκαν κι έγιναν βάιραλ στα σόσιαλ, μάλιστα το εν λόγω Κουλιακάν στις φλόγες το χρησιμοποίησε και γνωστή καθηγήτρια-μεταφράστρια στο καθιερωμένο ετήσιο άρθρο της εναντίον των κρατικών βραβείων μετάφρασης ως κλασικό παράδειγμα υποδειγματικής μετάφρασης που αγνοήθηκε από την επιτροπή. Άκου να το διπλοτσεκάρω, πας καλά, ρε     

 

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος



Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Χάρτης, νούμερο 78, Ιούνιος 2025

Σάββατο 21 Ιουνίου 2025

10 ισπανικά ποιήματα από τη δεκαετία του ’90 σε συλλογική μετάφραση

 

10 ισπανικά ποιήματα από τη δεκαετία του ’90

>.<>.<

 

 

Juan Lamillar 

 

Tras el amor

 

Tras el amor, preguntas: ¿Qué es el amor?,

queriendo convencerme en tu silencio

de que tú ya lo sabes,

de que tienes respuesta para todo en la vida,

o al menos una envidiable capacidad de análisis.

 

Yo no sabría decirte

si el amor es quietud, es aventura,

o si tiene otros nombres

-penumbra, laberinto, intensidad, deseo-

con los que designarlo vagamente.

 

Yo tan sólo podría entreabrir la ventana

de esta isla desierta que ahora son nuestros cuerpos

y mostrarte un paisaje que ha vencido a la muerte.

 

                                       (El arte de las sombras, 1991)

 

 

 

 

 

Χουάν Λαμιγιάρ

 

Μετά τον έρωτα

 

Μετά τον έρωτα, ρωτάς: «Τι είν’ ο έρωτας;»

θέλοντας με τη σιωπή σου να με πείσεις

πως εσύ το ξέρεις ήδη,

πως έχεις απάντηση για όλα στη ζωή,

ή τουλάχιστον μια ζηλευτή ικανότητα ανάλυσης.

 

Εγώ δεν θα ’ξερα να σου πω

αν ο έρωτας είναι γαλήνη, περιπέτεια,

ή αν παίρνει άλλα ονόματα

μισοσκόταδο, λαβύρινθος, ένταση, πόθος–

με τα οποία μπορεί κανείς να τον ορίζει αόριστα.

 

Εγώ απλώς θα μπορούσα ν’ ανοίξω το παράθυρο

αυτού του έρημου νησιού που είναι τώρα τα κορμιά μας 

και να σου δείξω ένα τοπίο που έχει νικήσει τον θάνατο.

 

(El arte de las sombras, 1991)

 

 

 

Ο Χουάν Λαμιγιάρ (Σεβίλλη, 1957) είναι Ισπανός ποιητής, συγγραφέας δέκα βιβλίων ποίησης. Έχει κερδίσει τα βραβεία Luis Cernuda, Vicente Núñez και Villa de Rota. Γράφει τακτικά σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Τελευταία ποιητική του συλλογή: Ley de fugas (2024).

 

 

 

 

 


 

Luis García Montero 

 

Canción 19 horas

 

¿Quién habla del amor? Yo tengo frío           

y quiero ser diciembre.              

 

Quiero llegar a un bosque apenas sensitivo,             

hasta la maquinaria del corazón sin saldo.                

Yo quiero ser diciembre.           

 

Dormir                 

en la noche sin vida,                 

en la vida sin sueños,                

en los tranquilizados sueños que desembocan          

al río del olvido.              

 

Hay ciudades que son fotografías         

nocturnas de ciudades.              

Yo quiero ser diciembre.           

 

Para vivir al norte de un amor sucedido,                  

bajo el beso sin labios de hace ya mucho tiempo,               

yo quiero ser diciembre.            

 

Como el cadáver blanco de los ríos,               

como los minerales del invierno,         

yo quiero ser diciembre.

 

(Las flores del frío, 1991)

 

 

 

 

 

Λουίς Γκαρθία Μοντέρο

 

Τραγούδι 19 ώρες

 

Ποιος μίλησε για έρωτα; Εγώ κρυώνω

και θέλω Δεκέμβρης να ’μαι.

 

Θέλω να φτάσω σ’ ένα δάσος ανεπαίσθητο σχεδόν,

ως τον μηχανισμό μιας καρδιάς χωρίς πίστωση.

Εγώ  θέλω Δεκέμβρης να ’μαι.

 

Να κοιμηθώ

στη νύχτα δίχως ζωή

στη ζωή δίχως όνειρα,

στα ακύμαντα όνειρα που εκβάλλουν

στο ποτάμι της λήθης.

 

Υπάρχουν πόλεις που νυχτερινές

φωτογραφίες πόλεων είναι.

Εγώ θέλω Δεκέμβρης να ’μαι.

 

Για να ζήσω βορείως ενός έρωτα που υπήρξε,

κάτω από το παμπάλαιο φιλί δίχως χείλη,

εγώ θέλω Δεκέμβρης να ’μαι.

 

Όπως το λευκό κουφάρι των ποταμών,

όπως τα ορυκτά του χειμώνα,

εγώ θέλω Δεκέμβρης να ’μαι.

 

(Las flores del frío, 1991)

 

 

 

Ο Λουίς Γκαρθία Μοντέρο (Γρανάδα 1958) είναι ποιητής, δοκιμιογράφος, διευθυντής του Ινστιτούτου Θερβάντες και καθηγητής Ισπανικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γρανάδας. Κέρδισε το σημαντικό βραβείο ποίησης Adonais το 1982, όταν ήταν μόλις 24 ετών, με το έργο El jardín extranjero. Μεταξύ άλλων ποιητικών συλλογών, δημοσίευσε το 1991 τη συλλογή Las flores del frío, εναρμονισμένη με τη «νέα συναισθηματικότητα», ένα ποιητικό ρεύμα που γεννήθηκε στη Γρανάδα με πρωτοστατούντα τον ίδιο.


 

Carlos Marzal 

 

Uno y ninguno

 

Él cree saber quién soy, y se equivoca.

Tú puedes desandar, paso por paso,

toda la historia, todos los detalles

que dibujen un rostro, pero no seré yo

quien esté dibujado en ese rostro,

aunque sea mi rostro el dibujado.

Cualquiera que no sepa de mí lo sabe todo.

Yo no sé quién soy yo, pero estoy en lo cierto.

 

Esta acumulación de paradojas

exige un comentario y una pausa.

(Las palabras se pueden urdir y desurdir,

hasta no decir nada, queriendo decir todo.)

Cualquier hombre es ninguno, y es legión

y es nadie y uno mismo.

Y ahora que ya lo sabes, date cuenta:

estás equivocado por completo.

 

(Los países nocturnos, 1996)

 

 

 

 

 

Κάρλος Μαρθάλ

 

Ένας και κανένας

 

Εκείνος θεωρεί πως ξέρει ποιος είμαι, μα γελιέται.

Εσύ, μπορείς να ανατρέξεις, βήμα το βήμα,

σε όλη την ιστορία, σε όλες τις λεπτομέρειες

που απεικονίζουν ένα πρόσωπο, όμως δε θα ’μαι εγώ   

αυτός που απεικονίζεται  σ’ αυτό το πρόσωπο

ακόμα κι αν είναι το πρόσωπό μου αυτό που απεικονίζεται.

Όποιος δεν ξέρει τίποτα για μένα,  ξέρει τα πάντα.

Εγώ δεν ξέρω ποιος είμαι εγώ, αλλά είμαι σε καλό δρόμο.

 

Τόσα παράδοξα συσσωρευμένα

απαιτούν μια επισήμανση και μια παύση.

(Ράβε  ξήλωνε τις λέξεις

μέχρι να μη λένε τίποτα, θέλοντας να πουν τα πάντα)

Καθείς είναι κανένας, και είναι μυριάδες

και είναι κανείς μα κι ο εαυτός του.

Και τώρα που πια το ’μαθες, εμπέδωσέ το:

είσαι εντελώς γελασμένος.

 

(Los países nocturnos, 1996)

 

 

 

Κάρλος Μαρθάλ (Βαλένθια, 1961). Ποιητής, συγγραφέας αφορισμών, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Σπούδασε Ισπανική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Βαλένθια.  Θεωρείται ένας από τους εκπροσώπους της «Ποίησης της Εμπειρίας» που χαρακτήρισε την ποιητική έκφραση της Ισπανίας τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Για το έργο του Metales pesados του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 2002.


 

Leopoldo Alas Mínguez 

 

Al filo de los treinta

 

Supón que todo sigue...

La voz que siempre escuchas por las tardes

cuando a solas suspiras para aliviar el peso,

con ganas de cambiar y miedo a las personas

y cierta desazón de estar sin ellas.

 

Oigo la luz, más que verla, tumbado

en esta cama antigua, en Almería,

al filo de los treinta.

Las notas del silencio,

el cielo azul cansado y una torre dormida.

 

...que todo siga siendo tan sencillo:

despenar sin heridas como en los viejos tiempos,

madrugadas difusas y, a la tarde,

un rato nada más en el abismo.

 

(La posesión del miedo, 1996)

 

 

 

 

 

Λεοπόλδο Άλας Μίνγκεθ

 

Στο κατώφλι των τριάντα

 

Πες πως όλα συνεχίζονται...

Η φωνή που πάντα ακούς τ’ απογεύματα

όταν μονάχος αναστενάζεις για να ελαφρύνεις το βάρος,

με όρεξη ν’ αλλάξεις και φόβο για τους ανθρώπους

αλλά και με κάποια ταραχή να είσαι ξέχωρά τους.

 

Πιότερο ακούω το φως παρά το βλέπω, ξαπλωμένος

σ’ αυτό το αρχαίο κρεβάτι, στην Αλμερία,

στο κατώφλι των τριάντα.

Οι νότες της σιωπής,

ο μπλε ουρανός κατάκοπος κι ένας πύργος αποκοιμισμένος.

 

...και ας παραμείνουν όλα το ίδιο απλά:

να αναθαρρεύεις αλώβητος όπως τα παλιά τα χρόνια,

θαμπά χαράματα και, το σούρουπο,

μια στιγμή μονάχα στην άβυσσο.

 

                                                        (La posesión del miedo, 1996)

 

 

 

Ο Λεοπόλδο Άλας Μίνγκεθ (Αρνέντο, Λα Ριόχα, 1962 – Μαδρίτη, 2008) ήταν Ισπανός ποιητής, συγγραφέας, αρθρογράφος και εκδότης, απόγονος του σπουδαίου μυθιστοριογράφου του 19ου αιώνα, Λεοπόλδο Άλας «Κλαρίν». Σπούδασε Ιταλική Φιλολογία και το 1986 ίδρυσε, μαζί με τους Λουίς Κρεμάδες, Μάριο Μίγκεθ και Ντανιέλ Γκαρμπάδε, το περιοδικό ποίησης Signos, το οποίο διηύθυνε μέχρι το 1992. Ήταν γνωστός για τη συμβολή του στις διεκδικήσεις της LGBTQ+ κοινότητας της χώρας του, όντας από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της κουήρ λογοτεχνίας στην Ισπανία.


 

Esperanza López Parada

 

Nο es éste un lugar habitable, donde nada

puedo llamar mío, menos mi habitación

blanca, mi techo diminuto o la esquina,

el país medido en que cuento las tardes.

Por turnos se duermen las luces al oeste,

se ensombrece aquella página en que leo.

Corren los años hacia su única noche,

se levanta viento y lluvia. Una vez sólo

se entorna la puerta y una vez vemos.

 

Ahora oigo a través del tabique

el paso sin figura de mi prójimo.

                                                       

(Los tres días, 1993)

 

 

 

 

 

Εσπεράνθα Λόπεθ Παράδα

 

Δεν είναι τόπος αυτός να μένει κάποιος, εδώ που τίποτα

δεν μπορώ ν’ αποκαλώ δικό μου, πέρα από το λευκό

δωμάτιό μου, τη μικροσκοπική μου στέγη ή τη γωνιά,

τη μια σταλιά χώρα όπου μετρώ τα βράδια.

Σε βάρδιες κοιμούνται τα φώτα στη δύση,

σκοτεινιάζει εκείνη η σελίδα που διαβάζω.

Τρέχουν τα χρόνια προς τη μοναδική νύχτα τους,

σηκώνεται αέρας και βροχή. Μια φορά μόνο

μισανοίγει η πόρτα και μια φορά βλέπουμε.

 

Τώρα ακούω απ’ τη μεσοτοιχία

το δίχως μορφή βήμα του διπλανού μου.

 

                                                               (Los tres días, 1993)

 

 

 

Η Εσπεράνθα Λόπεθ Παράδα είναι Ισπανίδα ποιήτρια γεννημένη στη Μαδρίτη το 1962. Είναι διδάκτωρ Ισπανοαμερικανικής Λογοτεχνίας, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Complutense της Μαδρίτης και συντονίστρια του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών στην Ισπανοαμερικανική Λογοτεχνία. Έχει διδάξει σε πανεπιστήμια της Αργεντινής, του Μεξικού και των Ηνωμένων Πολιτειών και έχει συμμετάσχει σε ερευνητικά προγράμματα διεθνών φορέων στην Αργεντινή,  τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Γερμανία. Εκτός από ποιήματα έχει γράψει δοκίμια, άρθρα και έχει μεταφράσει γαλλική ποίηση.

 


 

José Antonio Mesa Toré

 

Bares de carretera

 

El lento planear de los ventiladores

sigue la melodía, frecuencia modulada

de una voz que demora sobre los mostradores

del carmín displicente el fin de madrugada.

A estas horas, el timbre de los despertadores

debe estar alertando a la ciudad velada

de que se acerca el día. Un trajín de ascensores

y un trueque de palabras que nunca dicen nada

será toda la historia. Pero tú, en la trinchera

de los últimos bares, resistes el combate

del recuerdo y esperas que un cuerpo te rescate

de otro cuerpo. Sin rumbo, tomas la carretera

y un veloz tiralíneas que temblase es el coche

en el que vas huyendo de ti o de la noche.

 

                                      (El amigo imaginario, 1991)

 

 

 

 

 

Χοσέ Αντόνιο Μέσα Τορέ

 

Μπαρ της Εθνικής

 

Η αργή αιώρηση των ανεμιστήρων οροφής

τη μελωδία ακολουθεί, συχνότητα διαμορφωμένη

απ’ τη φωνή που καθυστερεί το χάραγμα της αυγής

πάνω στην μπάρα την ανόρεκτα πυροκοκκινισμένη.

Τέτοιες ώρες, τα ξυπνητήρια μ’ ένα κουδούνισμα   

τη θολωμένη πόλη πρέπει να ειδοποιούν

ότι πλησιάζει η μέρα. Των ασανσέρ το ανέβασμα

και μια ανταλλαγή λόγων που τίποτα θε να πουν

είναι όλη η ιστορία. Στο χαράκωμα, όμως εσύ

των τελευταίων μπαρ, στο σφυροκόπημα αντιδράς

της μνήμης κι ένα σώμα να σε σώσει προσδοκάς 

από άλλο σώμα. Στην Εθνική βγαίνεις απνευστί

και την ευθεία παίρνει τρέμοντας το αυτοκίνητό σου

για να σε γλιτώσει απ’ το σκοτάδι ή τον εαυτό σου.

 

(El amigo imaginario, 1991)

 

 

 

O Χοσέ Αντόνιο Μέσα Τορέ (Μάλαγα, 1963) σπούδασε Ισπανική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγας όπου και δίδαξε για ένα διάστημα ως καθηγητής. Σήμερα εργάζεται στο Centro Cultural Generación del 27. Η ποιητική του συλλογή El amigo imaginario κέρδισε το βραβείο ποίησης Rey Juan Carlos. Εξειδικεύεται στα σονέτα.


 

Vicente Gallego  

 

Profesión de fe

 

Quizá debiera hoy felicitarme,

dejarme ya de versos tristes,

recibir mi cordial enhorabuena

por tantos equilibrios, por estar

aquí, sencillamente,

sencillamente pero nada fácil

habitar esta tarde, haberla conquistado

a través de batallas,

caídas, días grises, desamores, olvidos,

pequeños triunfos, muertes

muy pequeñas también,

pero también muy grandes.

Haber llegado aquí, hasta esta luz

que anoto para luego,

para acordarme luego, cuando sea difícil

admitir la existencia de esta tarde

a la que llego solo, disponible,

sano, joven aún, y decidido incluso

a olvidar el cansancio, la experiencia,

convencido de nuevo de que sí,

de que a partir de hoy, quizá, aún, todo

lo que tanto he soñado, todavía,

pudiera sucederme.

 

(La plata de los días, 1996)

 

 

 

 

 

Βιθέντε Γκαγέγο

 

Ομολογία πίστης

 

Ίσως έπρεπε σήμερα να με επαινέσω,

ν’ αφήσω πια τους θλιμμένους στίχους,

να δεχτώ τα θερμά μου συγχαρητήρια

για τόσες ισορροπίες, για το ότι είμαι

εδώ, απλώς,

απλώς αλλά καθόλου εύκολα

να κατοικώ αυτό το απόγευμα, να το ’χω κατακτήσει

μέσα από μάχες,

πτώσεις, γκρίζες μέρες, ερωτικές απογοητεύσεις, λησμονιές,

μικρούς θριάμβους, πολύ μικρούς

θανάτους επίσης,

αλλά και πολύ μεγάλους.

Να ’χω φτάσει εδώ, μέχρι αυτό το φως

που σημειώνω για μετά,

για να θυμηθώ μετά, όταν θα είναι δύσκολο

να αποδεχθώ την ύπαρξη αυτού του απογεύματος

στο οποίο καταφθάνω μόνος, διαθέσιμος,

υγιής, νέος ακόμη, ίσως κι αποφασισμένος

να λησμονώ την κούραση, την εμπειρία,

πεπεισμένος ξανά ότι ναι,

ότι από σήμερα, ίσως, ακόμη, όλα

όσα τόσο πολύ ονειρεύτηκα, μολαταύτα,

θα μπορούσαν να μου συμβούν.

                                                                  

(La plata de los días, 1996)

 

 

 

O Βιθέντε Γκαγέγο (Βαλένθια, 1963) είναι διακεκριμένος Ισπανός ποιητής το έργο του οποίου ανήκει στην «ποίηση της εμπειρίας» (poesía de la experiencia). Εγκατάλειψε τις πανεπιστημιακές σπουδές για να κάνει διάφορες δουλειές, όπως θυρωρός, χορευτής, διανομέας κ.ά. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από την ομορφιά και την αλήθεια του καθημερινού, καθώς και από τον ελεύθερο στίχο. Τιμήθηκε με διάφορα βραβεία ποίησης, όπως το Rey Juan Carlos.

 

 

 


 

Jorge Riechmann

 

Bienvenido al club

 

Eres uno de los pocos que podían aspirar a esto, en realidad

te estábamos esperando sólo a ti.

Hemos sabido siempre que eras diferente,

ahora ya has llegado: relájate y disfruta.

 

Nota cómo te crecen los músculos viriles

y pliegues cerebrales bajo las yemas de los dedos.

Nosotros vamos a volverlos rabiosos.

Tu piel adquiere un bronceado envidiable,

se te esponja la próstata, tus esfínteres conversan en inglés.

Ahora te tensaremos hasta la excelencia.

Nota cómo te crece una memoria mejor.

Eres otro, ya no eres quien eras,

nunca fuiste quien eras

pero tenías que llegar tan alto con nosotros

para saberlo.

 

Ahora ya has llegado.

Te lo mereces todo y nos lo debes todo:

te lo cobraremos hasta la última gota.

Bienvenido al club.

 

                                             (El corte bajo la piel, 1994)

 

 

 

 

 

Χόρχε Ριέτσμαν

 

Καλώς ήλθες στο κλαμπ

 

Είσαι απ’ τους λίγους που θα μπορούσαν να προσβλέπουν σ’ αυτό,

[στην πραγματικότητα

εσένα περιμέναμε μονάχα εσένα.

Πάντα γνωρίζαμε ότι ήσουν διαφορετικός,

τώρα που έφτασες πια: χαλάρωσε κι απόλαυσέ το.

 

Κοίτα πώς μεγαλώνουν τα αρρενωπά σου μούσκουλα

και εγκεφαλικές πτυχώσεις κάτω από τ’ ακροδάχτυλα.

Εμείς θα τα κάνουμε να εξοργιστούν.

Το δέρμα σου αποκτά ένα μαύρισμα αξιοζήλευτο,

σου πρήζεται ο προστάτης, οι σφιγκτήρες σου συνδιαλέγονται στα αγγλικά.

Τώρα θα σε τεντώσουμε μέχρι την αριστεία.

Κοίτα πώς γίνεται καλύτερη η μνήμη σου.

Είσαι άλλος, δεν είσαι πια αυτός που ήσουν,

ποτέ δεν υπήρξες αυτός που ήσουν,

αλλά έπρεπε να φτάσεις τόσο ψηλά μαζί μας

για να το μάθεις.

 

Τώρα πια είσαι εδώ.

Αξίζεις τα πάντα και μας χρωστάς τα πάντα:

Θα μας τα ξεπληρώσεις μέχρι τελευταίας ρανίδας.

Καλώς ήλθες στο κλαμπ.

 

(El corte bajo la piel, 1994)

 

 

 

O Χόρχε Ριέτσμαν (Μαδρίτη, 1962) είναι ποιητής, μεταφραστής λογοτεχνίας, δοκιμιογράφος και μαθηματικός. Σπούδασε επίσης Φιλοσοφία και Γερμανική Φιλολογία. Είναι καθηγητής Ηθικής της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και αντιπρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας για το Περιβάλλον (CiMA). Πολυγραφότατος, έχει γράψει δοκίμια για την ποιητική και τον αισθητικό στοχασμό και ποίηση. Επίσης, μεταφράζει γαλλική και γερμανική λογοτεχνία. Για το ποιητικό του έργο έχει τιμηθεί με βραβεία όπως το Premio de Poesía Hiperión (1987) και το Premio Gabriel Celaya de Poesía (2000).


 

Luis Muñoz 

 

El mar nunca

 

El mar nunca propone la nostalgia

porque sólo regresa

en busca de un comienzo,

de unos ojos primeros,

de una torre sin marcas de combate,

de unos lentos tobillos indecisos

que lo sientan llegar con la extrañeza

del amor que precede al cuerpo del amor.

Pero tú eliges que las olas vengan

arrastrando fragmentos de un pasado

que simula el murmullo

azul de la memoria

y la alta noche lo corona de fuego

y lo secundan quietas ilusiones perdidas.

 

(Septiembre, 1991)

 

 

 

 

 

Λουίς Μουνιόθ

 

Η θάλασσα ποτέ

 

Η θάλασσα ποτέ δεν προκρίνει τη νοσταλγία

επιστρέφει απλώς

σε αναζήτηση μιας αρχής,

μιας κάποιας πρώτης ματιάς,

κάποιου πύργου δίχως μάχης σημάδια,

κάποιων αργών αναποφάσιστων αστραγάλων

που τη νιώθουν να έρχεται με την παραδοξότητα

του έρωτα που προηγείται του σώματος του έρωτα.

Όμως εσύ επιλέγεις τα κύματα να καταφτάνουν

σέρνοντας θραύσματα ενός παρελθόντος

που προσομοιώνει το γαλάζιο

μουρμουρητό της μνήμης

και η βαθιά νύχτα το στεφανώνει με φωτιά

και ατάραχες πλάνες ατελέσφορες το σιγοντάρουν.

 

                                      (Septiembre, 1991)

 

 

 

Ο Λουίς Μουνιόθ (Γρανάδα, 1966) συγκαταλέγεται στους πιο καινοτόμους ποιητές της σύγχρονης Ισπανίας. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Γρανάδας, Ισπανική και Λατινική Φιλολογία. Υπήρξε διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Hélice (1992-2002). Από το 2012, διδάσκει Δημιουργική Γραφή στα ισπανικά στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Τελευταία του ποιητική συλλογή: Vecindad (2018).

 

 


 

Ana Rossetti

 

Hay sueños que no mueren. Se empeñan

en ser sueños.

Ajenos a la comba de la esfera

y a las operaciones de los astros,

trazan su propia órbita inmutable

y, en blindadas crisálidas, se protegen

del orden temporal.

Por eso es que perduran:

porque eligen no ser.

Negándose se afirman,

rehusando se mantienen, como flores de cuarzo,

indestructibles, puros, sin dejarse arrancar

de su dormiente ínsula.

Intactos en el tiempo,

son inmunes a la devastación

que en cada vuelta acecha, inhumana,

a la pasión que exige y que devora,

a la desobediencia y extravío

que en los vagabundeos centellean.

Monedas que el avaro recuenta sigiloso

nunca salen del fondo del bolsillo.

No ambicionan. No arriesgan. No conquistan.

No pagarán el precio del fracaso,

la experiencia, la determinación,

la ebriedad o el placer.

Sólo son impecables subterfugios.

 

                                      (Punto umbrío, 1995)

 

 

 

 

 

Άνα Ροσέτι

 

 

Υπάρχουν όνειρα που δεν πεθαίνουν. Εμμένουν

να είναι όνειρα.

Αδιάφορα στην ουράνια καμπύλη

και στις διεργασίες των άστρων,

χαράζουν τη δική τους απαράλλαχτη τροχιά

και, σε θωρακισμένες χρυσαλίδες, προστατεύονται

από τη ροή του χρόνου.

Γι’ αυτό διαρκούν

γιατί διαλέγουν να μην είναι.

Απέχοντας επιβεβαιώνονται,

απορρίπτοντας διατηρούνται, σαν άνθη από χαλαζία,

άφθαρτα, αγνά, αντιστεκόμενα στον ξεριζωμό τους

από το κοιμώμενο νησί τους.

Ανέγγιχτα στον χρόνο,

άτρωτα στον όλεθρο

που σε κάθε γωνιά παραμονεύει, απάνθρωπος,

στο πάθος που απαιτεί και που καταβροχθίζει,

στην ανυπακοή και την παρέκκλιση

που στις περιπλανήσεις αστραποβολούν.

Κέρματα που ο φιλάργυρος κρυφά ξαναμετρά

ποτέ δεν βγαίνουν απ’ το βάθος της τσέπης.

Δεν φιλοδοξούν. Δεν ρισκάρουν. Δεν κατακτούν. 

Δεν θα πληρώσουν το τίμημα της αποτυχίας,

της εμπειρίας, του σθένους,

της μέθης ή της ηδονής.

Είναι απλώς άμεμπτα τεχνάσματα.

 

(Punto umbrío, 1995)

 

 

 

Η Άνα Ροσέτι (Σαν Φερνάντο, Κάδιθ, 1950) είναι Ισπανίδα ποιήτρια, δραματουργός και διηγηματογράφς, και έχει συνεργαστεί με καλλιτεχνικά περιοδικά όπως το Litoral. Εισέρχεται στο λογοτεχνικό στερέωμα το 1980 με την ποιητική συλλογή Los eventos de Erato λαμβάνοντας το Βραβείο Gules. Στην ποιητική συλλογή Punto umbrío, η ποιήτρια παρουσιάζει με ιδιαίτερο τρόπο τα ζητήματα του χρόνου και του έρωτα ως «τον άχρονο χρόνο της τέλειας ευτυχίας».

 

 

 

 

Η μετάφραση των 10 ισπανικών ποιημάτων έγινε, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή του ΑΠΘ και μεταφραστή Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, στο πλαίσιο συλλογικής πτυχιακής εργασίας στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Επιμόρφωσης «Ελληνοϊσπανικές Σπουδές, Ιστορία, Λογοτεχνία, Μετάφραση [ΕΛΙΣ]» του Κέντρου Επιμόρφωσης και Διά Βίου Μάθησης του  Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, τον Μάιο του 2025. Συμμετείχαν οι σπουδαστές και σπουδάστριες: Βασιλική Γάτσιου, Χρυσάνθη Γιαννιά, Θεώνη Κάμπρα, Μιχάλης Μερσίνης, Ειρήνη Οικονόμου, Βιβή Ουρανού, Μαργαρίτα Σαμψάκη, Γεώργιος Τζιρίτης, Γεώργιος Χατζητριανταφύλλου, Βασιλική Χρηστάκου.